Φτιάχνω την νοσταλγική μου ατμόσφαιρα καθισμένος μεσάνυχτα στο σκοτεινό μπαλκόνι με μοναδικό φωτισμό την άχρωμη λάμψη της οθόνης του κινητού, συνθέτοντας ένα ακόμα μήνυμα που δεν θα φθάσει ποτέ τον παραλήπτη του. Ταξιδεύει, αναζητά, μα δεν βρίσκει τον δρόμο… Έχω λίγη Σούμα φυλαγμένη από πέρυσι το Καλοκαίρι. Την κρατούσα για απόψε, για να έχει αυτή η βραδιά κάτι από το άρωμα του νησιού. Είναι δυνατή μα ευκολόπιοτη. Να ξεδιψάσει η μελαγχολία μήπως και μαλακώσει, να ζαλιστεί η μοναξιά μήπως την πάρει ο ύπνος. Εκατοντάδες στιγμές τρεμοσβήνουν ψηλά στον ουρανό, έπειτα πέφτουν, γεμίζοντας ευχές το ποτήρι μου. Τις πίνω λαίμαργα. Η σούμα είναι πιο νόστιμη αν συνοδεύεται με ευχές, μεθάει πιο γλυκά αν αραιώνεται με στιγμές…. Στην υγειά σου…
Σάββατο βράδυ και η νύχτα είναι πιο σκοτεινή από ποτέ. Άδεια σαν ύπνος χωρίς όνειρα, φλερτάρει με την απελπισία. Σάββατο βράδυ και στο νησάκι, μα η νύχτα εκεί είναι λαμπερή, είναι όμορφη. Μεσάνυχτα πια, άλλαξε η ημέρα, και η νύχτα γιορτάζει μαζί με την θάλασσα που ίσως μελαγχολεί λιγάκι γιατί ο χρόνος, ακάλεστος και άκαρδος, έρχεται άλλη μια φορά να προσθέσει ένα ακόμα κυματάκι στο ποθητό της κορμάκι. Μα όταν μελαγχολείς είσαι πιο όμορφη... Ζηλεύει την ομορφιά ο χρόνος και προσπαθεί να την φθείρει. Θα του περάσει. Να δεις που στο τέλος θα πάρει κι αυτός μέρος στην γιορτή, ξεχνώντας τι ήρθε να κάνει. Αν μάλιστα μεθύσει αρκετά, ίσως ξεχάσει και ποιος είναι και μας αφήσει όλους ήσυχους…
Κοιμήθηκα αγκαλιά με τις ευχές μου και, έτσι αγκαλιασμένοι, ξυπνήσαμε το πρωί. Έχει συννεφιά, η μέρα είναι δροσερή, είναι γιορτινή, είναι μελαγχολική. Κίνησα για ένα καφεδάκι στην πλατεία. Όλοι λείπουν. Έχει θέσεις να παρκάρεις ακόμη και τρένο! Επικρατεί μια ευχάριστη ησυχία, οι ελάχιστοι που κάνουν την βόλτα τους βαδίζουν αργά να μην την διαταράξουν. Το καφέ όμως στο οποίο συνηθίζω να κάθομαι τα πρωινά της Κυριακής, ήταν κλειστό. Δεν θέλησα να πάω αλλού. Άλλοι προσέχουν μη διαταράξουν την ησυχία, εγώ προσέχω μην διαταράξω την συνήθεια. Πήρα τον καφέ μου στο χέρι και κίνησα για το πάρκο, εκεί που, έτσι κι αλλιώς, θα κατέληγα. Ήταν έρημο. Κάθισα στο παγκάκι χαζεύοντας την ερημιά γύρω μου. Σιωπή. Μόνιμη σιωπή μα τέτοιες ώρες οι σιωπές είναι εκκωφαντικές. Έριξα μια δειλή ματιά στο τηλέφωνο μου. Έχω κάτι παλιά ηχογραφημένα μηνύματα. Δεν τα ακούω συχνά γιατί προκαλούν «ερεθισμούς» στα μάτια και σταματούν τον χρόνο, μα μου λείπει τόσο πολύ η φωνή σου, ώστε ενέδωσα στον «πειρασμό»…
Ήθελα να κάτσω λίγο ακόμη εκεί γιατί ήταν μέρα γιορτής και ότι πιο κοντινό υπήρχε αυτή την στιγμή στην επιθυμία ήταν αυτό το πάρκο, μα εξαναγκάστηκα να φύγω. Τελικά δεν ήμουν μόνος. Δυο άπληστα, λαίμαργα, ύπουλα κουνούπια, ρουφούσαν αχόρταγα το αίμα μου! Τα καλοκαίρια αυτό το παγκάκι μου αφήνει πάντα σημάδια. Χαλάλι του. Μπήκα στο αυτοκίνητο με πρόθεση μια βόλτα στην θάλασσα, μα σαν σταμάτησα κάτω από το κλειστό παράθυρο να ευχηθώ, η διάθεση για βόλτα εξανεμίστηκε. Φέτος την θάλασσα την βλέπω πάλι μόνο από μακριά. Ετοιμάζομαι όμως για το νησάκι και ίσως συναντηθούμε. Έτσι επέστρεψα σπίτι να συνεχίσω αυτό εδώ το παραλήρημα…
Νύχτωσε… Τώρα στο νησάκι θα είναι μια γλυκιά, γιορτινή βραδιά. Κλείνω τα μάτια, αφήνω την καρδιά να με οδηγεί και βλέπω… Βλέπω ζευγάρια να περπατούν χέρι-χέρι στο κατάφωτο λιμάνι… Βλέπω το ρεματάκι στολισμένο και το «απλησίαστο» μα τόσο αγαπημένο Ευ Ζην, με γιορτινή, ρομαντική, νοσταλγική ατμόσφαιρα… Κάποιοι κάθονται αγκαλιασμένοι στις ξαπλώστρες της παραλίας. Ο ουρανός, καθώς το φεγγάρι σβήνει, είναι γεμάτος αστέρια. Πάνω στην σκοτεινή, γαλήνια θάλασσα φέγγουν πολύχρωμες αναλαμπές από τα φώτα των νυσταγμένων ιστιοφόρων. Βλέπω χαμόγελα σε κόκκινα από τον ήλιο πρόσωπα, ακούω συζητήσεις, χαλαρή μουσική και το κύμα που χαϊδεύει απαλά την αμμουδιά… Βλέπω ένα δροσερό φορεματάκι που, καθώς φοριέται σπάνια, φορέθηκε με μια υπέροχη αβεβαιότητα…Βλέπω ένα κεράκι να λάμπει χαρούμενα μέσα στη μπλε ομορφιά, καθώς η αγάπη, νοτισμένη από την αλμύρα της θάλασσας, πλησιάζει αργά να το σβήσει κάνοντας μια ευχή… Νομίζω πως βλέπω κι ένα δαχτυλίδι, αναποφάσιστο ακόμα σε πιο δάχτυλο είναι καλύτερα να φορεθεί (μα εδώ παρενέβη ο ύπουλος σκηνοθέτης του μυαλού μου προσθέτοντας στο σενάριο την ελπίδα πως ίσως, υπήρξε η επιθυμία να γεμίσει την άδεια καρέκλα στο τραπέζι, μια ξεχασμένη απουσία…)… Βλέπω με τα μάτια κλειστά και δεν θέλω να τα ανοίξω ξανά…
Κάπου κόσμος γιορτάζει, κάπου αλλού κόσμος πονάει. Τους δύο αυτούς κόσμους ενώνει το Καλοκαίρι…
Η καρδιά μου θυμάται την τελευταία φορά που ένιωσε τους χτύπους της δικής σου, σαν ακούμπησαν πάνω της. Στην είσοδο της πολυκατοικίας που όλοι ξεχνούν ν’ ανάψουν τα φώτα. Πέρασαν 6 χρόνια; Όταν αγκαλιαζόμαστε ενώνονται οι καρδιές μας. Το στόμα θυμάται με πόνο τα λάθη που είπε, ήταν τα μάτια που έλεγαν αλήθεια. Τα μάτια δεν λένε ποτέ ψέματα. Γιατί δεν κοιτάμε ποτέ τα μάτια; Έχει μνήμη η καρδιά, έχουν μνήμη τα χέρια. Και αυτό δυσκολεύει πολύ την ζωή. Βαραίνω όμως το κλίμα κι απόψε είναι γιορτή. Δεν έχω ανοίξει ακόμη τα μάτια. Συνεχίζω να βλέπω και, ομολογώ, ψοφάω για τις «υπερβολές» του σκηνοθέτη που απόψε, έχει ξεπεράσει τον εαυτό του. Είναι παράξενο που εκμυστηρεύομαι όλες αυτές τις σκέψεις, όλες αυτές τις στιγμές, σε αγνώστους, μα τους προτιμώ από τους «γνωστούς». Οι γνωστοί είναι πιο άγνωστοι. Για «Χρόνια Πολλά» συγκέντρωσα όλα τα βιντεάκια που έφτιαχνα όλα αυτά τα χρόνια, με αγάπη κι ελπίδα. Θέλω να συνεχίσω να γράφω, γιατί θέλω πολύ να μιλήσω, μα πέρασε η ώρα και υποτίθεται πως πρέπει να σηκωθώ πολύ νωρίς αύριο. Ετοιμάζομαι όμως για το νησάκι. Λίγο πιο απρόθυμος από τις προηγούμενες φορές, μα η αγάπη καλεί και η ελπίδα πως στον Παράδεισο συμβαίνουν θαύματα, με παροτρύνουν να προσπαθήσω.
Άνοιξα, δυστυχώς, τα μάτια… Εξακολουθώ να βλέπω. Λείπεις…
Χρόνια πολλά… Καληνύχτα, όνειρα γλυκά, καλό ξημέρωμα… :-*
και φυσικά, το Candy... Κάθε χρόνο, πάντα το Candy...
Σ'αγαπώ... Μου λείπεις...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....