None but ourselves can free our minds…
Η βελόνα χαράζει ευγενικά το «Uprising» (1980) και το δωμάτιο κυκλώνει η καλοκαιρινή κιθάρα του «Coming in from the Cold». Η μέρα είναι ηλιόλουστη (το ιδεώδες σκηνικό για παρόμοια ακούσματα) και το ημερολόγιο δείχνει 11 Μαΐου. Σαν σήμερα το 1981, έφυγε ο Robert Nesta "Bob" Marley.
Ο Bob Marley λατρεύτηκε (και εξακολουθεί να λατρεύεται) από εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο. Ένας ιδιαίτερος καλλιτέχνης που εκθείασε την αγάπη, αγωνίστηκε για ίσα δικαιώματα, τραγούδησε για την φύση και τους ανθρώπους, για την πολιτική και την ελευθερία, και διέδωσε την reggae και την μουσική των Rastafari σε ολόκληρη την υφήλιο. Ο ίδιος έπεσε από πολύ μικρή ηλικία θύμα ρατσιστικών επιθέσεων λόγω της «ανάμεικτης» καταγωγής του (ο πατέρας του ήταν λευκός και η μητέρα του μαύρη) δήλωνε όμως πως δεν ανήκει σε καμία πλευρά, ούτε την λευκή ούτε τη μαύρη, αλλά σε αυτή του Θεού. Τον πείραζαν και για το ανάστημα του (1.63) και αναγκάστηκε να μάθει αυτοάμυνα για να μπορεί να αντιμετωπίσει τους διάφορους «παλικαράδες». Σύντομα κέρδισε φήμη για την δύναμη του και το ψευδώνυμο «Tuff Gong».
Η γνωριμία μου με τον Bob Marley και τους the Wailers, έγινε με το album «Exodus» του 1977 (ένας από τους πολλούς δίσκους που αγόρασα για το εξώφυλλο τους), το album που εκτόξευσε την καριέρα του Marley. Από το 1977 μέχρι σήμερα (κάτι που δεν θα σταματήσει ποτέ) ο κόσμος τραγουδά με πάθος τους στίχους του «One Love/People Get Ready» αλλά εγώ θα λατρέψω το «Natural Mystic» που θα με «μυήσει» στην τέχνη της reggae. Χρόνια τώρα περιπλανιέμαι ακούγοντας προσεχτικά, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσω αυτό το «μυστικό» που μεταφέρει ο άνεμος…
Ο Marley μετά τον θάνατο του πατέρα του, θα μετακομίσει με τη μητέρα του στο Trenchtown, μια φτωχογειτονιά του Kingston. Θα γίνει φίλος με τον Neville "Bunny" Livingston (αργότερα γνωστός ως Bunny Wailer), και θα ξεκινήσουν να παίζουν μουσική με τον Joe Higgs, ένα τοπικό τραγουδιστή που είχε ασπαστεί τον Ρασταφαριανισμό και θεωρείται από πολλούς μέντορας του Marley. Έτσι θα γνωριστεί με τον Peter McIntosh (αργότερα γνωστό ως Peter Tosh). Ο Marley θα ηχογραφήσει τα 4 πρώτα του singles μόλις το 1962 («Judge Not», «One Cup of Coffee», «Do You Still Love Me?» και «Terror») με το ψευδώνυμο Bobby Martell, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Η επιτυχία θα έρθει κάπου στο 1964 όπου μαζί με τους Bunny Wailer, Peter Tosh, Junior Braithwaite, Beverley Kelso, και Cherry Smith, θα κυκλοφορήσουν ως The Wailers το single «Simmer Down» που θα γίνει νούμερο 1 στην Τζαμάικα. Θα ακολουθήσει η κυκλοφορία του «The Wailing Wailers» το 1965.
Το 1996 ο Bob Marley θα παντρευτεί την Rita Anderson και θα μετακομίσει για λίγο στο Wilmington των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου θα δουλέψει την μέρα ως καθαριστής σε ένα ξενοδοχείο και τη νύχτα στη μονάδα συναρμολόγησης της Chrysler. Με την επιστροφή του στη Τζαμάικα, έγινε μέλος του Ρασταφαριανού κινήματος αφήνοντας dreadlocks (είδος κόμμωσης), ένα από τα σύμβολα των Rastafari (η αντίληψη των Ρασταφάρι κατά της κοπής των μαλλιών, είναι βασισμένες στον βιβλικό Σαμψών). Η πνευματικότητα του κινήματος, αποτυπώνεται από νωρίς στα τραγούδια του.
Μετά από μια σύγκρουση με τον manager τους, ο Marley και το συγκρότημα του «συμμάχησαν» με τον Lee "Scratch" Perry και το δικό του συγκρότημα, The Upsetters. Ενώ η συνεργασία τους κράτησε λιγότερο από ένα χρόνο, από πολλούς θεωρείται πως ηχογραφήθηκαν οι καλύτερες δουλειές των The Wailers. Ο Marley και ο Perry χώρισαν μετά από μια φιλονικία που αφορούσε τα δικαιώματα των ηχογραφήσεων, αλλά παρέμειναν φίλοι και ξαναδούλεψαν μαζί τα επόμενα χρόνια. Ακολουθούν οι κυκλοφορίες των «Soul Rebels» (1970), «Soul Revolution» (1971) και «The Best of the Wailers» (1971). Το τελευταίο, παρά το όνομα του δεν είναι compilation album και αφορά ηχογραφήσεις της περιόδου 1969–1970 μαζί με τον Lee Perry. Κάτι μικρό έχει ξεκινήσει στην Τζαμάικα που προβλέπεται πως θα γίνει πολύ μεγάλο!
Η Α’ πλευρά του «Uprising» τέλειωσε ήδη. Γυρίζω το βινύλιο και αμέσως ξεκινά το «Zion Train». Ο Bob τραγουδά με την σταθερή αναλλοίωτη φωνή του:
«…Don't gain the world and lose your soul, Wisdom is better than silver and gold…»
Το 1973 έρχεται το ιστορικό «Catch a Fire» (το πρώτο album που οι Wailers υπογράφουν στην Island) και το «Stir It Up» θα ξεκινήσει την μεγάλη διαχρονική του πορεία. Από αυτό το album ξεχωρίζουν και τα «400 Years» και «Stop That Train» του Peter Tosh. Το αστέρι του Marley αρχίζει να ανάβει. Η αναγνώριση έρχεται τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, με την κυκλοφορία του «Burnin'» και την συμβολή του Eric Clapton στο εξαιρετικό «I Shot the Sheriff». O Clapton εντυπωσιάστηκε από το album και από το συγκεκριμένο τραγούδι, το οποίο αποφάσισε να διασκευάσει, φέρνοντας το στην πρώτη θέση του Billboard Hot 100 το 1974. Πολλοί θα θελήσουν να μάθουν τον συνθέτη αυτού του τραγουδιού και θα γνωρίσουν τον Bob Marley. Εξίσου μεγάλες στιγμές του album, το πολιτικό «Get Up, Stand Up», το συναισθηματικό «Hallelujah» και το θρησκευτικό «Rasta Man Chant». Το «Catch a Fire» θα ξενίσει αρχικά τους Τζαμαϊκανούς με το νέο reggae ήχο του, αλλά θα κερδίσει εξίσου πολλούς οπαδούς λόγω της rock φύσης του. Οι Wailers θα κληθούν να ανοίξουν μια σειρά συναυλιών στην Αμερική για τους Sly and the Family Stone, αλλά μετά από 4 shows αυτό θα σταματήσει. Ήταν η πρώτη φορά στα χρονικά της μουσικής που η support μπάντα έγινε πιο δημοφιλής από τη μπάντα της οποίας άνοιγε τις συναυλίες!
Οι The Wailers θα διαλυθούν το 1974 και το καθένα από τα τρία κύρια μέλη τους θα ξεκινήσουν σόλο καριέρα. Οι λόγοι της διάλυσης ήταν πολλοί αλλά δεν έγιναν γνωστοί. Κάποιοι λένε ότι υπήρχαν διαφωνίες ανάμεσα στα μέλη για τις συναυλίες του και κάποιοι ότι απλά οι Bunny Wailer και Peter Tosh ήθελαν να ακολουθήσουν σόλο καριέρα. Παρά όμως την ιστορική αυτή διάλυση, ο Marley θα συνεχίσει να ηχογραφεί ως «Bob Marley & The Wailers». Η νέα μπάντα που θα τον υποστήριζε αποτελείται από τους Carlton "Carly" Barrett και τον αδερφό του Aston "Family Man" Barrett στα τύμπανα και το μπάσο αντίστοιχα, τους Junior Marvin και Al Anderson στις κιθάρες, τους Tyrone Downie και Earl "Wya" Lindo στα πλήκτρα και τον Alvin "Seeco" Patterson στα κρουστά. Στα φωνητικά βρίσκονται οι «I Threes», reggae φωνητικό συγκρότημα που δημιουργήθηκε το 1974 για να υποστηρίξει τον Marley και που αποτελούντα από τις Rita Marley, Judy Mowatt και την «Queen of Reggae» Marcia Griffiths. Έτσι θα έρθει το «Natty Dread» (1974) και η πρώτη διεθνής αναγνώριση του Marley με το υπέροχο «No Woman, No Cry». Η live εκδοχή του τραγουδιού (η πιο γνωστή σε όλους) έχει καταταχθεί No. 37 στα 500 Greatest Songs of All Time του Rolling Stone. Ακολουθεί το «Rastaman Vibration» που φέρνει και τη μεγάλη παγκόσμια επιτυχία του Marley. «Positive Vibration», «Roots, Rock, Reggae», «Johnny Was», «Night Shift» και «War» είναι μερικές από τις μεγάλες επιτυχίες αυτού του album.
Σταματώ λίγο το γράψιμο για να απολαύσω το «Pimper's Paradise» ένα από τα αγαπημένα μου τραγούδια από το «Uprising». Εδώ το βινύλιο έχει αρχίσει να κάνει μερικά «παράπονα» αλλά ο ήχος του έχει αυτή την αυθεντικότητα που μαγεύει. «Every need got an ego to feed…» τραγουδά ο Marley και ποιος μπορεί να υποστηρίξει το αντίθετο; Για τον περισσότερο κόσμο η reggae είναι η έκφραση της παραλίας και του χορού. Είναι όλα αυτά σαφώς, αλλά είναι και πολλά περισσότερα. Πόσο αλήθεια αδικούμε τα ακούσματα μας, όταν δεν τα ψάχνουμε λίγο περισσότερο…
Στις 3 Δεκεμβρίου του 1976, δύο ημέρες πριν από το "Smile Jamaica", μια ελεύθερη συναυλία που διοργάνωσε ο Πρωθυπουργός της Τζαμάικα Michael Manley για να κατευνάσει τα πνεύματα μεταξύ δύο πολιτικών παρατάξεων, Ο Marley, η γυναίκα του και ο manager του Don Taylor, δέχτηκαν ένοπλη επίθεση από άγνωστο στο σπίτι των Marley. Ο Bob Marley θα δεχθεί μικρές πληγές στο στήθος και το χέρι. Η απόπειρα κατά της ζωής του θεωρήθηκε πως είχε πολιτικά κίνητρα. Παρ’ όλα αυτά, η συναυλία πραγματοποιήθηκε και ο Marley βγήκε στην σκηνή τραυματισμένος. Όταν ρωτήθηκε γιατί βγήκε να παίξει, απάντησε: «Οι άνθρωποι που προσπαθούν να κάνουν αυτόν τον κόσμο χειρότερο δεν παίρνουν ποτέ ρεπό. Πως θα μπορούσα να το κάνω εγώ;»
Το 1977 και ενώ ο Marley είχε μετακομίσει στην Αγγλία, θα κυκλοφορήσει το περίφημο «Exodus». Ένα μαγικό album με στοιχεία reggae, blues, soul, British rock και funk που σημείωσε τεράστια επιτυχία. «Natural Mystic», «Exodus», «Jamming», «Waiting in Vain», «Three Little Birds» και φυσικά το «One Love/People Get Ready» το οποίο είχε ηχογραφεί αρχικά το 1965 από τους αρχικούς Wailers ως ska τραγούδι. Στην εκδοχή του 1977 περιλάμβανε την ερμηνεία των The Impressions στο τραγούδι «People Get Ready» του Curtis Mayfield.
Το 1978 κυκλοφορεί το «Kaya» ένα roots reggae album (με τον όρο Roots reggae αναφερόμαστε σε ένα υποείδος της reggae που ασχολείται με την καθημερινή ζωή και τις προσδοκίες των καλλιτεχνών, μεταξύ των οποίων την πνευματική πλευρά των Ρασταφάρι και την ζωές όσων υποφέρουν στα γκέτο), το οποίο περιλαμβάνει κομμάτια που είχαν ηχογραφηθεί παράλληλα με αυτά του «Exodus» και χαρακτηρίζεται από έναν πιο χαλαρό laid back ήχο. Μέσα από αυτό το album ξεχωρίζουν αμέσως τα «Is This Love», «Sun Is Shining», «Satisfy My Soul» και «Running Away».
Κατά την παραμονή του στο Λονδίνο, ο Marley συνελήφθη με κατηγορίες για κατοχή μικρής ποσότητας κάνναβης και θα περάσει ένα μήνα στην φυλακή. Στη διάρκεια της παραμονής του στην φυλακή συναντήθηκε με διάφορους κρατούμενους με τους οποίους δημιούργησε ισχυρούς δεσμούς και οι οποίοι τον παρακίνησαν να γράψει τραγούδια με πιο πολιτικό μήνυμα και περιεχόμενο. Έτσι το 1978 θα επιστρέψει στην Τζαμάικα και θα συμμετάσχει σε μια ακόμα πολιτική συναυλία την «the One Love Peace Concert», και πάλι σε μια προσπάθεια να ηρεμήσει τα εμπόλεμα κόμματα. Προς το τέλος της παράστασης , ο Marley θα φωνάξει στην σκηνή τον Michael Manley (ηγέτη του κυβερνόντος Λαϊκού Εθνικού κόμματος) και τον πολιτικό του αντίπαλο Edward Seaga (ηγέτη του Τζαμαϊκανού Εργατικού κόμματος) και θα τους αναγκάσει να δώσουν τα χέρια.
Το 1979 θα κυκλοφορήσει το «Survival» ένα ακόμα roots reggae album, με βαθύ πολιτικό περιεχόμενο. Κομμάτια σαν τα «Zimbabwe», «Africa Unite», «Wake Up and Live» και «Survival» αντικατόπτριζαν την υποστήριξη του Marley στους αγώνες των Αφρικανών. Με την εμφάνισή του στο Amandla Festival στην Βοστόνη τον Ιούλιο του 1979 έδειξε την έντονη αντίθεσή του στο απαρτχάιντ της Νότιας Αφρικής, κάτι που είχε ξανακάνει με το τραγούδι «War» το 1976. Στις αρχές του 1980, κλήθηκε να εμφανιστεί στον εορτασμό της Ημέρας της Ανεξαρτησίας της Ζιμπάμπουε.
Το 1980 κυκλοφόρησε το album που ακούω εγώ αυτή την στιγμή. Το «Uprising» είναι το τελευταίο του studio album και μια από τις πιο θρησκευόμενες κυκλοφορίες του. Μεγάλη επιτυχία του album ήταν το «Could You Be Loved» το οποίο μόλις ξεκίνησε να παίζει στα ηχεία μου. «Love would never leave us alone…» μου τραγουδά ο Bob και σκέφτομαι πόσο εύκολα παρεξηγούνται και παρερμηνεύονται τέτοια λόγια από άμυαλους και μικροπρεπείς. «Don't let them change you or even rearrange you. We've got a life to live…»
Ακολουθεί το «Forever Loving Jah». Δεν είμαι οικείος με τις αρχές των Ρασταφάρι και δεν θα διακινδυνέψω κάποια απόπειρα ερμηνείας. Οι Ρασταφάρι χρησιμοποιούν τον όρο Jah για να ορίσουν τον Θεό. Jah είναι η συντομευμένη μορφή του Γιαχβέ, το κατάλληλο όνομα του Θεού στον Ιουδαϊσμό.
Το «Uprising» κλείνει με το μοναδικό «Redemption Song». Θεωρείται το καλύτερο τραγούδι του Marley. Δεν συμφωνώ αλλά δε μπορώ και να διαφωνήσω. Μια ξεχωριστή μπαλάντα που μιλά κατευθείαν στην καρδιά σου. Τι όμορφος τρόπος να τελειώσεις μια εκπληκτική καριέρα…
Ορισμένοι βασικοί στίχοι του τραγουδιού προέρχονται από μια ομιλία του Τζαμαϊκανού πολιτικού ηγέτη και ρήτορα Marcus Garvey, που έδωσε το 1937:
«We are going to emancipate ourselves from mental slavery because whilst others might free the body, none but ourselves can free the mind. Mind is your only ruler, sovereign. The man who is not able to develop and use his mind is bound to be the slave of the other man who uses his mind ..»
(Θα απελευθερωθούμε από την διανοητική σκλαβιά, διότι, ενώ άλλοι μπορούν να απελευθερώσουν το σώμα, μόνο εμείς οι ίδιοι μπορούμε να ελευθερώσουμε το μυαλό. Ο νους είναι ο μόνος κυβερνήτης, ο κυρίαρχος. Ο άνθρωπος που δεν είναι σε θέση να αναπτύξει και να χρησιμοποιήσει το μυαλό του είναι βέβαιο ότι θα είναι ο δούλος του άλλου που το χρησιμοποιεί...)
(Θα απελευθερωθούμε από την διανοητική σκλαβιά, διότι, ενώ άλλοι μπορούν να απελευθερώσουν το σώμα, μόνο εμείς οι ίδιοι μπορούμε να ελευθερώσουμε το μυαλό. Ο νους είναι ο μόνος κυβερνήτης, ο κυρίαρχος. Ο άνθρωπος που δεν είναι σε θέση να αναπτύξει και να χρησιμοποιήσει το μυαλό του είναι βέβαιο ότι θα είναι ο δούλος του άλλου που το χρησιμοποιεί...)
Το 1983 θα κυκλοφορήσει το «Confrontation» που περιέχει ακυκλοφόρητο υλικό και νέα mixes τραγουδιών που είχαν κυκλοφορήσει μόνο στην Τζαμάικα. Ακόμα και μετά θάνατον, ο Marley θα σημειώσει μια ακόμα μεγάλη επιτυχία με το «Buffalo Soldier».
Από τη στιγμή που ο Bob Marley έγινε επιτυχημένος και άρχισε να κερδίζει πολλά χρήματα, στάθηκε ιδιαίτερα γενναιόδωρος με τον κόσμο. Αποφάσισε να αγοράσει σπίτια για τους φίλους και τους γνωστούς του ενώ υποστήριξε οικονομικά πολλές οικογένειες φτωχών στην Τζαμάικα. Ήταν ο πρώτος που κατάφερε να διαδώσει τη μουσική των Rastafari από τις κοινωνικά αποξενωμένες περιοχές της Τζαμάικα στη διεθνή μουσική σκηνή. Σήμερα χαρακτηρίζεται ως ένας "Ράστα" θρύλος. Υιοθέτησε χαρακτηριστικά των Rastafari όπως τα dreadlocks (είδος κόμμωσης), την χρήση κάνναβης σαν ιερό στοιχείο Θείας Ευχαριστίας (θεωρούσε την κάνναβη θεραπευτικό βότανο) και την διατροφή ital (από την αγγλική λέξη vital, φυσικές τροφές που δεν έχουν υποστεί χημική επεξεργασία), τα οποία έγιναν από τα τέλη της δεκαετίας του '60 αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητας του. Το σπίτι του αποτελεί ιερό προσκύνημα από εκατομμύρια οπαδούς του.
Ο Bob Marley ήταν επίσης φανατικός οπαδός του ποδοσφαίρου και είχε ίνδαλμα τον Pelé. Περιβαλλόταν από ανθρώπους του ποδοσφαίρου και το 1970 έκανε τον διεθνή Τζαμαϊκανό ποδοσφαιριστή Allan “Skill” Cole, διευθυντή των περιοδειών του. Ένας τραυματισμός στο ποδόσφαιρο το 1977, οδήγησε τους γιατρούς να ανακαλύψουν ένα κακόηθες μελάνωμα στο δάχτυλο του ποδιού του. Οι γιατροί του πρότειναν να ακρωτηριάσουν το δάχτυλο για να σωθεί η ζωή του, αλλά εκείνος αρνήθηκε γιατί δεν θα μπορούσε να χορεύει αλλά και για θρησκευτικούς λόγους (ο ρασταφαριανισμός απαγορεύει τον ακρωτηριασμό μελών). Ο καρκίνος στη συνέχεια εξαπλώθηκε και τελικά προκάλεσε το θάνατό του το 1981.
Την εποχή που ο Marley βρισκόταν στο τελικό στάδιο του καρκίνου, εξέφρασε την επιθυμία να πεθάνει στη Τζαμάικα. Δυστυχώς όμως, στο ταξίδι του από την Γερμανία προς τη Τζαμάικα, δεν τα κατάφερε και απεβίωσε στο Μαϊάμι. Θάφτηκε τελικά στην αγαπημένη του πατρίδα, μαζί με μια μπάλα ποδοσφαίρου, τη Gibson Les Paul κιθάρα του, και ένα μπουμπούκι μαριχουάνας. Η ημερομηνία γέννησής του (6 Φεβρουαρίου 1945) τιμάται ως Εθνική Εορτή στη Τζαμάικα.
Ο Bob Marley είναι ο «θρύλος» της reggae και της μουσικής γενικότερα. Ένας θρύλος αξεπέραστος και μοναδικός. Η συλλογή «Legend» που κυκλοφόρησε το 1984 παραμένει το best-selling reggae album όλων των εποχών, με πωλήσεις που ξεπερνούν τα 25 εκατομμύρια. Ένας θρύλος από αυτούς που θέλεις και θέλεις να ακούς, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες γενιές κι αν αλλάξουν. Ένας θρύλος που μέσα από την μουσική και την ζωή του, θέλησε να περάσει μηνύματα αγάπης και αισιοδοξίας. Ένας θρύλος που προσπάθησε να κάνει τον κόσμο καλύτερο…
"Redemption Song"
Old pirates, yes, they rob I;
Sold I to the merchant ships,
Minutes after they took I
From the bottomless pit.
But my hand was made strong
By the 'and of the Almighty.
We forward in this generation
Triumphantly.
Won't you help to sing
These songs of freedom? -
'Cause all I ever have:
Redemption songs;
Redemption songs.
Emancipate yourselves from mental slavery;
None but ourselves can free our minds.
Have no fear for atomic energy,
'Cause none of them can stop the time.
How long shall they kill our prophets,
While we stand aside and look? Ooh!
Some say it's just a part of it:
We've got to fulfil de book.
Won't you help to sing
These songs of freedom? -
'Cause all I ever have:
Redemption songs;
Redemption songs;
Redemption songs.
Emancipate yourselves from mental slavery;
None but ourselves can free our mind.
Wo! Have no fear for atomic energy,
'Cause none of them-a can-a stop-a the time.
How long shall they kill our prophets,
While we stand aside and look?
Yes, some say it's just a part of it:
We've got to fulfill the book.
Won't you help to sing
These songs of freedom? -
'Cause all I ever had:
Redemption songs -
All I ever had:
Redemption songs:
These songs of freedom,
Songs of freedom.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....