Πες σε 3-4 φίλους σου να κρυφτούν μέσα σε ένα σκοτεινό σπίτι και βάλτους να πετάγονται ξαφνικά μπροστά σου φωνάζοντας «ΜΠΟΥ». Σίγουρα θα τρομάξεις. Αλλά αυτό δεν είναι ταινία…
Η Quinn Brenner, μια νεαρή κοπέλα, θέλει να επικοινωνήσει με τη νεκρή μητέρα της και θα ζητήσει την βοήθεια της Elise Rainier (του γνωστού μας μέντιουμ από τις προηγούμενες 2 ταινίες) η οποία κάνει την δύσκολη και της λέει ότι λόγω «τεχνικών» προβλημάτων έχει σταματήσει πια να κάνει τέτοια πράγματα. Η κοπελίτσα όμως αργότερα θα αρχίσει να βιώνει παράξενα και μεταφυσικά γεγονότα στο σπίτι της. Όταν η κατάσταση αρχίζει να δυσκολεύει αρκετά, ο πατέρας της Quinn θα πάει ο ίδιος στην Elise να ζητήσει την βοήθεια της.
Το «Παγιδευμένη Ψυχή: Κεφάλαιο 3» σεναριακά υποτίθεται πως αποτελεί ένα prequel των προηγούμενων 2 ταινιών, πριν συμβεί ότι συνέβη στην αγαπημένη μας οικογένεια Lambert, που μέσα σε όλα (μην φανταστείς πως είναι πολλά) μας εξηγεί πως η σκοτεινή γυναίκα με τα μαύρα από την πρώτη ταινία σχετίζεται με την Elise Rainier και πως το μέντιουμ γνωρίστηκε με τους δυο μετέπειτα βοηθούς της. Από εκεί και έπειτα δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το πρώτο Insidious (εκτός από μια σκηνή από το πουθενά και χωρίς κανένα απολύτως νόημα προς το τέλος που προφανώς προσπαθεί να κάνει δήθεν κάποια σύνδεση), έτσι, για να το «απολαύσεις» δεν χρειάζεται να έχεις δει τα προηγούμενα. Την σκηνοθεσία έχει αναλάβει ο Leigh Whannell, ο σεναριογράφος της σειράς, ενώ ο ταλαντούχος James Wan (σκηνοθέτης των προηγούμενων) βρίσκεται μόνο κάπου στην παραγωγή. Prequel και spin off παράλληλα, το φιλμ προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την επιτυχία των «συγγενών» του για εμπορικούς λόγους (προβλέπω να φτιάχνουν ένα νέο franchise στυλ Paranormal Activity) αν και σαν παραγωγή δεν είναι κακό.
Το «Insidious: Chapter 3» δυστυχώς μαστίζεται από κάποια σκηνοθετικά ατοπήματα, αλλά το βασικό του πρόβλημα είναι το ασθενέστατο σενάριο του και η ενοχλητικά προβλέψιμη ιστορία του. Ένα τελείως κλισέ story που μάλιστα επαναλαμβάνεται σε εκνευριστικό βαθμό (αφού θα βοηθήσεις που θα βοηθήσεις ρε Elis-ακι, τι μας πρήζεις τα συκώτια;) και ένας «κακός» που αποδεικνύεται «πολύ μικρός» για τις προσδοκίες μας. Ο Leigh Whannell προσπαθεί να χτίσει ένταση βασιζόμενος στην μουσική του Joseph Bishara (Insidious 1,2,3 & The Conjuring) χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, ενώ αποτυγχάνει και στην δημιουργία ατμόσφαιρας καθώς όλο το βάρος πέφτει στα jump scares. Όλο το φιλμ είναι ένα διαρκές «ΜΠΟΥ» με τα περισσότερα από αυτά τα «ξαφνιάσματα» να είναι μεν επιτυχημένα αλλά και με πολλά που είναι πραγματικά αστεία! Η επιτυχία αυτών των jump scares έγκειται στο ότι ναι μεν τα περιμένεις, αλλά ο Whannell στα πετάει στη μούρη την στιγμή που δεν πρέπει. Έξυπνο κολπάκι, που καταλήγει σε αστεία αποτυχία αν έχεις χαμηλά τον ήχο (οπότε τσίτα η ένταση), αλλά γενικά χωρίς έμπνευση και φανερά CGI και κακοσκηνοθετημένα. Εκτός όμως των «ξαφνιασμάτων» δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Ούτε ένταση, ούτε συγκινήσεις, ούτε η εφιαλτική ατμόσφαιρα που προσπάθησαν να δημιουργήσουν στο πρώτο Insidious.
Η υποκριτική βρίσκεται σε μέτρια επίπεδα, εξυπηρετώντας απλά την εξίσου μέτρια υπόθεση, αλλά εδώ που τα λέμε, η ταινία δεν έχει και ιδιαίτερες υποκριτικές απαιτήσεις. Στα ίδια επίπεδα κινείται και η φωτογραφία. Ενδιαφέρον υπάρχει μονάχα μέχρι να περάσουμε στην «άλλη πλευρά» και από εκεί και έπειτα ξεκινάει η μετριότητα. Το φιλμ χάνει όποιον ρυθμό μπορεί να είχε, φαίνεται κάπως αδέξιο και η «άλλη πλευρά» καταντά ένας αστείος κόσμος που τον στοιχειώνει ένας γέρος που πραγματικά δε μπορεί να αναπνεύσει, δείχνοντας αδύναμος και «λίγος». Επίσης είναι εξωφρενικά αστείο να βλέπεις μια ηλικιωμένη γυναίκα να αντιμετωπίζει εφιαλτικά πλάσματα με μπουνιές και κουτουλιές! Εκεί όπου θα έπρεπε να δοθεί το μεγαλύτερο σεναριακό βάθος, εκεί ακριβώς τα έκαναν μαντάρα!
Το «Insidious: Chapter 3» είναι ένα μέτριο φιλμ που θα συγκινήσει μονάχα όσους δεν δίνουν βάση στην ιστορία και την ατμόσφαιρα, και θέλουν να πετάγονται από την θέση τους ρίχνοντας κάτω τα πατατάκια. Το ίδιο αποτέλεσμα μπορείς όμως να έχεις – όπως είπα στην αρχή- αν βάλεις μερικούς φίλους σου να κρυφτούν και να πετάγονται ξαφνικά μπροστά σου (απλά θα ειρωνευτείς αυτούς που ξέρεις που κρύβονται και θα γελάσεις με άλλους που χρησιμοποιούν φθηνά κόλπα για να σε τρομάξουν). Κρίμα γιατί είχε τα φόντα να γίνει καλύτερο. Όχι πως δεν βλέπεται, αλλά δεν έχει καμία απολύτως σχέση (στα πάντα) με το πρώτο Insidious, δεν έχει απολύτως τίποτα το ιδιαίτερο να επιδείξει και είναι μια ταινία που θα την ξεχάσεις την επόμενη ημέρα. Κατέβασε όσο πιο χαμηλά γίνεται τις προσδοκίες σου (ξέχνα τα προηγούμενα), σβήσε όλα τα φώτα, δυνάμωσε τέρμα την ένταση και ίσως το ανεχτείς. Αυτό το «ίσως» όμως είναι που κάνει την ζημιά…
(5/10)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....