Όμορφη βραδιά, και η βροχή αβέβαιη – όπως εγώ – να μην μπορεί να αποφασίσει αν θα στείλει το μήνυμα της… Παρέες να περπατούν «απολαμβάνοντας» τις 2 επιπλέον ώρες «ελευθερίας» που τους δόθηκαν. Εαρινή ισημερία… Χρόνια τώρα την ονειρεύομαι την Άνοιξη: χαμογελάει με κείνα τα υπέροχα μπλε μάτια, κουρνιάζει σα μικρό παιδάκι στην αγκαλιά μου, παλεύει με τις ανασφάλειες της και, σαν αποκοιμηθεί, ταξιδεύει ψηλά πάνω από το ουράνιο τόξο… Την ονειρεύομαι συνέχεια, την προσκαλώ συνέχεια, δεν τολμά να έρθει. Όμως η ζωή χωρίς την Άνοιξη, είναι πολύ μοναχική, πολύ σκληρή, πολύ άδικη…
Το παρκάκι γέμισε με φιλόζωους που βγάζουν βόλτα τα κατοικίδια τους. Κάθε μέρα είναι και περισσότεροι! Δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ τι θα απογίνουν όλα αυτά τα «κατοικίδια» σαν θα τελειώσει (θα τελειώσει άραγε ποτέ;) αυτή η ιστορία… Ο κόσμος γεμίζει «αδέσποτα» από την στιγμή που παύουμε πια να χρειαζόμαστε τα «κατοικίδια» μας. Παράξενη λέξη αυτό το «αδέσποτος», Είναι αυτός που δεν έχει «δεσπότη», δεν έχει «άρχοντα», δεν έχει «αφεντικό». Είναι όμως και ο «ανούσιος», ο «άσκοπος», ο «μοναχικός». Μέρες αδέσποτες, ζώα αδέσποτα, άνθρωποι αδέσποτοι…
Αμπελοφιλοσοφίες, έτσι για να ξεγελάσω την αγωνία μου, την ώρα που τα δάχτυλα τρέμουν πληκτρολογώντας υποσυνείδητα στο τηλέφωνο την επιθυμία και ο μαρκαδόρος κοινοποιεί βιαστικά στο ξεχαρβαλωμένο παγκάκι μια ακόμη παρουσία. Πάνω στο απεριποίητο γρασίδι, τα σημάδια της Άνοιξης είναι εμφανή. Στον ουρανό όμως, αυτά τα μαύρα σύννεφα που προσπαθώ μάταια να αφήσω πίσω μου, εξακολουθούν να την κρύβουν…
Σαββατόβραδο… Είχα μια πρόσκληση (μέχρι τις 9, φυσικά – αν και σε διαφορετική περίπτωση χαλαρά θα «παρανομούσα») όμως δεν γίνεται απόψε. Πως θα μπορούσε να γίνει; Ο ερχομός της Άνοιξης είναι παράλληλα επέτειος, θέλω να την γιορτάσω και, να, φάνηκε για λίγο το φεγγάρι. Απόψε είναι πιο όμορφο γιατί είναι ατελές. Υπάρχει ένα ουράνιο τόξο εκεί ψηλά και μια μελωδία που παίζει από το πρωί στο μυαλό μου. Η μάχη που δίνει το φεγγάρι να βγει μπροστά από τα σύννεφα, πάνω από τα γκρίζα κτίρια και τις καμινάδες, εκεί που τολμάς να ονειρευτείς πως ο κόσμος είναι όμορφος, πως οι φίλοι κατανοούν και η αγάπη κερδίζει, είναι η ελπίδα που ανθίζει στην ψυχή. Ζήτησα και άδεια, γιατί πάντα περιμένω να έρθει η Άνοιξη και αυτή την φορά, νιώθοντας μια παράτολμη ελπίδα, ήθελα να την υποδεχθώ κατάλληλα. Αλλά η άδεια άρχισε ήδη να αδειάζει… Και τα σύννεφα έκρυψαν πάλι το φεγγάρι. Το παρκάκι ερήμωσε. Αφέντες και κατοικίδια γύρισαν στα σπίτια τους, οι παρέες συγκεντρώνονται κάπου αλλού, και αντί για την Άνοιξη ήρθε πάλι η σιωπή να καθίσει δίπλα μου στο παγκάκι. Τα δάχτυλα διστάζουν, ο μαρκαδόρος τολμά (ίσως γιατί γνωρίζει πως η δική του απόπειρα είναι ασήμαντη) και το φεγγάρι δεν ξαναφάνηκε. Και η μελωδία παίζει ασταμάτητα στο μυαλό. Της χρωστάω ένα βίντεο, από αυτά που ο Γιώργος στολίζει με καρδούλες (στολίζει; Δεν μπορώ να πω στόλιζε, τον νιώθω ακόμη εδώ… Αύριο έχει τα γενέθλια του…), αργότερα, μεθυσμένος, θα το φτιάξω. Η βραδιά παραμένει όμορφη. Δεν θέλω να φύγω…Είδες πόσο μεγάλωσε ξανά η μέρα; Ότι το σούρουπο κρατά λίγο ακόμα; Στέλνουμε μήνυμα για να περπατήσουμε, μήνυμα για να αγοράσουμε ψωμί, μήνυμα για να πάρουμε φάρμακα, μήνυμα για να βοηθήσουμε (!). Και δείχνουμε να το συνηθίζουμε. Έτσι, αφού το συνηθίσαμε, γιατί να μην μας επιβληθεί για πάντα; Να στέλνουμε μήνυμα για να μιλήσουμε, μήνυμα για να ερωτευθούμε, μήνυμα για να διαδηλώσουμε, μήνυμα για να εργαστούμε, μήνυμα για να ελπίσουμε, μήνυμα για να ζήσουμε… Ίσως μάλιστα αργότερα, να παίρνουμε και απάντηση! Όχι, δεν σου επιτρέπω να περπατήσεις, ναι, μπορείς να αγοράσεις ψωμί… Τουλάχιστον, θα ξέρουμε ότι διαβάστηκε. Άλλα, δεν ξέρουμε αν διαβάζονται. Δεν ξέρουμε καν αν φθάνουν στον παραλήπτη. Μπορώ να στείλω μήνυμα για να πληροφορήσω (ποιόν;) πως έχω βγει βόλτα, αλλά δεν μπορώ να στείλω πως μου λείπεις, δεν μπορώ να στείλω ένα χρόνια πολλά, δεν μπορώ να στείλω ένα πάμε μια βόλτα...
Η Άνοιξη ήρθε ξανά, θα φύγει ξανά, και εγώ ακόμα θα την περιμένω. Μα την ονειρεύομαι συνέχεια. Αδιάκοπα. Την χρειάζομαι, την επιθυμώ. Πρέπει να της στείλω μήνυμα… Χωρίς Άνοιξη πώς να ‘ρθει Καλοκαίρι; Χωρίς την Άνοιξη είναι πάντα Χειμώνας…
Η μελωδία βασανίζει την καρδιά μου… Κάποτε, σ’ ένα νανούρισμα, σε μια στιγμή, σε μιαν ανάσα, σε μια ζωή… Τα όνειρα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα, αρκεί να τα πιστέψουμε. Τα όνειρα οφείλουμε να τα μοιραζόμαστε. Πως το είχε πει ο Lennon… ένα όνειρο που ονειρεύεσαι μόνος, είναι απλά ένα όνειρο. Ένα όνειρο που ονειρευόμαστε μαζί, είναι πραγματικότητα… Αυτά έλεγε, θα μου πεις, και γι’ αυτό τον φάγανε! Νομίζω πως δεν αρκεί να τα λες. Πρέπει και να πιστεύεις αυτά που λες. Και ας σε φάνε. Θα έχεις φαγωθεί για καλό σκοπό. Άλλοι τρωγόμαστε για ασήμαντους λόγους ή δεν μαθαίνουμε ποτέ γιατί φαγωθήκαμε.
Όλα όσα τόσο αφόρητα μου λείπουν είναι όλα όσα πήρες μαζί σου… Άψυχα και έμψυχα. Συναισθήματα ή εικόνες. Το νησί, το Ηραίον, η μουσική, τα όνειρα, η μικρούλα (μικρούλα την θυμάμαι…), η παρέα… Η Άνοιξη. Όλα όσα εχθρεύεσαι, απαξιώνεις, μισείς, είναι όσα φαίνονται όταν μαύρα σύννεφα κρύβουν το φεγγάρι. Την αλήθεια δεν θα την μάθουμε ποτέ αν δεν την αναζητήσουμε. Το να ζεις διαρκώς σε ένα ψέμα έχει πολύ σκληρές συνέπειες, το ξέρω από πρώτο χέρι. Όλοι ψάχνουν κάτι η κάποιον να φορτώσουν τις δικές τους αδυναμίες, την δική τους απουσία, την δική τους αδιαφορία, και σε αυτές τις περιπτώσεις το εύκολο θύμα είναι αυτός που νοσεί, αυτός που κάνει λάθη, αυτός που νιώθει, που προσπαθεί, που δεν θέλει να πληγώσει γιατί δεν θα ακουστεί. Αλλά δεν «την πληρώνει» μόνο αυτός... Όλοι το έχουμε εύκολο να αδικήσουμε, το αντίθετο μας δυσκολεύει. Γιατί; Γιατί δεν συζητάμε πραγματικά; Γιατί δεν κατανοούμε; Γιατί αφήνουμε τρίτους («ειδικούς» και «καλοθελητές») να επηρεάσουν ζωές που δεν τους αφορούν, που δεν είναι δικές τους; (άραγε, πως είναι οι δικές τους οι ζωές ώστε να παίρνουν το δικαίωμα να καθορίσουν τις δικές μας;). Ποιος μπορεί να ξέρει κάτι για εσένα όταν ποτέ δεν ασχολήθηκε μαζί σου; Όταν ποτέ δεν ρώτησε να μάθει; Ποιος μπορεί να ξέρει πως είναι η Άνοιξη όταν είτε έχει ξεχάσει πως είναι, είτε δεν τόλμησε ποτέ να κοιτάξει πως είναι. Όταν δεν ξέρει πως είναι…
Πέρασε όμως η ώρα και τα μηνύματα δεν έχουν πια καμία ουσία. Τώρα ξεκινά η «απαγόρευση». Έχεις σκεφτεί ποτέ όλες εκείνες τις απαγορεύσεις που πάντα επιβάλλονταν αλλά δεν τις συνειδητοποιούσαμε; Έχεις σκεφτεί ποτέ πως είναι να σου απαγορεύεται να μιλήσεις, να νιώσεις, να επιθυμήσεις, να μελαγχολήσεις, να αγγίξεις; Εσύ τι κάνεις απόψε; Σάββατο βράδυ, Εαρινή Ισημερία, δεν έβρεξε παρά λίγες δειλές ψιχάλες γεμάτες σκόνη - σαν τις λέξεις που δεν κατορθώνουν να ειπωθούν, 20 Μαρτίου, τι κάνεις; Που βρίσκεσαι; Σκέφτεσαι, αναπολείς, διασκεδάζεις, νιώθεις μοναξιά, χαμογελάς, δακρύζεις, θυμάσαι; Τι κάνεις;
Τα δάχτυλα μου, πάντα τρέμοντας, πάντα δισταχτικά, εξακολουθούν να πληκτρολογούν. Δεκάδες απόπειρες καμία κατάληξη. Ποιο είναι άραγε το καταλληλότερο μήνυμα στην Άνοιξη; Ποιο είναι το πιο «σωστό»; Στο μυαλό μου η μελωδία τριγυρίζει ανυπόμονη, θα της φτιάξω βιαστικά όταν γυρίσω το βίντεο - γεμάτο αναμνήσεις για να θυμίζει το παλιότερο - να προλάβω να το κοινοποιήσω πριν αλλάξει η μέρα. Ίσως πάρω και καμιά δεκαριά «μου αρέσει» αν και ξέρω πως αυτός που θα του «αρέσει» δεν θα το δει, δεν θα ξέρει καν ποιος το έφτιαξε και, σίγουρα, δεν θα σου το δείξει. Δεν έχει σημασία. Σημασία έχει να προλάβω. Σημασία έχει να το δεις. Σημασία έχει να θυμίζει Άνοιξη. Τελικά, κατέληξα σε κάποιο «καλό» μήνυμα. Είμαι ευχαριστημένος με τον εαυτό μου. Δεν ήτανε τα δάχτυλα που προσπαθούσαν να πληκτρολογήσουν, ήταν η καρδιά, και αυτή τα κάνει πάντα μαντάρα! Το έγραψα επιτέλους το μήνυμα στην Άνοιξη: «Πάμε για ένα 6;»… Αλλά δεν το έστειλα. Δείλιασα… Δεν είναι πως φοβάμαι μήπως δεν απαντήσει. Φοβάμαι μήπως δεν το διαβάσει, φοβάμαι μήπως δεν φθάσει καν. Έτσι, αποθηκεύτηκε κι αυτό, όπως όλη μου η ζωή, στα πρόχειρα…
Σηκώθηκα με βαριά καρδιά από το παγκάκι και η γιαγιά που ταΐζει κάθε βράδυ τις γάτες, ήρθε να μου μιλήσει.
«Πάμε…» μου λέει, «γιατί πέρασε η ώρα…»
«Πάμε…» της απαντάω, «γιατί πέρασαν τα χρόνια…»
…και φύγαμε και οι δυο. Προς διαφορετικές κατευθύνσεις, αλλά –είμαι βέβαιος – με τον ίδιο προορισμό: κάπου, πάνω από το ουράνιο τόξο…
©Notis 20/3/2021
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....