Ο Tim, εκεί που παίρνει χαρούμενος το εξιτήριο του από το ψυχιατρικό ίδρυμα που τον φιλοξενούσε λόγω παιδικών τραυμάτων και νομίζει πως ήρθε η ώρα να απολαύσει τα «λογικά» του, συναντά την αδερφή του την Kaylie που είναι κολλημένη με ένα καθρέφτη που θεωρεί στοιχειωμένο και πιστεύει πως είναι ο υπαίτιος για τον θάνατο των γονιών τους πριν 11 χρόνια. Έτσι ο Tim λέει αντίο στα «λογικά» του. Άσε που αυτή η πονηρή η Kaylie του υπενθυμίζει και μια υπόσχεση που είχαν δώσει όταν ήταν μικρά…
Τα τελευταία χρόνια ένα παμπόνηρο και καταχθόνιο κινηματογραφικό σύστημα, μειώνει με μαθηματική ακρίβεια τον αριθμό ταινιών τρόμου που έρχονται στην Ελλάδα και διάφοροι συνωμοσιολόγοι (μεταξύ αυτών και ο υπογράφοντας αυτού του άρθρου) κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου αλλά κανείς δεν τους ακούει. Για πόσο ακόμα δηλαδή θα την βγάζουμε με τα βαθυστόχαστα δράματα του Μπεν Άφλεκ, τις ανυπέρβλητες ερμηνείες του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ που όταν δεν κάνει τον Iron Man είναι άλλος άνθρωπος ή την επόμενη συνέχεια των «Αναλώσιμων»; Αναζητούμε λοιπόν στα σκονισμένα ράφια των DVD clubs, κάτι αξιόλογο που να κρύβεται ανάμεσα στις low budge-τιές των horror movies, σκάζοντας από το κακό μας γιατί σε άλλες χώρες κυκλοφορεί ένας ολόκληρος θησαυρός, και μόλις βρούμε κάτι μεταξύ των «βυσμάτων» που έρχονται στην χώρα μας, βάζουμε την ταινία στο DVD player και προσευχόμαστε να βγει καλή! Μια τέτοια περίπτωση είναι και το «Oculus».
Σκηνοθετημένο από τον ανερχόμενο και πολλά υποσχόμενο Mike Flanagan που τον γνωρίσαμε με το καλούτσικο «Absentia» (2011) και που κάποιο θεματάκι πρέπει να έχει με τα οικογενειακά δράματα, ο «Καθρέφτης Της Κολάσεως» είναι μια ταινία βασισμένη σε ένα παλιότερο φιλμ μικρού μήκους του σκηνοθέτη, με τίτλο «Oculus: Chapter 3 - The Man with the Plan» (2006). Επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε ψυχολογικό θρίλερ και καθαρή ταινία τρόμου, αλλά η ζυγαριά γέρνει εύκολα προς τη μεριά του δεύτερου, περιορίζοντας έτσι τις στιγμές που θα κοπανούσαμε το κεφάλι μας στον τοίχο προσπαθώντας να καταλάβουμε τι είναι αληθινό και τι όχι, στερώντας μας δυστυχώς αυτή την ικανοποίηση. Στηρίζεται σε ένα πολύ καλό σενάριο, που επειδή ακριβώς ήταν πολύ καλό δεν κατάφεραν να το διαχειριστούν όσο σωστά έπρεπε, φοβούμενοι προφανώς μην μας πάρει ο ύπνος. Καλό είναι αυτό. Έξυπνο. Σε αυτές τις περιπτώσεις μια «καλή πένα» μπορεί πραγματικά να απογειώσει μια ιδέα, αλλά αν αυτή η πένα δεν υπάρχει, το σωστό είναι να μην επιχειρήσεις αυτή την απογείωση και να περιοριστείς στα λίγα που μπορείς να κάνεις καλά. Παρόλα αυτά, πρόκειται για μια καλοδεχούμενη ιδέα, που αποπνέει έναν αέρα πρωτοτυπίας στο είδος.
Το «Oculus» θέλει να διηγηθεί την ιστορία του με αλλεπάλληλα flashbacks και για να μην γίνει βαρετό, ο σκηνοθέτης παρουσιάζει με έξυπνο τρόπο αυτά τα πισωγυρίσματα που συμβάλουν στο άγχος και την σύγχυση του θεατή. Το κάνεις που το κάνεις όμως, γιατί δεν το πας λίγο παραπέρα; Δώσε λίγο παραπάνω οικογενειακό δράμα, αποκάλυψε σταδιακά και όχι σχεδόν αμέσως το μυστήριο, χύσε περισσότερο αιματάκι (έτσι αλλιώς δεν είναι για ανηλίκους), εστίασε λίγο ακόμα στο ψυχολογικό της υπόθεσης, χτίσε επάνω στους χαρακτήρες μπας και αισθανθούμε ένα δεσιματάκι, ψέκασε μας με λίγο παραπάνω τρόμο… Η ιδέα της παρουσίασης των flashbacks αν και όχι καινοτόμα, είναι έξυπνη, αλλά σε κάνει να θέλεις κάτι περισσότερο. Επίσης αν οι αμφιβολίες και η ανησυχία του παρελθόντος ήταν πιο στέρεα δομημένες, θα ήταν σαφώς πιο αποτελεσματικοί η σύγχυση και ο φόβος του παρόντος.
Το μοντάζ το κάνει ο ίδιος ο Flanagan (οι δυσκολίες που αποτελούν προτερήματα στα low budget films), κάτι που βοηθά σίγουρα στην τεχνοτροπία που θέλει να παρουσιάσει, όφειλε όμως να επικεντρωθεί περισσότερο στην δημιουργία ατμόσφαιρας, εξελίσσοντας έτσι και την δύναμη του σεναρίου. Οι ερμηνείες των ηθοποιών (η χαρά κάθε λάτρη των κοκκινομάλλων) είναι σχετικά αδιάφορες καθώς δεν δίνεται η ευκαιρία να πλαστεί ο χαρακτήρας τους, και απλώς περατώνουν ικανοποιητικά το έργο που τους έχει ανατεθεί. Εξαίρεση αποτελεί η Katee Sackhoff ως μητέρα των παιδιών, που η ερμηνεία της βγάζει μπόλικες ανατριχίλες αλλά χρειάζεται κάτι παραπάνω για να σε παρασύρει ο ψυχισμός της. Καλούλα είναι επίσης και η Annalise Basso στον ρόλο της νεαρής Kaylie, αλλά αν η μικρή κρύβει κάποιο ιδιαίτερο υποκριτικό ταλέντο δεν της δίνεται ο χρόνος να το αποκαλύψει. Πετυχημένη είναι και η ατμοσφαιρική μουσική των The Newton Brothers που βοηθά στο κλίμα ανησυχίας που θέλει να επιβάλλει η ταινία, αλλά την ήθελα πιο δυνατή και κατά διαστήματα πιο έντονη. Ταινία τρόμου είναι άλλωστε.
Υπάρχουν ελάχιστες στιγμές «ξαφνικού φόβου» (jump scares) που όμως είναι αρκετά καλές και μέσα στον ρυθμό του έργου, και αυτό γίνεται προφανώς για να αποφευχθούν τα γνωστά κλισέ που γυροφέρνουν τις ταινίες τρόμου, γι’ αυτό και δε μπορώ να χαρακτηρίσω την ταινία τρομαχτική. Παλεύει όμως με ειλικρινείς προσπάθειες να χτίσει ένα αίσθημα διαρκούς φόβου. Τώρα αν ανήκεις σε αυτούς που χοροπηδούσαν ουρλιάζοντας με το «Blair Witch Project», τότε μην κλείσεις τα φώτα όταν το παρακολουθήσεις! Τα περισσότερα εφέ είναι CGI (δημιουργημένα με ηλεκτρονικό υπολογιστή) χωρίς όμως να είναι άσχημα, αλλά η φωτογραφία βρίσκεται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Εξάλλου η ταινία δεν στηρίζεται στα special effects για να υπάρξει, αλλά στην ίδια της την ιστορία.
Συμπέρασμα; Το «Oculus» ακόμα και αν δεν σε εντυπωσιάσει, σίγουρα δεν θα σε απογοητεύσει. Έχει τα προβληματάκια του, ψιθυρίζει χωρίς να φωνάζει πως ήθελε κάτι παραπάνω, είναι όμως μια πολύ καλή προσπάθεια που αξίζει την προσοχή μας. Όσο περισσότερο στηρίζουμε παρόμοιες προσπάθειες, τόσο περισσότερος χώρος θα δημιουργείται ώστε να έρχονται κι άλλες ταινίες του είδους στην χώρα μας, έστω και χωρίς να προβληθούν στους κινηματογράφους. Έχω παρακολουθήσει απίστευτες ταινίες που δυστυχώς δεν πάτησαν ποτέ το πόδι τους στην Ελλάδα και αυτή είναι μια τεράστια αδικία για τους οπαδούς του είδους, που κάποτε πρέπει να αποκατασταθεί. Ίσως κάποια στιγμή μιλήσουμε για αυτές τις ταινίες. Προς το παρόν ας απολαύσουμε τον «Καθρέφτη Της Κολάσεως» (μια ακόμα παντελώς άστοχη μετάφραση τίτλου)…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....