Ξύπνησα με την επιθυμία αποτυπωμένη στο μυαλό μου και τόλμησα να την μεταδώσω σε μήνυμα. Είχε ξημερώσει ελπίδα και το φως του ήλιου εισχωρούσε ζεστό από το παράθυρο που ξέχασα τη νύχτα ανοιχτό. Δεν είχα τίποτα απολύτως να κάνω εκτός από σχέδια που γυρόφερναν όλη τη νύχτα στα όνειρα μου…
Η μέρα ήταν σωστή Μεγαλειοτάτη: Λίγο ψυχρή μα με τον ήλιο της ν’ ανάβει φωτιές όταν πραγματικά το θέλει, και γλυκά παραδομένη σε μια θάλασσα τόσο ήρεμη, τόσο ονειροπόλα, τόσο μπλε… Ήταν η ιδανική μέρα για βόλτα, ολόιδια με ένα ανασφαλές αλλά υπέροχο κουκλάκι, κατάλληλη για εύθραυστες πριγκίπισσες, πανέμορφες μεγαλειοτάτες που γνωρίζεις πως γεννήθηκες να υπηρετείς. Ήταν μια μέρα που η επιθυμία είχε τις δυνατότητες να εκπληρωθεί…
Ο δρόμος νωρίς δεν είχε την κίνηση που συνάντησα στην επιστροφή και η παραλιακή διαδρομή βάραινε από την μελαγχολία που προκαλούν οι αναμνήσεις. Η θάλασσα, πάντα φορώντας το μπλε που ποθούσα, σκοτείνιαζε μόνο σαν το κακό επιχειρούσε να εισχωρήσει βίαια στο κεφάλι μου και όταν η πάλη να το κρατήσω μακριά γινόταν κανονική μάχη, ήταν η θάλασσα που έδινε δύναμη στις σκέψεις που έτρεχαν πανικόβλητες. Μόνο η καρδιά λέει την αλήθεια.
Καβούρι, Τροκαντερό και πίσω στο σπίτι. Μερικές βιαστικές αλλά γεμάτες αγωνία ματιές σε blog, mail και youtube, καφές πάνω στον καφέ, και αναμονή…
Έφτασε μεσημέρι. Η μέρα ήταν πια πιο ψυχρή και το αδύναμο φως του ήλιου δεν έλαμπε την ίδια ελπίδα. Τελευταία στάση το Φάληρο, εκεί όπου ο πόνος κυλά υγρός από τα μάτια όσο κι αν πασχίζεις να τον συγκρατήσεις. Κόσμος πολύς τριγυρνούσε αμέριμνα, άλλοι έκαναν ποδήλατο, άλλοι γελούσαν, άλλοι κολυμπούσαν και κάποιοι πονούσαν. Γνώριμη βόλτα, στοιχειωμένη, γεμάτη εικόνες και σκέψεις από παράλληλα σύμπαντα. Ένας τύπος έπαιζε καταπληκτική κιθάρα και τραγουδούσε εξίσου καλά. Έπρεπε να τον ακούσεις! Τον φωτογράφιζαν, τον βιντεοσκοπούσαν και τραγουδούσαν μαζί του. Κάτι πιτσιρίκια είχαν στήσει το δικό τους πάρτυ, με μουσική hip hop και κόλπα παρκουρ. Ήταν απλά εντυπωσιακοί! Ένα ζευγάρι τσακωνόταν, ένα άλλο φιλιόταν, κάποιο άλλο καθόταν στο παγκάκι και αγνάντευε την θάλασσα που ήταν πλέον πιο «ταραγμένη», κάποιο άλλο περπατούσε αμέριμνα πιασμένοι χέρι-χέρι… Παντού εικόνες, παντού βιώματα, παντού αναμνήσεις… Όμως έκανε πια ψύχρα και ο ήλιος ήταν αδύναμος. Κάτι έλειπε απίστευτα και η βόλτα θύμιζε απομόνωση…
Ο άνθρωπος θυμάται… Το μυαλό θυμάται, τα χέρια θυμούνται, τα χείλη, τα αφτιά, η μύτη, ολόκληρο το σώμα θυμάται. Μερικές φορές νιώθεις πως κάτι το αγγίζεις ακόμα, γιατί η μνήμη που έχει το σώμα τροφοδοτείται από την καρδιά. Η καρδιά έχει μνήμη. Δεν σου έχει τύχει ποτέ να νιώσεις ένα χάδι, στο χέρι, στο μάγουλο, και καθώς γυρίζεις να δεις, δεν υπάρχει τίποτα; Δεν ξέρω, ίσως μερικές φορές οι σκέψεις ξεφεύγουν από μέσα μας και ταξιδεύουν να βρουν αυτό που τις μονοπωλεί για να το αγγίξουν. Πολλές φορές προσπάθησα να «στείλω» αγγίγματα -αυτές τις μικρές αλήθειες που έχουν την δύναμη να αποδεικνύουν και να ξυπνούν μνήμες- αλλά μάλλον δεν ξέρω πώς να το κάνω…
Μικρές περιπλανήσεις… Μοιάζουν μάταιες, ανούσιες, άσκοπες… Αυτός που γνωρίζει όμως καταλαβαίνει. Αυτές οι περιπλανήσεις έχουν ουσία, έχουν σκοπό και η ματαιότητα τους έγκειται μόνο στο γεγονός πως τις στιγματίζουν κρυφές (και φανερές) ελπίδες. Όσο περιπλανιέσαι με το μυαλό είναι αναπόφευκτο πως κάποια στιγμή θα σε ακολουθήσουν και τα πόδια. Φοβάσαι να σταματήσεις γιατί αν σταματήσεις, τότε όλα θα σταματήσουν. Πρέπει να κινείσαι. Το οφείλεις στον εαυτό σου, το οφείλεις στην καρδιά σου, το οφείλεις σε αυτό που σε κάνει να περιπλανιέσαι. Το οφείλεις όσο σου το οφείλουν…
Νύχτωσε… Έχει πλέον πολύ κρύο και όλη αυτή την παγωνιά τη νιώθεις να μεταφέρεται από τη νύχτα στα σπίτια, σε δωμάτια, σε σκέψεις, σε κουβέντες, σε καρδιές. Τη νιώθεις να παραμορφώνει εικόνες, να σκοτεινιάζει στιγμές, να κρύβει αλήθειες, να νοθεύει συναισθήματα, να παραποιεί λόγια, να καταστρέφει, να αδικεί… Νύχτωσε και για το μόνο πράγμα που μπορείς να είσαι απόλυτα σίγουρος αυτή την στιγμή είναι το που θα ήθελες να βρισκόσουν. Που θα ήθελες να βρίσκεσαι όλη σου την ζωή. Και αναζητάς καταφύγιο. Καταφύγιο από τη νύχτα, καταφύγιο από την παγωνιά. Το αναζητάς σε ότι σε γεμίζει, σε ότι αγαπάς, σε ότι πόνεσες… Δεν είναι ενόχληση, δεν είναι παρέμβαση, είναι η δύναμη της λατρεμένης συνήθειας, η αίσθηση του να βρίσκεσαι κοντά έστω και από απόσταση. Το να περάσεις μια βόλτα να καπνίσεις ένα τσιγάρο, να κουβεντιάσεις, να μοιραστείς την καθημερινότητα σου, να πεις αυτά που πρέπει και θέλεις να πεις και έπειτα, αθόρυβα και αργά, να επιστρέψεις στην πραγματικότητα…
Ξημερώνει Δευτέρα… Δύσκολη μέρα, έχεις μπροστά σου άλλες τόσες για να περάσει μια εβδομάδα που στην ουσία αδυνατείς πια να καταλάβεις πότε αρχίζει και πότε τελειώνει. Από συνήθεια όμως σιχαίνεσαι την Κυριακή και φοβάσαι την Δευτέρα. Με περιμένουν γιατροί (ας είναι οι τελευταίοι…) και με περιμένει μια ακόμα από εκείνες τις κουραστικές αλλά πλέον ιδιαίτερα έντονες «συνεντεύξεις» για την διαρκή αναζήτηση κάτι πιο σίγουρου και ελπιδοφόρου (αν μπορώ πια να το δω έτσι). Η μάχη με τις ημέρες δεν έχει τελειώσει. Μάχομαι με τον εαυτό μου, μάχομαι με το ψέμα, μάχομαι να μην ξεθωριάσω, μάχομαι να επαναφέρω στις μνήμες αυτό που είμαι, αυτό που πάντα ήμουν. Μάχομαι λάθη, μάχομαι με την ανυπαρξία. Και κάθε πρωινό ξύπνημα θα συνοδεύεται από την ίδια επιθυμία. Γιατί πάντα ίδια ήταν η επιθυμια…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....