crawl

Somewhere over the rainbow...

koumpia

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

Αλλάζοντας ώρα...

Αυτή η Κυριακή, αυτή που την αναγκάζουμε να στέλνει τον χρόνο μια ώρα πίσω δίνοντας ακόμη περισσότερο χώρο στο σκοτάδι, που την σπρώχνουμε να βυθίσει τον ήλιο στην θάλασσα τόσο νωρίς, πάντα την σιχαινόμουν - κι ας μην είναι δικό της το φταίξιμο. Όπως με τους ανθρώπους… Συχνά τους «σιχαινόμαστε» για λάθη που οι ίδιοι δεν ευθύνονται…

 Στο μεταξύ γέμισαν οι δρόμοι Νίντζα! Μασκοφόροι εκδικητές και πληρωμένοι δολοφόνοι που βγάζουν βόλτα τον σκύλο τους, βαδίζουν πιασμένοι χέρι-χέρι, χαζεύουν νοσταλγικά βιτρίνες καταστημάτων, ατενίζουν μελαγχολικά το ηλιοβασίλεμα. Εχθές το απόγευμα, στην καθιερωμένη μου βόλτα στην θάλασσα, είχα την εντύπωση πως βρισκόμουν σε μια αίθουσα εντατικής με υπέροχη θέα. Γνώρισα πολλούς που ένιωθαν την ανάγκη να κρύβονται πίσω από μάσκες, τώρα πια όμως μπορούν και το κάνουν ελεύθερα, με το νόμο. Όχι μόνο μας απαγορεύεται να αγκαλιαζόμαστε, αλλά και να αναγνωριζόμαστε! Ποιος είναι αυτός που μόλις πέρασε από μπροστά μου και με κοιτά επίμονα; Ποια είναι εκείνη με τα υπέροχα μαύρα μαλλιά που κάτι μου θυμίζει αλλά δε μπορώ να αναγνωρίσω; Δεν φτάνει που η όραση μου τον τελευταίο καιρό είναι άστα-να-πάνε και με δυσκολία καταλαβαίνω κάποιον, τώρα με τις μάσκες γέμισε ο κόσμος άγνωστους. Και εμείς με την ταλαιπωρημένη όραση, προσπαθούμε να διακρίνουμε ιδιαίτερα (και αγαπημένα) χαρακτηριστικά ώστε να μπορέσουμε ν’ αναγνωρίσουμε κάποιον. Και αυτά τα «αγαπημένα χαρακτηριστικά» είναι που συνήθως κρύβει η μάσκα…

Το φθινόπωρο έχει τα πιο όμορφα ηλιοβασιλέματα. Είναι σαφώς πιο μελαγχολικά, βαραίνουν πολύ όταν τα συντροφεύει η μοναξιά, είναι όμως όμορφα. Καθώς χειμωνιάζει η φύση ντύνεται τα πραγματικά της χρώματα. Μόνο που άλλαξε η ώρα και ο ήλιος δύει από το μεσημέρι. Έτσι έχεις την αίσθηση πως το απόγευμα είναι η ώρα για ύπνο και ο χρόνος που έχεις μπροστά σου φαίνεται ατέλειωτος. Νιώθω κουρασμένος, αποκαμωμένος από δυο ώρες περπάτημα, κάθομαι στο παγκάκι της ύστατης στιγμής και αισθάνομαι πως είναι η ώρα που πρέπει να βρίσκομαι στο κρεβάτι μου. Πίσω μου όμως, στην παιδική χαρά, οι φωνές από τα μικρούλια που τραγουδάνε κάνοντας κούνια ή κατρακυλάνε χαρούμενα στην τσουλήθρα, με χτυπάνε σαν χαστούκια. Αργά για μένα, νωρίς ακόμα για τα παιδιά. Πως γίνεται; Απέναντι, το μικρό σούπερ μάρκετ που μένει ανοιχτό εφτά ημέρες την εβδομάδα ταλαιπωρώντας τους εργαζόμενους του, είναι γεμάτο κόσμο που ψωνίζει μικροπράγματα (μπύρες, αναψυκτικά, ζύμη για πίτσα…), για να έχουν κάτι να μασουλάνε και να πίνουν αργότερα που θα παρακολουθήσουν καθισμένοι στον καναπέ – ίσως αγκαλιασμένοι - τηλεόραση. Κι εγώ νιώθω πως ονειρεύομαι. Πως είναι αργά, είμαι στο κρεβάτι μου, έχω αποκοιμηθεί και ονειρεύομαι.

Πέρασαν τα χρόνια… Κάθε χρόνο περνούν όλο και πιο βιαστικά σαν κάτι να τα ωθεί να φτάσουν μια ώρα νωρίτερα στο τέλος. Δεν μπορούμε να τα πιάσουμε αυτά τα χρόνια, δεν γίνεται να τα σταματήσουμε και ότι αφήνουν πίσω στο πέρασμα τους είναι ίχνη από κάτι που δεν είσαι σίγουρος αν υπήρξε, αλλά που θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Ανάμεσα στα μασκοφορεμένα πρόσωπα βλέπεις και κάποια ακάλυπτα και τότε θυμώνεις. Θυμώνεις γιατί τα ζηλεύεις. Θυμώνεις γιατί φοβάσαι. Θυμώνεις γιατί τα πάντα γύρω μας όλα αυτά τα χρόνια που δεν καλυτερεύουν αλλά χειροτερεύουν, τα καλύπτει μια μάσκα. Το παράξενο είναι πως αυτή η συγκεκριμένη μάσκα είναι διάφανη…

Άλλος ένας χρόνος… Άλλαξε ξανά η ώρα, χειμώνιασε μία ακόμη φορά. Και ο μόνος είναι πάντα μόνος. Και η διαπίστωση πως κάθε χρόνος που περνά θα μπορούσε να είχε αξιοποιηθεί, η αίσθηση πως κάθε χαμένη ώρα θα μπορούσε να μην χαθεί, είναι βασανιστήριο. Είναι η εικόνα που βλέπεις όταν είσαι μονάχος, την στιγμή που ο ήλιος βυθίζεται στην θάλασσα… Πως αλλάζεις την ώρα όταν κάποιος σου λείπει κάθε χρόνο όλο και πιο πολύ; Πώς να αλλάξεις την ώρα όταν μια μάσκα σκεπάζει όλο τον κόσμο;

Σήμερα κατέβασα στο υπόγειο τον ανεμιστήρα. Εδώ και καιρό δεν χρειαζόμουν πια τις υπηρεσίες του, αλλά τον κρατούσα κοντά μου για συντροφιά. Καθώς τον σκέπαζα με μια σακούλα βυθίζοντας τον στο σκοτάδι, ένιωσα ένα δυνατό σφίξιμο στην καρδιά…«Θα τα ξαναπούμε το καλοκαίρι…» του ψιθύρισα και αποχαιρετώντας τον έκανα να κλείσω την πόρτα. Τότε, νομίζω πως τον άκουσα να μιλά: «Θα τα ξαναπούμε…» μου είπε ήρεμα. «Και, που ξέρεις, μπορεί αυτή την φορά να κάνουμε το αγαπημένο μας ταξίδι…»…

 ©Notis 10/2020

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Πες την γνώμη σου....

Όλα Τα Γίδια Είναι Ίδια - olatagidia.blogspot.com