Ο David Bowie υπήρξε ένας μοναδικός καλλιτέχνης, τόσο πολυδιάστατος και ψαγμένος, τόσο δημιουργικός και πολύπλευρος, που αν θέλεις να εντρυφήσεις παραπάνω στο έργο του (ιδιαίτερα την δεκαετία του ’70) πρέπει να σε διακρίνουν παρόμοια ερεθίσματα. Πρωτοποριακός και ένας από τους κύριους εκφραστές του Glam Rock, ο David Bowie κατάφερε να ξεχωρίσει σε σχέση με άλλους μουσικούς του glam rock που αν και έκαναν μεγάλες επιτυχίες στην Αγγλία, ελάχιστοι κατάφεραν να κάνουν το ίδιο και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Bowie έγινε διεθνής superstar προωθώντας την υιοθέτηση του glam style σε καλλιτέχνες όπως οι Lou Reed, Iggy Pop, New York Dolls και Jobriath του glitter rock που τους διέκρινε ένα πιο «μαύρο» στιχουργικά περιεχόμενο απ’ ότι αυτό τον Βρετανών ομολόγων τους.
Κύριο χαρακτηριστικό του ήταν το διαφορετικό χρώμα των ματιών του. Το 1962 τραυματίστηκε σοβαρά στο σχολείο, όταν τσακώθηκε για ένα κορίτσι με τον φίλο του George Underwood και εκείνος του έριξε γροθιά στο αριστερό μάτι. Οι γιατροί φοβήθηκαν ότι θα έμενε τυφλός από αυτό το μάτι. Μετά από νοσηλεία 4 μηνών και πολλαπλών επεμβάσεων, οι γιατροί δήλωσαν πως η ζημιά δεν γινόταν να αποκατασταθεί εντελώς και ο Bowie θα παρέμενε με ελαττωματική αντίληψη του βάθους και μόνιμη μυδρίαση. Παρά την φιλονικία τους, ο Underwood και ο Bowie παρέμειναν καλοί φίλοι, με τον πρώτο να δημιουργεί το artwork στα πρώτα του albums.
Ο David Bowie λάτρεψε από πολύ μικρή ηλικία την modern jazz και έμαθε να παίζει άψογα σαξόφωνο από τα 15 του χρόνια, τότε που δημιούργησε και την πρώτη του μπάντα. Απο τα 9 του ήθελε να γίνει μουσικός και έλεγε στους γονείς του πως κάποτε θα γινόταν το πρώτο σαξόφωνο του Little Richard. Στα 16 του είχε ήδη εμπλακεί επαγγελματικά με τη μουσική υπογράφοντας το πρώτο του συμβόλαιο, κυκλοφόρησε το πρώτο του single «Liza Jane» στα 17 και το πρώτο του album στα 20 του! Ονειρευόταν να γίνει Mick Jagger τον οποίο δεν σταμάτησε ποτέ να θαυμάζει. Στην σκηνή εμφανιζόταν με το όνομα Davy Jones, όμως δεν τον ικανοποιούσε γιατί δεν ανταποκρινόταν στην καλλιτεχνική του φύση. Εκείνη την εποχή μάλιστα μεσουρανούσε και ο Davy Jones των Monkees, οπότε υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να τους μπερδεύουν. Πήρε το όνομα Bowie από τον Jim Bowie, μια θρυλική φιγούρα του 19ου αιώνα στην ιστορία του Τέξας και ένα λαϊκό ήρωα της αμερικανικής κουλτούρας που πέθανε στην μάχη του Άλαμο και του φημισμένου μαχαιριού που κατασκεύασε για αυτόν κάποιος James Black, με το οποίο ο Jim Bowie σκότωσε σε μια μονομαχία έναν σερίφη. Ο David Bowie είχε πει για αυτό το μαχαίρι πως ήταν το μέσο συσσώρευσης δηλώσεων και παραισθήσεων. Το πρώτο του album το 1967 απέτυχε εμπορικά.
Η καλλιτεχνική του φύση όμως ζητούσε διαρκώς περισσότερα. Ακολούθησε μαθήματα χορού υπό την καθοδήγηση της Lindsay Kemp και μελέτησε δραματικές τέχνες, κυρίως πρωτοποριακό θέατρο και μιμητική, δημιουργώντας σταδιακά την περσόνα που αργότερα θα παρουσίαζε στον κόσμο. Άρχισε να παίζει μικρούς ρόλους σε θεατρικές παραστάσεις, τηλεοπτικές διαφημίσεις και ταινίες και έγραφε συνθέσεις για άλλους τραγουδιστές. Σε μια χορευτική παράσταση θα γνωρίσει και θα ερωτευθεί την Hermione Farthingale με την οποία θα ζήσουν για λίγο μαζί στο Λονδίνο και θα σχηματίσουν μια μικρή μπάντα. Θα χωρίσουν το 1969 όταν εκείνη θα μετακομίσει στην Νορβηγία και ο χωρισμός τους θα εμπνεύσει τον Bowie να γράψει τα «Letter to Hermione» και «Life on Mars?». Δεν την ξέχασε ποτέ. Το 2013 στο video του single «Where Are We Now?» από το 25ο του album με τίτλο «The Next Day» ο Bowie θα εμφανιστεί φορώντας ένα μπλουζάκι που γράφει: «Song for Norway»!
Το 1967 η Lindsay Kemp θα του δώσει τον ρόλο του Cloud στην θεατρική της παραγωγή «Pierrot in Turquoise», βασισμένο σε μια δική του ιστορία.
Στις 11 Ιουλίου του 1969, 5 ημέρες πριν την εκτόξευση του Apollo 11 που θα φέρει τους Neil Armstrong και Buzz Aldrin στο φεγγάρι, ο Bowie θα κυκλοφορήσει το single «Space Oddity» που θα φτάσει στο top5 των UK Charts. Το Νοέμβριο θα κυκλοφορήσει το 2ο album του, «David Bowie» που αν και εξαιρετικό δεν θα γνωρίσει μεγάλη επιτυχία.
Την ίδια χρονιά ο Bowie θα γνωρίσει την Angela Barnett την οποία θα παντρευτεί τον επόμενο χρόνο. Θα χωρίσουν μετά από 10 χρόνια, το 1980. Η Barnett θα ανακατευτεί αμέσως στην καριέρα του, συμμετέχοντας άλλοτε θετικά, άλλοτε αρνητικά σε καίριες αποφάσεις. Ο Bowie που εμφανιζόταν πλέον ως σόλο καλλιτέχνης χρειαζόταν μια μπάντα για τις ηχογραφήσεις και τις live εμφανίσεις του, ένα κενό που είχε ενισχυθεί μετά την καλλιτεχνική του glam-rock αντιπαλότητα με τον Marc Bolan (T-Rex) που είχε παίξει κιθάρα για τον Bowie. Σχημάτισε τους The Hype οι οποίοι απαρτίζονταν από τους John Cambridge στα ντραμς (αντικαταστάθηκε σύντομα από τον Mick Woodmansey), τον γνωστό και μη εξαιρετέο παραγωγό Tony Visconti στο μπάσο και τον Mick Ronson στην ηλεκτρική κιθάρα. Τα μέλη της μπάντας δημιούργησαν χαρακτήρες για τους εαυτούς τους και φορούσαν περίτεχνα κοστούμια που προεικόνιζαν το glam style των Spiders From Mars, που θα ακολουθούσαν.
Το 1969 θα του δοθεί ο πρώτος κινηματογραφικός ρόλος δίπλα στον Michael Byrne, στην ασπρόμαυρη ταινία μικρού μήκους «The Image» του Michael Armstrong, μια βίαιη ταινία στην οποία ο Bowie θα υποδυθεί ένα παιδί-φάντασμα που αναδύεται από τον πίνακα ενός προβληματικού καλλιτέχνη, για να τον στοιχειώσει.
Αυτή η συνεργασία με την backing band που θα μετονομαστεί από Hype σε Spiders From Mars θα φέρει το 1970 το «The Man Who Sold the World» στο οποίο θα σταθώ λίγο παραπάνω γιατί είναι ένα από τα αγαπημένα μου.
Το πρώτο τραγούδι του Bowie που γνώρισα ήταν το «The Man Who Sold the World» (ας είναι καλά τα παλιά καλά ραδιόφωνα) από το ομότιτλο album του 1970. Και τι παράξενο τραγούδι… Κέντρισε αμέσως το ενδιαφέρον μου, με έβαλε σε σκέψεις. Το album θεματικά έχει μεγαλειώδεις στιγμές επιρροής από το έργο του μέγιστου H. P. Lovecraft και αυτό από μόνο του ήταν αρκετό για να με παρασύρει. Επιπλέον στιχουργικά έχει επιρροές από τα έργα των Hughes Mearns, Edgar Allan Poe, Aleister Crowley, Franz Kafka και Friedrich Nietzsche, ενώ μουσικά συγκρίνεται με τις σύγχρονες δουλειές των Led Zeppelin και των Black Sabbath. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;
Το «The Man Who Sold the World», αυτό το αριστούργημα που οι νεότεροι γνώρισαν μέσα από την unplugged εκτέλεση των Nirvana το 1993, παραμένει ένα μουσικό μυστήριο ως προς την θεματολογία του. Ο πρωταγωνιστής του τραγουδιού (ίσως ο ίδιος ο Bowie) βρίσκεται σε επαφή με ένα είδος Doppelgänger (στη μυθιστοριογραφία και λαογραφία είναι το διπλό ενός ζωντανού ανθρώπου που απεικονίζεται ως μεταφυσικό φαινόμενο και σε ορισμένες παραδόσεις ως προάγγελος κακής τύχης η ως κακός δίδυμος), γι’ αυτό και οι στίχοι αλλάζουν από το «Εγώ» στο «Εμείς», αλλά δεν είναι σαφές τι σημαίνει η φράση «Ο άνθρωπος που πούλησε τον κόσμο» ούτε ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος. Παρόλα αυτά, ο «The Man who sold the world» θα αποτελέσει έναν ακόμα χαρακτήρα του Bowie, τον πιο μυστηριώδη. Το 1997 σε μια συνέντευξη του ο Bowie δήλωσε για το τραγούδι:
«Υποθέτω ότι το έγραψα επειδή υπήρχε ένα κομμάτι του εαυτού μου που έψαχνα να βρω. Ίσως τώρα που αισθάνομαι πιο άνετα με τον τρόπο που ζω τη ζωή μου και την ψυχική και πνευματική μου κατάσταση, αισθάνομαι πως υπάρχει κάποιου είδους ενότητα. Αυτό το τραγούδι ήταν πάντα για εμένα ένα παράδειγμα του πως νιώθεις όταν είσαι νέος, όταν γνωρίζεις πως υπάρχει ένα μέρος του εαυτού σου που δεν έχει ολοκληρωθεί. Όταν νιώθεις αυτή τη μεγάλη ανάγκη να αναζητήσεις ποιος πραγματικά είσαι…»
Ο διαφορετικός και πιο σκληρός ήχος του «The Man Who Sold the World» θα οδηγήσει στην πρώτη μεγάλη επιτυχία και την πρώτη μεταμόρφωση του Bowie. Το album κυκλοφόρησε το 1970 στις Ηνωμένες Πολιτείες και το 1971 στο Ενωμένο Βασίλειο. Το εξώφυλλο της αγγλικής έκδοσης απεικόνιζε τον Bowie να φορά ένα φόρεμα (το οποίο φορούσε και στις συνεντεύξεις του) κάτι που προκάλεσε αρνητικές αντιδράσεις από τον τύπο. Στην διάρκεια της περιοδείας ο Bowie συναντήθηκε με κάποιους καλλιτέχνες της Αμερικανικής proto-punk τέχνης και οι ανταλλαγές απόψεων τον οδήγησαν στην δημιουργία του Ziggy Stardust, ενός ανδρόγυνου χαρακτήρα (συνηθισμένης εικόνα στο glam rock). Ο Ziggy Stardust ήταν μια συγχώνευση της εικόνας του Iggy Pop με τη μουσική του Lou Reed (με τους οποίους συνεργάστηκε πολλές φορές) που θα παρήγαγε το «Απόλυτο Ποπ Είδωλο». Με την επιστροφή του στην Αγγλία ο Bowie είχε δηλώσει στους φίλους του την πρόθεση του να δημιουργήσει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα που να μοιάζει σα να προσγειώθηκε από τον πλανήτη Άρη.
Ο παράξενος και κάπως φρικιαστικός χαρακτήρας του «Pierrot» παρέμενε στο μυαλό του Bowie έτσι σε συνεργασία ξανά με την συγγραφέα-σεναριογράφο Lindsay Kemp και τον σκηνοθέτη Brian Mahoney, θα τον συστήσουν στο τηλεοπτικό κοινό. Το 1970 θα κυκλοφορήσει το τηλεοπτικό φιλμ μικρού μήκους του «Pierrot in Turquoise» με τίτλο «The Looking Glass Murders» Η Lindsay Kemp θα υποδυθεί τον Πιερότο που ερωτεύεται παράφορα την Κολομπίνα. Όταν όμως εκείνη θα δοθεί στον Αρλεκίνο, ο Πιερότος θα οδηγηθεί στην δολοφονία. Ο David Bowie υποδύεται ξανά τον Cloud που παρακολουθεί τα γεγονότα και τα αφηγείται τραγουδώντας.
Το 1971 θα κυκλοφορήσει το «Hunky Dory» και ο Tony Visconti θα αντικατασταθεί στο μπάσο από τους Ken Scott και Trevor Bolder αντίστοιχα. Σε αυτό το album ο Bowie έγραψε το «Kooks», ένα τραγούδι αφιερωμένο στο νεογέννητο γιο του Duncan Zowie Haywood Jones (μέχρι τα 12 του τον φώναζαν Zowie από το Ελληνικό «ζωή»). Το «Hunky Dory» δεν θα γνωρίσει ιδιαίτερη εμπορική επιτυχία.
Ο David Bowie με τους Spiders From Mars, εμφανίζεται στην σκηνή φορώντας ένα εντυπωσιακό κοστούμι και με τα μαλλιά του βαμμένα καστανο-κόκκινα. Ο Ziggy Stardust είναι πλέον γεγονός. Οι παραστάσεις του είναι εξαιρετικά δημοφιλείς και ο Bowie λατρεύεται στην Αγγλία. Το 1972 κυκλοφορεί το εξαιρετικό από κάθε άποψη «The Rise and Fall of Ziggy Stardust and the Spiders from Mars» που θα γνωρίσει μεγάλη επιτυχία και θα παραμείνει για 2 χρόνια στα charts. Τι να πεις για αυτό το album; «Five Years», «Moonage Daydream»…
Ο «Starman» ο εξωγήινος αγγελιοφόρος του Ziggy Stardust που μεταφέρει ένα μήνυμα ελπίδας και σωτηρίας για τη νεολαία της Γης, το «Lady Stardust» το τραγούδι που λέγεται πως αναφέρεται στον Marc Bolan των T-Rex - το άλλο pop είδωλο του glam-rock, ο γνωστός και μη εξαιρετέος «Ziggy Stardust» σε ένα αυτοβιογραφικό τραγούδι που περιγράφει ποιος ήταν και τι έκανε ο Ziggy καθώς και την επικείμενη διάλυση της μπάντας του, τους Spiders from Mars, το «Rock 'n' Roll Suicide» εμπνευσμένο από τα ποιήματα του Baudelaire, που περιγράφει τον Ziggy ως έναν ξεπερασμένο και ξοφλημένο rock star και την τελική του κατάρρευση…
Τραγούδια που καθόρισαν το μέλλον της rock μουσικής. Λέγεται πως χωρίς τον Ziggy Stardust δεν θα υπήρχε ποτέ η Νew Wave, η Punk και η Grunge.
Ξεκινά και η Ziggy Stardust Tour που θα συνεχιστεί με μεγάλη επιτυχία και στην Αμερική, ενώ παράλληλα ο Bowie θα συνεργαστεί με τον Lou Reed κάνοντας του backing vocals στο album «Transformer».
Το 1972 θέλοντας να ενισχύσει την εκστρατεία του Ziggy Stardust στο καλλιτεχνικό στερέωμα, θα δηλώσει σε μια συνέντευξη του στην εφημερίδα Melody Maker, πως είναι ομοφυλόφιλος, δήλωση που έμεινε μετέωρη χωρίς περαιτέρω πληροφορίες και με τον Bowie να χαμογελά πονηρά στον δημοσιογράφο Michael Watts.
Η επιτυχία για τον Ziggy συνεχίζεται με την κυκλοφορία του «Aladdin Sane» (1973) και του πασίγνωστου single «The Jean Genie», τραγούδι που ο πρωταγωνιστής του είναι εμπνευσμένος από τον Iggy Pop και ο τίτλος του νύξη προς τον συγγραφέα Ζαν Ζενέ. Αξέχαστη στιγμή αυτού του album είναι σαφώς και το εκπληκτικό «Lady Grinning Soul» που λέγεται πως ο Bowie εμπνεύστηκε το 1972 που συνάντησε την τραγουδίστρια της soul Claudia Lennear.
Η αγάπη του Bowie στην υποκριτική, τον οδήγησε σε πλήρη απορρόφηση από τους χαρακτήρες που δημιούργησε για τη μουσική του.
«Εκτός σκηνής είμαι ένα ρομπότ. Πάνω στην σκηνή επιτυγχάνω συναίσθημα. Ίσως γι’ αυτό προτιμώ να ντύνομαι Ziggy από το να είμαι ο David…»
Αυτή η ικανοποίηση επέφερε προσωπικές δυσκολίες. Παίζοντας τον ίδιο ρόλο για μεγάλο χρονικό διάστημα, στάθηκε αδύνατο να διαχωρίσει τον Ziggy Stardust (και αργότερα τον Thin White Duke) από τον πραγματικό του χαρακτήρα εκτός σκηνής.
«Ο Ziggy για χρόνια δε με άφηνε μόνο μου. Τότε ήταν που άρχισαν όλα να δυσκολεύουν. Επηρεάστηκε ολόκληρη η προσωπικότητα μου. Άρχισα πραγματικά να αμφιβάλω για την διανοητική μου υγεία…»
Το τελευταίο album που θα ηχογραφήσει ο Ziggy με τους Spiders From Mars είναι το «Pin Ups» (1973) μια συλλογή από διασκευές από αγαπημένα του τραγούδια από την δεκαετία του ’60 και στο εξώφυλλο ποζάρει ο Ziggy αγκαλιά με την Twiggy, το super model εκείνης της εποχής.
Την ίδια χρονιά θα κυκλοφορήσει η ταινία «Ziggy Stardust and the Spiders from Mars», ένα ντοκιμαντέρ που παρουσιάζει την συναυλία του David Bowie and The Spiders from Mars, στο Hammersmith Odeon του Λονδίνου. Στο τέλος εκείνης της συναυλίας, ο Bowie είχε δηλώσει στον κόσμο:
«Δεν πρόκειται μόνο για την τελευταία συναυλία της περιοδείας, αλλά για την τελευταία μας συναυλία γενικότερα. Σας ευχαριστούμε πολύ…».
Ο περισσότερος κόσμος πίστεψε τότε πως ο Bowie αποσυρόταν. Μετά από 10 χρόνια, εκείνη συναυλία θα κυκλοφορήσει ως live album με τίτλο: «Ziggy Stardust: The Motion Picture».
Το 1974 ο Bowie εγκαταστάθηκε στην Αμερική και κυκλοφόρησε το «Diamond Dogs» ένα εξαιρετικό θεματικό album. Πρόκειται για ένα πάντρεμα του μυθιστορήματος «1984» του George Orwell και του πως οραματίζεται ο Bowie έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο μέσα από την glam αισθητική. Τα «Rebel Rebel» και «Diamond Dogs» γίνονται τεράστια επιτυχία και η Diamond Dogs Tour ένα υπερθέαμα θεατρικών εφέ και μουσικής. Την ίδια χρονιά ο Alan Yentob θα παρουσιάσει το «Cracked Actor» ένα ντοκιμαντέρ για το BBC για την ζωή του rock star David Bowie, την εποχή που ήταν εθισμένος στην κοκαΐνη, εμφανίζοντας την εύθραυστη ψυχική κατάσταση του καλλιτέχνη εκείνη την περίοδο και αποκλειστικά πλάνα από την Diamond Dogs Tour.
Παρά τα προβλήματα του ο Bowie εξακολουθεί να είναι δημιουργικός και το 1975 έρχεται το «Young Americans» ένα album που ο ίδιος είχε αποκαλέσει ως plastic soul και έφερε μια ριζική αλλαγή στον ήχο του, γνωρίζοντας όμως επίσης μεγάλη επιτυχία. Το «Fame» που έγραψε μαζί με τον John Lennon, θα είναι το πρώτο νούμερο 1 του Bowie στην Αμερική. Από το ίδιο album θα ξεχωρίσουν και τα «Young Americans» που ήταν τεράστια επιτυχία στην Αμερική όπου το glam rock δεν ήταν ποτέ δημοφιλές ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις, το «Fascination» που έγραψε μαζί με τον Luther Vandross και είναι εμπνευσμένο από ένα δικό του τραγούδι, το «Somebody Up There Likes Me» και την διασκευή στο «Across the Universe» των Beatles. Το «Young Americans» ήταν το album που ώθησε τον Ziggy Stardust να φύγει. Όχι να εξαφανιστεί, απλώς να ξεκουραστεί παραχωρώντας την θέση του στον «Δούκα».
Το 1976 κυκλοφορεί το «Station to Station» και μας συστήνει το νέο χαρακτήρα του David Bowie, τον Thin White Duke. Οπτικά ο χαρακτήρας αυτός ήταν η εικόνα του Thomas Jerome Newton, του εξωγήινου όντος που απεικονίζεται στην ταινία του Nicolas Roeg «The Man Who Fell to Earth» (1976), με τον Bowie στον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο. Η ταινία έχει λατρευτεί για την ιστορία της (βασισμένη στη νουβέλα που έγραψε το 1963 ο Walter Tevis), για την χρήση εξαιρετικών σουρεαλιστικών εικόνων και για την υποκριτική του Bowie σε έναν ρόλο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του. Ήταν απλά ο εξωγήινος εαυτός του.
Σε μια συνέντευξη του ως «Δούκας» στο Playboy, θα δηλώσει πως είναι bisexual, λέγοντας: «Είναι αλήθεια, είμαι bisexual. Αλλά δεν μπορώ να αρνηθώ ότι έχω χρησιμοποιήσει το γεγονός αυτό πολύ καλά. Υποθέτω ότι είναι το καλύτερο πράγμα που μου συνέβη ποτέ…». Οι φήμες μάλιστα άρχισαν να οργιάζουν όταν η Angie Bowie υποστήριξε πως ο Bowie είχε κρυφή σχέση με τον Mick Jagger! Όμως, ακόμα και εκείνη την εποχή της τρέλας και των καταχρήσεων, λίγα πράγματα από την προσωπική ζωή του Bowie έβλεπαν το φως της δημοσιότητας, οι φήμες παρέμεναν φήμες και κανείς δε μπορούσε να υποστηρίξει κάτι περισσότερο η κάτι λιγότερο. Ο «Δούκας» με τις «ενοχλητικές» δηλώσεις του, ξεσήκωνε θύελλα διαμαρτυριών μα παράλληλα ήταν πάντα λατρευτός. Η τέχνη εξάλλου για να έχει αυθεντικότητα, πρέπει να προκαλεί.
Άψογα ντυμένoς με ένα λευκό πουκάμισο, μαύρο παντελόνι και γιλέκο, ο Δούκας ήταν ένας κενός άνθρωπος που τραγουδούσε τραγούδια αγάπης με μια απελπισμένη ένταση, υποκρινόμενος πως δε νιώθει τίποτα. Σαν «πάγος μεταμφιεσμένος σε φωτιά». Αυτή η περσόνα έχει χαρακτηριστεί ως ο «τρελός αριστοκράτης», ένα «ανήθικο ζόμπι» και «ένας Άρειος υπεράνθρωπος χωρίς αισθήματα». Ο Bowie είχε δηλώσει πως ο Δούκας ήταν ένας σκληρός χαρακτήρας που μεταμορφώθηκε σε τέρας. Εκείνη την περίοδο ο Bowie κατανάλωνε μεγάλες ποσότητες κοκαΐνης και έκανε προσβλητικές και αμφιλεγόμενες δηλώσεις στις συνεντεύξεις του.
Ο Δούκας ήταν ένας κομψός και άκρως αισθησιακός χαρακτήρας με έντονες στιγμές (παρά το κενό που ήθελε να προβάλει) η χρήση όμως ναρκωτικών ουσιών έφερε άσχημα αποτελέσματα. Θετικά σχόλια του Bowie υπέρ του Χίτλερ και αμφιλεγόμενες ρατσιστικές δηλώσεις, μαύριζαν την εικόνα του καλλιτέχνη που προσπαθούσε να κρυφτεί πίσω από το νέο χαρακτήρα. Αργότερα παραδέχθηκε πως η πνευματική του διαύγεια είχε καταστραφεί από την κοκαΐνη, κάνοντας εκείνη την χρονιά υπερβολική χρήση οδηγώντας τον επικίνδυνα σε ψυχολογικό και σωματικό μαρασμό (έτσι κι αλλιώς όλες αυτές οι κατηγορίες για το ήθος και τις δηλώσεις του καταρρίφθηκαν πανηγυρικά κοντά στο 1989 όταν ο Bowie έφτιαξε τους Tin Machine, με τους στίχους των τραγουδιών τους).
Το ίδιο το «Station to Station» δικαιώνει αυτές τις δηλώσεις του, καθώς σε αυτό το album ο Δούκας ερμήνευσε ανατριχιαστικά την διασκευή στο «Wild Is the Wind» επιδεικνύοντας την ευαισθησία που ήθελε να κρύψει ο χαρακτήρας του. Στο ομότιτλο τραγούδι μάλιστα του album μας λέει:
«Once there were mountains on mountains
And once there were sunbirds to soar with
And once I could never be down
Got to keep searching and searching
Oh what will I be believing and who will connect me with love?»
Την ίδια χρόνια ο David Bowie θα μετακομίσει σε ένα σαλέ στην Ελβετία και το νέο περιβάλλον θα τον βοηθήσει να μειώσει την κοκαΐνη. Εκεί θα αφήσει για λίγο τη μουσική και θα ασχοληθεί με την ζωγραφική παράγοντας ένα μεγάλο αριθμό μεταμοντέρνων έργων. Άρχισε να επισκέπτεται μουσεία τέχνης, να γίνεται πιο παραγωγικός και συλλέκτης τέχνης. Προσπάθησε να αυτό-βελτιωθεί εντρυφώντας στην κλασσική μουσική, στην λογοτεχνία και επιχειρώντας να γράψει μια αυτοβιογραφία.
Έτσι θα ξεκινήσει η Berlin Era, μια εξαιρετικά παραγωγική εποχή.
Το ενδιαφέρον του για την ραγδαία αναπτυσσόμενη Γερμανική μουσική και η προσπάθεια του να αποτοξινωθεί, θα τον οδηγήσουν στο Δυτικό Βερολίνο όπου θα συνεργαστεί με τον Brian Eno και θα επικεντρωθεί σε ένα πιο μινιμαλιστικό και ambient ήχο, ιδιαίτερα στο πρώτο από τα 3 albums που σε συμπαραγωγή με τον Tony Visconti θα ονομαστούν αργότερα ως Berlin Trilogy («Low», «Heroes», «Lodger»). Την ίδια περίοδο θα συνεργαστεί με τον Iggy Pop παίζοντας μουσική και γράφοντας κάποια τραγούδια στο ντεμπούτο album του Iggy «The Idiot» και στο «Lust for Life».
Το 1977 θα κυκλοφορήσει το «Low» με κάποιες επιρροές από τον Krautrock ήχο (ένα είδος ροκ και ηλεκτρονικής Γερμανικής μουσικής των τελών της δεκαετίας του 1960) των Kraftwerk και Neu!, που θα δεχθεί αρνητικές κριτικές, κυρίως για την πειραματική του φύση και το νέο ήχο που «ξένισε» τους «ειδήμονες». Κακώς βέβαια, γιατί το album όπως όλη γενικώς η τριλογία, είναι εξαιρετικό! Ξεχωρίζουν τα «Speed of Life» το πρώτο instrumental κομμάτι του Bowie, «Breaking Glass», «What in the World», «Sound and Vision», «Warszawa». Το «Low» ήταν το πρώτο album που έφερε την αλλαγή του Bowie και την avant-garde προσέγγιση που θα διεύρυνε περισσότερο στη συνέχεια.
Την ίδια χρονιά θα κυκλοφορήσει και το εκπληκτικό «Heroes», album που θεωρείται από τα καλύτερα του. Συνεχίζοντας την συνεργασία με τον Brian Eno αλλά με την τεράστια συμβολή του Robert Fripp (King Crimson) στις κιθάρες και του Tony Visconti στην παραγωγή, το «Heroes» είναι ένα αριστούργημα, με το ομότιτλο τραγούδι που έγραψε μαζί με τον Eno να ανατριχιάζει μέχρι σήμερα.
Το τραγούδι «"Heroes"» κάνει αναφορά στο «Hero» του 1975 των Γερμανών Neu! που θαύμαζαν ο Eno και ο Bowie. Αν και ήταν ένα από τα πρώτα tracks που ηχογραφήθηκαν, παρέμενε ορχηστρικό μέχρι το τέλος των ηχογραφήσεων, όταν ο Bowie πρόσθεσε στίχους. Τα εισαγωγικά στον τίτλο του τραγουδιού, τοποθετήθηκαν εσκεμμένα για να προσδώσουν μια ειρωνική ιδιότητα σε μια άκρως ρομαντική, ακόμα και θριαμβευτική, σύνθεση. Οι στίχοι του «"Heroes"» είναι ερωτικοί με φόντο όμως το τείχος του Βερολίνου και τον διαχωρισμό. Ο Bowie εμπνεύστηκε την σκηνή των εραστών που φιλιούνται μπροστά στο τείχος όταν κοίταξε έξω από το παράθυρο του στούντιο και είδε τον Tony Visconti να αγκαλιάζεται με την Antonia Maass, τραγουδίστρια που έκανε φωνητικά στο album. Το τραγούδι είναι γεμάτο ισχυρά νοήματα και έντονες εικόνες.
«I can remember standing by the wall, And the guns shot above our heads
And we kissed, as though nothing could fall
And the shame was on the other side
Oh we can beat them, for ever and ever
Then we could be Heroes just for one day…»
Το album εκδήλωνε το πνεύμα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου, που συμβολίστηκε από την διαιρεμένη πόλη του Βερολίνου.
Το 1978 θα ξεκινήσει την Isolar II world tour πραγματοποιώντας πάνω από 70 συναυλίες σε 12 διαφορετικές χώρες και το 1979 θα κυκλοφορήσει το «Lodger» το τελευταίο album της Berlin Trilogy. Με μια μίξη new-wave και περισσότερο pop αισθητικής, το «Lodger» δεν θα γνωρίσει παρόμοια επιτυχία με τον προκάτοχο του, αν και σήμερα θεωρείται (όχι άδικα) ένα από τα πιο υποτιμημένα albums του Bowie. Θυμόμαστε και τραγουδάμε τα «Fantastic Voyage», «Move On», «Yassassin», «Look Back in Anger» και φυσικά «Boys Keep Swinging».
Την ίδια χρονιά θα πρωταγωνιστήσει και στην ταινία «Just a Gigolo» του David Hemmings. Ο Bowie υποδύεται έναν ήρωα του Α’ Παγκοσμίου πολέμου που επιστρέφει στο Βερολίνο και συνειδητοποιεί πως δεν υπάρχει πια καμία θέση γι’ αυτόν εκεί. Δεν έχει κάποιες δεξιότητες εκτός από αυτά που έμαθε στον στρατό και μπορεί να βρει μόνο ταπεινές και χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Έτσι αποφασίζει να γίνει ζιγκολό σε μοναχικές και πλούσιες γυναίκες.
Η Berlin Trilogy ήταν μια σημαντική στιγμή στην καριέρα του David Bowie που φαινόταν να έχει ξεφύγει από τα ναρκωτικά και βρισκόταν σε μια αρκετά υγιή ψυχική κατάσταση που του επέτρεπε να πειραματίζεται χωρίς ενδοιασμούς.
Η New Wave και pop εποχή του Bowie ξεκίνησε το 1980 με την κυκλοφορία του «Scary Monsters (And Super Creeps)» όπου γνώρισε μεγάλη επιτυχία με το single «Ashes to Ashes» και κατέταξε τον Bowie στο underground κίνημα του νεορομαντισμού. Στο video του «Ashes to Ashes» και στο εξώφυλλο του album o Bowie θα θυμηθεί έναν παλιότερο χαρακτήρα: τον παράξενο «Πιερότο». Ξεχωρίζουν τα «It's No Game» με τον Robert Fripp στην κιθάρα, κομμάτι που χωρίζεται σε 2 μέρη ανοίγοντας και κλείνοντας το album και που ο Bowie ισχυρίζεται πως το είχε γράψει όταν ήταν 16 ετών, «Up the Hill Backwards» που οι στίχοι του έχουν να κάνουν με στιγμές κρίσης γενικότερα και για το πώς αντιμετώπισε η κοινή γνώμη το διαζύγιο του με την Angela Bowie, «Scary Monsters (And Super Creeps)» όπου ο Bowie το τραγουδά με μια έντονη και βαριά προφορά και αναφέρεται στην αποχώρηση μιας γυναίκας από τον κόσμο και την κάθοδο της στην τρέλα, «Fashion» και «Teenage Wildlife».
Την ίδια χρονιά θα έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο ως Joseph Merrick στην μεγάλη θεατρική παραγωγή του Broadway «The Elephant Man», ρόλο που ανέλαβε ανεβαίνοντας στην σκηνή χωρίς κανένα make-up και για τον οποίο κέρδισε μεγάλους επαίνους για την ερμηνεία του.
Το 1981 θα γράψει μαζί με τους Queen το «Under Pressure» όπου θα γίνει και το 3ο νούμερο ένα single του Bowie στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ τεράστια επιτυχία θα γίνει και η κομματάρα «Cat People (Putting Out Fire)» σε παραγωγή του Giorgio Moroder (φυσικά) που θα συμπεριληφθεί το 1982 στην ταινιάρα του «Cat People» του Paul Schrader.
Το 1981 ο Γερμανός Uli Edel θα σκηνοθετήσει το «Christiane F. – Wir Kinder vom Bahnhof Zoo» μια σοκαριστική ταινία που κινείται γύρω από την ζωή μιας 12χρονης που κυλά στα ναρκωτικά, με πραγματικά πολύ σκληρές εικόνες. Ο David Bowie θα έχει έναν μικρό ρόλο υποδυόμενος τον εαυτό του και μαζί με τον Brian Eno θα φτιάξουν το soundtrack του φιλμ με τραγούδια από διάφορα albums του Bowie.
Το 1982 θα πρωταγωνιστήσει στο δραματικό μούζικαλ «Baal» του Bertolt Brecht που σκηνοθέτησε ο Alan Clarke, μια ενδιαφέρουσα τηλεταινία που αναφέρεται στον Βάαλ, ένα νεαρό ανήθικο επαναστάτη και ποιητική ιδιοφυία, ο οποίος μετά από μια σύντομη και πολυτάραχη ζωή ακολασίας είναι πλέον έτοιμος να κόψει τα δεσμά του με τον κόσμο και να συναντήσει τη μοίρα του. Το «Baal» ήταν το πρώτο θεατρικό έργο που έγραψε ο Brecht το οποίο συνεχώς ξανάγραφε ολόκληρη την ζωή του. Ο Alan Clarke δήλωσε πως μόνο ο David Bowie μπορούσε να υποδυθεί το Baal.
Τα 80’s είναι χρυσή εποχή για τον David Bowie, έτσι το 1983 θα έρθει το «Let's Dance» με το ομότιτλο τραγούδι να αποτελεί τη μεγαλύτερη εμπορικά επιτυχία του. Στο album εκτός από το «Let's Dance», ξεχωρίζουν και τα «Modern Love», «Without You», «Cat People (Putting Out Fire)», «Criminal World» και το «China Girl» που έγραψε μαζί με τον Iggy Pop και συμπεριλήφθηκε πρώτα στο album «The Idiot» του Iggy το 1977. Τα videos του «Let’s Dance» με την μικρή αφήγηση του γύρω από ένα ζευγάρι Αβοριγίνων που στόχευε τη νεολαία και το «China Girl» με την γυμνή (και αργότερα ελαφρώς λογοκριμένη) ερωτική σκηνή στην παραλία (ένας φόρος τιμής στην ταινία «Όσο υπάρχουν άνθρωποι») ήταν αρκετά προκλητικά ώστε να εξασφαλίσουν αρκετή προβολή στο MTV.
Την ίδια χρονιά θα πρωταγωνιστήσει και στο πολύ καλό ερωτικό θρίλερ «The Hunger» του Tony Scott, μαζί με τις Catherine Deneuve και Susan Sarandon, και στο εξαιρετικό πολεμικό δράμα «Merry Christmas Mr. Lawrence» του Nagisa Ôshima όπου θα μας προσφέρει μια αξέχαστη ερμηνεία, ενώ θα έχει και έναν μικρό ρόλο στην κωμωδία «Yellowbeard» του Graham Chapman των Monty Python.
Θα δώσει άλλη μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη στο Rolling Stone, τονίζοντας πως όσα δήλωσε δημόσια ως «Δούκας» για την αμφιφυλοφιλία ήταν το μεγαλύτερο λάθος της ζωής του. Για να δηλώσει στη συνέχεια: «Ήμουν πάντα μια ετεροφυλόφιλη ντουλάπα»! Σύμφωνα με τα λεγόμενα του, το ενδιαφέρον του για την κουλτούρα των ομοφυλόφιλων και των αμφιφυλόφιλων δεν είχε να κάνει με προσωπικά του αισθήματα αλλά ήταν περισσότερο ένα προϊόν της εποχής και της κατάστασης την οποία βίωνε ο εαυτός του.
«Καθοδηγούμουν περισσότερο από την εμμονή μου να αψηφώ κάθε ηθικό κανόνα, παρά από μια πραγματική βιολογική και ψυχολογική κατάσταση της ύπαρξης μου…».
Το «Tonight» του 1984 βρίσκει τον Bowie να συνεργάζεται με την Tina Turner (στο ομότιτλο) και ξανά με τον Iggy Pop καθώς 2 τραγούδια («Tonight» και «Neighborhood Threat») τα έγραψαν μαζί και ηχογραφήθηκαν πρώτα στο «Lust For Life» (1977). Το album έχει αρκετές διασκευές, ενώ μεγάλη επιτυχία έγινε το ομότιτλο που τραγούδησε ο Bowie με την Tina Turner, το «Loving the Alien» (για το οποίο ο Bowie είχε δηλώσει: «το τραγούδι δημιουργήθηκε λόγω της αίσθησης μου πως η περισσότερη ιστορία είναι γραμμένη λάθος - καθώς ανακαλύπτεται εκ νέου όλη την ώρα – και πως στηρίζουμε τόσα πολλά στην λάθος γνώση που έχουμε διδαχθεί»), το «Blue Jean» εμπνευσμένο από τον Eddie Cochran και την πρώιμη ροκ εποχή του Bowie (αποτέλεσε επίσης έμπνευση για την ταινία μικρού μήκους «Jazzin' for Blue Jean» του Bowie που του χάρισε βραβείο Grammy στην κατηγορία Best Short Form Music Video) και το «Dancing with the Big Boys» που ερμηνεύει μαζί με τον Iggy Pop.
Το 1985 ο David Bowie θα εμφανιστεί στο Wembley σε μια συναυλία της Live Aid για την αντιμετώπιση του λιμού στην Αιθιοπία. Κατά την διάρκεια της εκδήλωσης θα κάνει πρεμιέρα το βίντεο για την συγκέντρωση χρημάτων και θα είναι το «Dancing in the Street», το ντουέτο του Bowie με τον Mick Jagger, που θα γίνει πολύ γρήγορα νούμερο 1 παγκοσμίως. Την ίδια χρονιά ο Bowie θα συνεργαστεί με τους Pat Metheny Group και θα γράψουν το καταπληκτικό «This Is Not America» για το soundtrack της ταινίας του John Schlesinger, «The Falcon and the Snowman».
Την ίδια χρονιά θα πρωταγωνιστήσει στο «Into the Night» του John Landis, μαζί με τους Jeff Goldblum, Michelle Pfeiffer και Dan Aykroyd, σε μια εξαιρετική κωμωδία-θρίλερ που έμεινε στην ιστορία για τις πολλές guest εμφανίσεις διαφόρων κινηματογραφιστών, σκηνοθετών και μουσικών, ενώ ο Bowie ως Βρετανός πληρωμένος δολοφόνος είναι αξέχαστος. Θα του προταθεί και ο ρόλος του κακού Max Zorin στην ταινία James Bond «A View to a Kill», αλλά ο Bowie για άγνωστους λόγους, θα αρνηθεί (κρίμα…).
Το 1986 ο Julien Temple θα σκηνοθετήσει το «Absolute Beginners» ένα rock musical βασισμένο στο βιβλίο του Colin MacInnes. Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές είναι οι Patsy Kensit, ο James Fox, ο Bruce Payne, η Sade και ο David Bowie. Η ταινία δεν θα δεχθεί καλές κριτικές αλλά το υπέροχο τραγούδι «Absolute Beginners» που έγραψε για το φιλμ ο Bowie θα γίνει μεγάλη επιτυχία. Το τραγούδι ηχογραφήθηκε στα Abbey Road Studios με έναν πρωτότυπο τρόπο: διάφοροι session μουσικοί έλαβαν μια κάρτα όπου τους καλούσε να δουλέψουν στο studio με τον "Mr X", ο οποίος όπως αποδείχθηκε ήταν ο Bowie. Αν και το «Absolute Beginners» γράφτηκε για την ταινία, είναι πολύ περισσότερα από ένα τραγούδι soundtrack και θεωρώ πως βρίσκεται σε πολύ υψηλή θέση ανάμεσα στα 10-15 καλύτερα τραγούδια του David Bowie. Ήταν το τραγούδι που (τότε) άνοιξε τις περισσότερες φορές την εκπομπή μας στον Andromeda 87.5. Προτιμήθηκε σχεδόν ασυναίσθητα, για την μελαγχολικά αισιόδοξη φύση του που μπορούσε να φορτίσει θετικά τις μπαταρίες μιας ακόμα δύσκολης ραδιοφωνικής εβδομάδας και γιατί αποτελεί μια μελωδική υπενθύμιση πως σε αυτή (τουλάχιστον) την ζωή ότι κι αν επιχειρούμε (φιλικές η ερωτικές σχέσεις, φιλοδοξίες και όνειρα) πρέπει να συνειδητοποιούμε πως είμαστε «Absolute Beginners»…
Κορυφαία στιγμή (για εμένα) ήταν το 1986 και η ταινία «Ο Λαβύρινθος» του Jim Henson, για την οποία ο Bowie έγραψε 5 «παραμυθένια» τραγούδια και πρωταγωνίστησε ως ο ανυπέρβλητος Jareth, the Goblin King. Εκπληκτική ταινία, μοναδική μουσική και ένας εξαιρετικός David Bowie σε έναν φανταστικό ρόλο τόσο κοντά όμως στον πραγματικό του εαυτό, που σε έκανε να θεωρείς πως όσο άνθρωπος των άστρων ήταν, άλλο τόσο ήταν και ξωτικό!
Τελευταίο album της new wave pop εποχής ήταν το «Never Let Me Down» του 1987, που προσέφερε έναν πιο σκληρό ροκ ήχο με μια industrial/techno dance αισθητική. Αν και είναι ένα από τα πιο καλά σε πωλήσεις album ο Bowie το χαρακτήρισε αργότερα ως το «ναδίρ» του, αποκαλώντας το απαίσιο album ! Το «Day-In Day-Out» από αυτό το album του χάρισε μια ακόμα υποψηφιότητα (από τις πολλές) καλύτερου video clip.
Το 1988 ο Martin Scorsese θα μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τον πολυσυζητημένο «Τελευταίο Πειρασμό» του Νίκου Καζαντζάκη. Η ταινία «The Last Temptation of Christ» θα μείνει αξέχαστη για τις εξαιρετικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών της και θα ξεχωρίσουν οι Willem Dafoe ως Ιησούς, Harvey Keitel ως Ιούδας Ισκαριώτης, Barbara Hershey ως Μαρία Μαγδαληνή, Harry Dean Stanton ως Σαούλ / Παύλος της Ταρσού και ο David Bowie ως Πόντιος Πιλάτος (ένας από τους πιο χαρακτηριστικούς Πιλάτους που είδαμε ποτέ)!
Το 1989 ο David Bowie θα δημιουργήσει τους Tin Machine, ένα hard rock κουαρτέτο, αποτελούμενο από τον κιθαρίστα Reeves Gabrels με τον οποίο είχε ξεκινήσει να πειραματίζεται μουσικά και τους Tony Sales (μπάσο) και Hunt Sales (ντραμς). Η μπάντα, που λειτουργούσε πιο δημοκρατικά από τις προηγούμενες μπάντες του Bowie με όλα τα μέλη να συμμετέχουν στις συνθέσεις των τραγουδιών, ξεχώρισε για τους στίχους της. Θα κυκλοφορήσουν την ίδια χρονιά το «Tin Machine» με έναν εξαιρετικό hard rock ήχο και μια εξίσου εξαιρετική διασκευή στο «Working Class Hero» του John Lennon. Ένα πολύ καλό album που έχει μια παράξενη ιστορία όσο αφορά τις πωλήσεις του. Θεωρήθηκε επιτυχία μόλις κυκλοφόρησε φθάνοντας στην 3η θέση στα Αγγλικά charts, αλλά οι βραχυπρόθεσμες πωλήσεις του δεν ήταν καλές πουλώντας περίπου 200.000 αντίτυπα μέχρι το 1991. Μέχρι όμως και το τέλος του 2012 το «Tin Machine» είχε πουλήσει πάνω από 2 εκατομμύρια αντίτυπα!
Οι πολιτικοποιημένοι στίχοι του «Tin Machine» δεν βρήκαν καθολική αποδοχή, καθώς η μπάντα μέσα από αυτό το album κατήγγειλε τα ναρκωτικά, τον φασισμό και την τηλεόραση, με απλό, κατανοητό τρόπο και αρκετά επιθετικό τρόπο. Τα τραγούδια των Tin Machine είναι ο καλύτερος τρόπος να αντικρούσεις τα ηλίθια επιχειρήματα των επικριτών του Bowie για τις πολιτικές του απόψεις!
Ο κόσμος και οι κριτικοί δυσκολεύονταν να δουν τον Bowie ως ένα απλό μέλος μιας μπάντας και τον πίεζαν να επιστρέψει στην σόλο καριέρα του, πράγμα που έκανε πραγματοποιώντας το 1990 την Sound+Vision Tour που ήταν τεράστια εμπορική επιτυχία.
Το 1991 οι Tin Machine θα κυκλοφορήσουν το «Tin Machine II» που δεν θα τα πάει και τόσο καλά. Αφορμή για κακές κριτικές και γκρίνιες ήταν η απόφαση των μελών της μπάντας να εμφανίζονται στο εξώφυλλο γυμνοί ελληνικοί Κούροι και έτσι ξεκίνησε και η διαμάχη με την δισκογραφική εταιρεία που αποφάσισε να λογοκρίνει το εξώφυλλο. Λίγο καιρό αργότερα και μετά την κυκλοφορία του live album «Tin Machine Live: Oy Vey, Baby» που απέτυχε εμπορικά, τα μέλη της μπάντας αποξενώθηκαν και ο Bowie εξακολουθώντας να συνεργάζεται με τον Gabrels, επέστρεψε στην σόλο καριέρα του.
Την ίδια χρονιά θα πρωταγωνιστήσει μαζί με την Rosanna Arquette στη new wave κωμωδία του Richard Shepard, «The Linguini Incident». Ο Bowie ως Βρετανός μπάρμαν που βοηθά την Arquette να ληστέψουν το εστιατόριο στο οποίο εκείνη εργάζεται, είναι κομψός και γοητευτικός όπως πάντα αλλά και απρόσμενα αστείος. Για μια ακόμη φορά έχεις την εντύπωση πως πίσω από έναν διαφορετικό χαρακτήρα, υποδύεται απλά τον εαυτό του.
Το 1992 θα παντρευτεί την Iman, το supermodel Σομαλικής καταγωγής, την οποία γνώρισε το 1990, μια δεκαετία μετά τον χωρισμό με την πρώτη σύζυγο του. Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Θα εγκατασταθούν στη Νέα Υόρκη. Θα αποκτήσουν μια κόρη, την Alexandria "Lexi" Zahra Jones η οποία θα γεννηθεί το 2000. Λίγο μετά τον γάμο του με την Iman θα υποδυθεί τον μυστήριο πράκτορα του FBI, Phillip Jeffries, στην εξαιρετική ταινία μυστηρίου «Twin Peaks: Fire Walk with Me» του μεγάλου David Lynch, ένας από τους πολλούς «παράξενους» ρόλους σε αυτή την ταινία.
Στις 20 Απριλίου 1992, ο Bowie εμφανίστηκε στο The Freddie Mercury Tribute Concert, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του αξεπέραστου frontman των Queen. Τραγούδησε τα «Heroes» και «All the Young Dudes» και στο «Under Pressure» που είχε κάνει ντουέτο με τον Freddie Mercury, την θέση του Mercury πήρε η Annie Lennox. Συγκινητικό στιγμιότυπο από αυτή την εμφάνιση ήταν η στιγμή που ο Bowie γονάτισε στην σκηνή και απήγγειλε μια προσευχή στο κοινό του σταδίου του Wembley.
Την ίδια χρονιά θα ξεκινήσει και η «Ηλεκτρονική Περίοδος» του.
Το 1993 θα κυκλοφορήσει το «Black Tie White Noise» ένα album εμπνευσμένο από τον γάμο του με την Iman και με επιρροές soul, jazz και hip-hop. Σε αυτό το album έπαιξε και ο παλιός του κιθαρίστας από την εποχή του Ziggy Stardust, Mick Ronson, ο οποίος πέθανε από καρκίνο λίγους μήνες μετά. Το «Black Tie White Noise» σημείωσε μεγάλη επιτυχία και θεωρήθηκε ως η αρχή μιας καλλιτεχνικής αναγέννησης για τον Bowie. Ανέβηκε στην πρώτη θέση στα Αγγλικά charts και ήταν το τελευταίο του νούμερο 1 μέχρι το 2013. Το «Jump They Say» ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία του album και το video με τον καλοντυμένο και ώριμο Bowie θα δημιουργήσει μια νέα πιο συντηρητική εικόνα.
Λίγο μετά θα κυκλοφορήσει και το «The Buddha of Suburbia» ένα soundtrack που έγραψε ο Bowie για την ομότιτλη τηλεοπτική σειρά του BBC2. Αν και έχει κατηγοριοποιηθεί ως soundtrack, μόνο το ομώνυμο κομμάτι χρησιμοποιήθηκε στην σειρά. Το «The Buddha of Suburbia» κατευθυνόταν περισσότερο στην alternative rock, είχε 2 ambient ορχηστρικά κομμάτια που θύμιζαν την συνεργασία του Bowie με τον Eno την δεκαετία του ’70, ενώ γινόταν και έντονη χρήση ηλεκτρονικών πλήκτρων και σαξοφώνου, παιγμένα κυρίως από τον Bowie. Στο ομότιτλο μάλιστα τραγούδι, κιθάρα έπαιξε ο Lenny Kravitz.
Το «Outside» κυκλοφόρησε το 1995 και ήταν η επανένωση του Bowie με τον Brian Eno. Ο ήχος του ήταν industrial και πειραματικός και η γενική ιδέα του θεματική. Με υπότιτλο «the Ritual Art-Murder of Baby Grace Blue: A non-linear Gothic Drama Hyper-Cycle», το «Outside» επικεντρώνεται στους χαρακτήρες ενός δυστοπικού κόσμου στις παραμονές του 21ου αιώνα και είναι βασισμένο στο διήγημα «the Diary of Nathan Adler» του David Bowie.
Στο διήγημα περιγράφεται μια δυστοπική εκδοχή του 1999 στην οποία η κυβέρνηση μέσω της Επιτροπής των τεχνών έχει δημιουργήσει μια νέα υπηρεσία που ερευνά το φαινόμενο της Τέχνης του Εγκλήματος. Σε αυτό το μέλλον, η δολοφονία και ο ακρωτηριασμός των σωμάτων, είχε γίνει μια νέα underground τρέλα τέχνης. Ο βασικός χαρακτήρας Nathan Adler, έχει προσληφθεί για να ερευνήσει τι απ’ όλα αυτά είναι νομικά αποδεκτό ως τέχνη και τι ως «σκουπίδια». Το «Outside» είναι γεμάτο με αναφορές στους χαρακτήρες και τις ζωές τους καθώς ο Nathan Adler διερευνά περίπλοκα γεγονότα που οδηγούν στην δολοφονία ενός 14χρονου κοριτσιού.
Οι μεγαλύτερες επιτυχίες του album ήταν τα singles «The Hearts Filthy Lesson», «Strangers When We Meet» και το «Hallo Spaceboy» (ιδιαίτερα στο remix των Pet Shop Boys).
Ο David Bowie μπήκε στο Rock and Roll Hall of Fame τον Ιανουάριο του 1996.
Τον Ιανουάριο του 1997 ο Bowie γιόρτασε μισό αιώνα ζωής με μια μεγαλειώδη συναυλία στην Madison Square Garden της Νέας Υόρκης, στην οποία κλήθηκε να τραγουδήσει τα τραγούδια του και αυτά των καλεσμένων του, μέσα στους οποίους ήταν οι Lou Reed, ο Dave Grohl και οι Foo Fighters, ο Robert Smith των Cure, ο Billy Corgan των Smashing Pumpkins, ο Frank Black των Pixies και οι Sonic Youth.
Λίγο αργότερα θα κυκλοφορήσει το «Earthling» με ηλεκτρονικές επιρροές και εμπνευσμένο από την industrial και drum and bass κουλτούρα της δεκαετίας του 1990. Ήταν επίσης το πρώτο album σε δική του παραγωγή μετά το «Diamond Dogs» του 1974. Λίγο μετά την κυκλοφορία του album, ο Bowie έλαβε ένα αστέρι στο Hollywood Walk of Fame. Μεγαλύτερη επιτυχία ήταν το «I'm Afraid of Americans» που ακούστηκε πρώτη φορά το 1995 στην ταινία «Showgirls» και στη συνέχεια διαμορφώθηκε για να συμπεριληφθεί στο «Earthling» και να γίνει ένα καταπληκτικό video clip.
Την ίδια χρονιά θα υποδυθεί μοναδικά τον Andy Warhol στην ταινία «Basquiat».
Το 1997 ο Bowie θα φέρει στην πρώτη θέση των UK charts το «Perfect Day» του Lou Reed (το αρχικό του 1972 ήταν σε παραγωγή David Bowie και Mick Ronson οι οποίοι είχαν παίξει πλήκτρα και πιάνο αντίστοιχα) τραγουδώντας το στον έρανο του BBC «Children in Need». Την επόμενη χρονιά θα ξαναβρεθεί με τον Tony Visconti για να ηχογραφήσουν το «(Safe in This) Sky Life» για την ταινία animation «The Rugrats Movie», όμως το κομμάτι δεν θα συμπεριληφθεί τελικά στο soundtrack της ταινίας (αργότερα θα ηχογραφηθεί από την αρχή ως το εκπληκτικό «Safe» στο b-side του single «Everyone Says 'Hi» του 2002).
Τα ομόλογα Bowie
Ο David Bowie ήταν ένας από τους λίγους καλλιτέχνες που εκείνη τη χρονική στιγμή κατείχε όλα τα πνευματικά δικαιώματα της μουσικής του και ήταν και ο πρώτος που τόλμησε μια κίνηση η οποία του εξασφάλισε μία θέση στην ιστορία των επιχειρήσεων.
Ήταν το 1997 όταν επινοήθηκε ο όρος «Bowie Bonds» (ομόλογα Μπάουι) από τον τραπεζίτη επενδύσεων Ντέιβιντ Πούλμαν. Ήταν εκείνος που κατήρτισε το σχέδιο έκδοσης ομολογιακού δανείου το οποίο επέτρεπε σε διάσημους καλλιτέχνες να κερδίζουν χρήματα προκαταβολικά από την τιτλοποίηση των εσόδων από τα πνευματικά δικαιώματα των έργων τους, αντί να περιμένουν χρόνια για την πληρωμή τους. Σε αντάλλαγμα, οι επενδυτές έλαβαν συμμετοχή στα δικαιώματα της μουσικής του για τα επόμενα δέκα χρόνια, συν ένα σταθερό επιτόκιο 7,9%. Σύντομα παρόμοια ομόλογα εκδόθηκαν και από άλλους καλλιτέχνες, όπως ο James Brown, ο Rod Stewart και οι Iron Maiden.
Αυτού του είδους τα ομόλογα θεωρήθηκαν πρωτοποριακά καθώς συνδέθηκαν και με τη μουσική που είχε κυκλοφορήσει από τον Bowie ακόμη και πριν τη δεκαετία του ’80. Το γεγονός πως η μουσική του ήταν περιζήτητη και έσπαγε κάθε ρεκόρ πωλήσεων προσέλκυσε τους επενδυτές και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο Bowie να αποκομίσει 55 εκατομμύρια δολάρια (81 εκατομμύρια δολάρια σήμερα) μέσω των ομολόγων.
Παρόλα αυτά, τα «ομόλογα Μπάουι» είχαν βραχύβια επιτυχία. Το 2004, όταν οι πωλήσεις CD χτυπήθηκαν ανεπανόρθωτα από τις νόμιμες και παράνομες online υπηρεσίες μουσικής, οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης κατέταξαν τα εν λόγω ομόλογα στην κατηγορία «σκουπίδια» και καταστάθηκαν επικίνδυνα προς επένδυση (πηγή: Wikipedia).
Το 1998 θα συμπρωταγωνιστήσει με τους Leonardo Pieraccioni και Harvey Keitel στο Ιταλικό γουέστερν «Gunslinger's Revenge» του Giovanni Veronesi, υποδυόμενος τον Jack Sikora, έναν δολοφόνο και είναι πραγματικά απολαυστικός. Ίσως ο πιο «τυπάς» πιστολάς που εμφανίστηκε ποτέ στην Άγρια Δύση!
Η επανένωση με τον Visconti οδήγησε και σε άλλες συνεργασίες με πιο αξιοσημείωτη την limited-edition του «Without You I'm Nothing» (1999) των Placebo σε συμπαραγωγή του Visconti, με την ανατριχιαστική ερμηνεία του Bowie να προστίθεται στην αρχική ηχογράφηση.
Η εποχή που ακολουθεί ονομάστηκε η Νεοκλασική εποχή του Bowie…
Το 1999 θα κυκλοφορήσει ένα πολύ καλό adventure pc game το «Omikron: The Nomad Soul» και ο David Bowie θα υπογράψει το soundtrack του (μάλιστα εμφανίζεται μαζί με την Iman ως διάφοροι χαρακτήρες στο παιχνίδι). Την ίδια χρονιά θα κυκλοφορήσει και το album «Hours...» το οποίο περιλάμβανε το τραγούδι «What's Really Happening?» του οποίου τους στίχους είχε γράψει ο Alex Grant, ο νικητής του ιντερνετικού διαγωνισμού «Cyber Song Contest» που είχε διοργανώσει ο Bowie στο προσωπικό του site (το κομμάτι υπήρχε ως ορχηστρικό και ο Bowie ζητούσε από τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό να γράψουν τους στίχους). Το «Hours…» ήταν το πρώτο ολοκληρωμένο album μεγάλου καλλιτέχνη που ήταν διαθέσιμο για κατέβασμα από το διαδίκτυο 2 εβδομάδες πριν από την επίσημη κυκλοφορία του.
Είναι η εποχή που ο Bowie μεγαλώνει και τα τραγούδια του αποκτούν έναν πιο προσωπικό χαρακτήρα με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, βιώματα και εκμυστηρεύσεις. Στο «Hours...» έχουμε εκτεταμένη χρήση live οργάνων που οδηγούν και την έξοδο του Bowie από την industrial/electronica και μιλά για έναν άνθρωπο ο οποίος κοιτάζει πίσω την ζωή του. Μας συστήθηκε με το single «Thursday's Child» όπου το «πικρό» video clip του συζητήθηκε πολύ. Ένας ώριμος David Bowie πάντα γοητευτικός και με μακριά μαλλιά, κοιτάζει το είδωλο του στον καθρέπτη αναπολώντας την ζωή του και όσα έχει κάνει, όταν παρατηρεί ξαφνικά πως ο άνδρας στον καθρέπτη είναι ο νεότερος εαυτός του. Ποια είναι όμως η γυναίκα στον καθρέπτη; Θα μπορούσε να είναι η νεότερη εκδοχή της γυναίκας του η ίσως ένα κορίτσι που κάποτε αγάπησε αλλά το έχασε. Μερικές φορές, όταν ένας άνθρωπος κοιτάζει στον καθρέφτη ... βλέπει αυτό που θέλει να δει…
«All of my life I've tried so hard, Doing my best with what I had
Nothing much happened all the same
Something about me stood apart, A whisper of hope that seemed to fail
Maybe I'm born right out of my time, Breaking my life in two…»
Και η ιδιοφυία του Bowie συνεχίζεται και με το video clip του «The Pretty Things Are Going to Hell». Το τραγούδι είναι εμπνευσμένο από το «Your Pretty Face Is Going to Hell» των Stooges από το album «Raw Power» (1973) που την παραγωγή είχε κάνει ο Bowie και ακούστηκε πρώτη φορά στο soundtrack της ταινίας «Stigmata» (1999). Το video υπάρχει αλλά δεν κυκλοφόρησε ποτέ (!) – κανείς δεν έμαθε το γιατί – και δείχνει τον Bowie να έρχεται αντιμέτωπος με 4 χαρακτήρες από το παρελθόν του (τον The Man Who Sold the World, τον Ziggy Stardust, τον Thin White Duke και τον Pierrot) που απεικονίζονται ως μαριονέτες.
«What is eternal? What is damned?
What is clay and what is sand?
Who to diss? Who to trust?
Who to listen to? Who to suss?»
Το 1999 θα πρωταγωνιστήσει στην ανεξάρτητη Αγγλική ταινία «Everybody Loves Sunshine» του Andrew Goth, μαζί με τον Goldie και την Rachel Shelley, όπου θα υποδυθεί τον γερασμένο γκάνγκστερ Μπέρνι και θα εμφανιστεί στην τηλεοπτική σειρά τρόμου «the Hunger» που ήταν βασισμένη στην ταινία του 1983.
Το 2000 θα πρωταγωνιστήσει στην δραματική οικογενειακή ταινία φαντασίας «Mr. Rice's Secret» που θα διχάσει κριτικούς και θεατές ως προς την ποιότητα της (ως συνήθως) και ο Bowie ως Mr. Rice είναι εκπληκτικός και συγκινητικά συναισθηματικός. Το 2001 θα κάνει και μια guest εμφάνιση στο θεότρελο «Zoolander» (ανάμεσα στις δεκάδες guest εμφανίσεις που έχει αυτή η ταινία) υποδυόμενος… τι άλλο; Τον εαυτό του!
Το «Toy» ήταν ένα album που περιλάμβανε νέες εκδόσεις σε μερικά από τα πρώτα τραγούδια του (συν τρία καινούργια) και ήταν να εκδοθεί το 2001, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ! Το 2011 το album διέρρευσε στο διαδίκτυο, αλλά το «Toy» δεν θεωρείται επίσημη κυκλοφορία. Οι συναντήσεις, οι ηχογραφήσεις και οι πρόβες του «Toy» οδήγησαν στο «Heathen» που κυκλοφόρησε το 2002. Παρά το γεγονός ότι η παραγωγή του ξεκίνησε πριν από επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, το album ολοκληρώθηκε μετά από εκείνα τα γεγονότα και θεωρήθηκε από πολλούς πως το επηρέασαν. Μάλιστα υπονοήθηκε πως γι’ αυτό δεν κυκλοφόρησε το «Toy» ώστε να παρουσιάσει ο Bowie ένα album που να σχετίζεται με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Έγινε μάλιστα μεγάλη επιτυχία στην Αμερική.
Αν και τα περισσότερα τραγούδια του «Heathen» επικεντρώνονται στην υποβάθμιση της ανθρωπότητας και του κόσμου γενικότερα, κάτι που έκανε τους κριτικούς να το σχετίζουν με τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, ο Bowie αρνήθηκε ότι έγραψε κάποιο τραγούδι μετά τα γεγονότα, αν και παραδέχεται ότι τα τραγούδια έχουν να κάνουν με το γενικό αίσθημα του άγχους που ο ίδιος είχε στην Αμερική για αρκετά χρόνια.
Εκτός από το εξαιρετικό εξώφυλλο του, το album είχε και εξαιρετικότατες συμμετοχές που εντυπωσιάζουν. Περιείχε guest εμφανίσεις από τον κιθαρίστα των Who, Pete Townshend (που είχε συνεργαστεί και παλιότερα με τον Bowie), τον Dave Grohl των Foo Fighters, τον Jordan Rudess, πληκτρά των Dream Theater, την πιανίστρια και τραγουδίστρια Kristeen Young και τον Tony Levin, μπασίστα των King Crimson.
Το «Heathen» ήταν ένα πολύ καλό και ολοκληρωμένο album σε μια εποχή που η δισκογραφία είχε αρχίσει να «παρακμάζει». Αν και περιείχε αρκετές διασκευές, αξιοσημείωτη είναι αυτή στο «I Took a Trip on a Gemini Spacecraft» του Norman Carl Odam και στο «I've Been Waiting for You» του Neil Young, όπου ο Bowie σε ηλικία 55 ετών αποδεικνύει τις μοναδικές φωνητικές του αρετές.
Η εμμονή του κόσμου (κυρίως των δημοσιογράφων στην Αμερική) για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις δεν έλεγε να κοπάσει ακόμα και τότε, έτσι το 2002 σε ερώτηση του περιοδικού Blender, αν πιστεύει ακόμα πως η δημόσια δήλωση που είχε κάνει ως «Δούκας» για την αμφιφυλοφιλία του, είναι το μεγαλύτερο λάθος του, απάντησε:
«Ενδιαφέρον… Δε νομίζω ότι ήταν τόσο λάθος όσον αφορά την Ευρώπη, αλλά ήταν σαφώς πιο δύσκολο στην Αμερική. Δεν είχα κανέναν πρόβλημα που οι άνθρωποι πίστευαν πως είμαι bisexual. Αλλά δεν είχα καμία διάθεση ούτε να κρατώ κάποιο πανό ούτε να αντιπροσωπεύω κάποια ομάδα ανθρώπων. Ήξερα πολύ καλά τι ήθελα να είμαι, συνθέτης και ερμηνευτής, αλλά ένιωσα πως η αμφιφυλοφιλία μου φορέθηκε σαν τίτλος για πολύ καιρό. Η Αμερική είναι μια πολύ πουριτανική χώρα και νομίζω ότι στάθηκε εμπόδιο σε όσα ήθελα να κάνω…»
Το 2003 κυκλοφορεί το «Reality» το 23ο studio album του και ένα από τα πιο προσωπικά του, σε παραγωγή δική του και του Visconti. Η «πραγματικότητα» του Bowie αποτυπώνεται μοναδικά στο εξαιρετικό καρτουνίστικο εξώφυλλο του και στα βιωματικά τραγούδια του album. Ο Bowie λέει για το «Reality»:
«Έχω την αίσθηση ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών, η πραγματικότητα έχει γίνει μια αφηρημένη έννοια για πολλούς ανθρώπους. Πράγματα που θεωρούσαν ως αλήθειες φαίνεται πως έχουν εξαφανιστεί, και είναι σχεδόν σαν να σκεφτόμαστε μετα-φιλοσοφικά τώρα. Δεν υπάρχει τίποτα στο οποίο να μπορείς να στηριχτείς. Καμία γνώση, μόνο ερμηνεία των γεγονότων που μας κατακλύζουν σε καθημερινή βάση. Έχουμε εγκαταλείψει την γνώση και υπάρχει μια αίσθηση ότι πλέουμε στη θάλασσα…»
Οι πολιτικές του απόψεις και ο τρόπος διεξόδου αποτυπώνονται εύστοχα στο πρώτο single του album, το «New Killer Star», στην διασκευή του «Pablo Picasso» των the Modern Lovers, στο «Looking For Water»… Είναι όμως τα πιο προσωπικά τραγούδια που κάνουν αίσθηση, που νιώθεις πως ο Bowie εξομολογείται.
Στο «Never Get Old» τραγουδά στον εαυτό του:
« And I'm running down the street of life
And I'm never gonna let you die
And I'm never ever gonna get old…»
Στο «The Loneliest Guy» εκμυστηρεύεται:
«All the pages that have turned, All the errors left unlearned
Well I'm the luckiest guy, Not the loneliest guy in the world
Not me…»
Στο «Reality» αποκαλύπτει:
«Hey, now my sight is failing in this twilight
Now my death is more than just a sad song…»
Υπάρχει και το «Days» ένα από τα καλύτερα (κατά την άποψη μου) τραγούδια του, μια σαγηνευτική παραδοχή της αλήθειας, της αγάπης, των λαθών, του χρόνου που περνά επικίνδυνα πιέζοντας για εκμυστηρεύσεις. Το που απευθύνεται είναι ένα ακόμα μυστήριο. Στην γυναίκα του; Σε μια παλιά αγάπη; Σε έναν φίλο; Στην ζωή; Σε όλα αυτά μαζί; Δεν έχει σημασία. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να εκφράσεις ευγνωμοσύνη και αγάπη, από το «Days»:
«Hold me tight keep me cool, Going mad don't know what to do
Do I need a friend? Well, I need one now
All the days of my life
All the days I owe you
All I've done I've done for me, All you gave you gave for free
I gave nothing in return and there's little left of me
All the days of my life
All the days I owe you
In red-eyed pain I'm knocking on your door again
My crazy brain in tangles pleading for your gentle voice
Those storms keep pounding through my head and heart
I pray you'll soothe my sorry soul
All the days of my life
All the days I owe you…»
Κατά την διάρκεια της A Reality Tour το 2004, καθώς εμφανιζόταν στο Hurricane Festival στο Scheeßel της Γερμανίας, αισθάνθηκε πόνους στο στήθος. Ο πόνος διαγνώστηκε αργότερα ως έντονο μπλοκάρισμα της στεφανιαίας αρτηρίας και απαιτούσε επείγουσα αγγειοπλαστική. Η περιοδεία του αναβλήθηκε. Μοναδική εξαίρεση ήταν μια συναυλία υποστήριξης στο New York Tibet House. Λόγω του ενδιαφέροντος του για τον βουδισμό, στήριξε τον Θιβετιανό αγώνα.
Στα χρόνια που ακολούθησαν την αποθεραπεία του από την καρδιακή προσβολή, ο Bowie μείωσε αρκετά τις live εμφανίσεις. Θα ηχογραφήσει ξανά το «Changes» μαζί με την Butterfly Boucher για το soundtrack του «Shrek 2» και θα γράψει μαζί με τον Brian Transeau το «(She Can) Do That» για το soundtrack του «Stealth». Θα επιστρέψει στην σκηνή το 2005 όπου θα εμφανιστεί μαζί με τους Arcade Fire στο αμερικάνικο τηλεοπτικό γεγονός «Fashion Rocks», ενώ θα συμμετάσχει την ίδια χρονιά μαζί με τον Lou Reed στο album «No Balance Palace» των Δανών Kashmir.
Ο Bowie τιμήθηκε με το βραβείο Grammy Lifetime Achievement το 2006. Αν και είχε δηλώσει πως θα πάρει 1 χρόνο ρεπό χωρίς συναυλίες και ηχογραφήσεις, έκανε μια ξαφνική και εκπληκτική guest εμφάνιση στις 29 Μαΐου το 2006 στην συναυλία του David Gilmour στο Royal Albert Hall του Λονδίνου. Η συναυλία ηχογραφούνταν και μια επιλογή των τραγουδιών στα οποία είχε συμβάλλει στα φωνητικά, εκδόθηκε σε CD λίγο μετά.
Έχοντας κάνεις διάφορες μικρές εμφανίσεις σε τηλεοπτικές σειρές, θα έρθει το 2006 το «The Prestige» η ταινιάρα του Christopher Nolan που είναι βασισμένη στο ακόμα καλύτερο ομότιτλο βιβλίο του Christopher Priest και ο Bowie δίπλα στους Hugh Jackman, Christian Bale, Michael Caine και Scarlett Johansson, θα κληθεί να φέρει εις πέρας έναν μικρό αλλά ιδιαίτερα ξεχωριστό ρόλο, υποδυόμενος τον Nikola Tesla. Ήταν και πάλι μοναδικός. Κανείς ποτέ δεν είχε την απαίτηση να διεκδικήσει κάποιο Oscar ο Bowie για την υποκριτική του ικανότητα, αλλά όπου εμφανίστηκε έκανε πάντα εντύπωση.
Το Νοέμβριο του 2006 θα εμφανιστεί μαζί με την Alicia Keys στο Black Ball, μια φιλανθρωπική εκδήλωση στη Νέα Υόρκη για το Keep A Child Alive, την οργάνωση που βοηθά παιδιά και οικογένειες που πάσχουν από τον ιό HIV. Αυτή η συναυλία σηματοδοτεί την τελευταία φορά που ο David Bowie παρουσίασε τη μουσική του επί σκηνής…
Το 2007 θα δανείσει την υπέροχη φωνή του στα animation films «Arthur and the Invisibles» ως ο αυτοκράτορας Maltazard και «SpongeBob's Atlantis SquarePantis» ως ο Lord Royal Highness και το 2008 θα συνεργαστεί με την Scarlett Johansson στο ντεμπούτο album της «Anywhere I Lay My Head» που περιείχε διασκευές σε τραγούδια του Tom Waits. Την ίδια χρονιά θα παίξει τον Cyrus Ogilvie στην δραματική ταινία «August» του Austin Chick και το 2009 θα υποδυθεί τον εαυτό του στη μουσική ταινία «Bandslam» που μιλά για τα όνειρα ενός νεαρού που θα φτιάξει ένα συγκρότημα με σκοπό να πάρουν μέρος στο μεγαλύτερο γεγονός της χρονιάς, το battle of the bands.
Στις 8 Ιανουαρίου 2013 στα 66α γενέθλια του και μετά από απουσία 10 ετών όπου όλοι νόμιζαν πως είχε αποσυρθεί, θα ανακοινώσει μέσα από την επίσημη ιστοσελίδα του ξαφνιάζοντας μας όλους, το album «The Next Day» το οποίο θα κυκλοφορήσει τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία. Ήταν υποψήφιο για Best Rock Album το 2014 και για MasterCard British Album of the Year στα BRIT Awards. Σύμφωνα με τον Tony Visconti είχαν ηχογραφηθεί σχεδόν 30 τραγούδια όλο αυτό το διάστημα και κάποια από αυτά σκόπευαν να τα παρουσιάσουν σε επόμενο album. Η ηχογράφηση του «The Next Day» κρατήθηκε μυστική, με τους μουσικούς να υπογράφουν συμφωνία μη δημοσιοποίησης και τον Bowie να αλλάζει συχνά studios όταν υπήρχαν φήμες πως η ηχογράφηση θα διέρρεε.
Το εξώφυλλο του album ήταν μια προσαρμοσμένη έκδοση του "Heroes" του 1977, όπου ένα λευκό τετράγωνο με τον τίτλο του album απέκρυπτε το πρόσωπο του Bowie.
Το «Where Are We Now?» ήταν το πρώτο single και video του album, με τους στίχους του τραγουδιού, απλούς και επαναλαμβανόμενους, να μιλούν για έναν ηλικιωμένο άντρα που αναπολεί το παρελθόν και τον χρόνο που πήγε χαμένος. Είναι επίσης μια σύγκριση του Βερολίνου όταν έπεσε το τείχος και του Βερολίνου σήμερα.
Το κομμάτι που άνοιγε το album ήταν το «The Next Day» το οποίο προκάλεσε διαμάχη γιατί σύμφωνα με κάποιους η διακωμώδηση του Χριστιανισμού (καθολικισμού) στο video ήταν άσεμνη. Μάλιστα αφαιρέθηκε αρχικά από το YouTube (στον 21ο αιώνα δε μιλάμε για MTV) για παραβίαση των όρων υπηρεσίας, για να ανέβει ξανά αργότερα με την προειδοποίηση «άνω των 18». Μπορεί να πέρασαν 10 χρόνια από την προηγούμενη κυκλοφορία κάποιου video, αλλα ο David Bowie εξακολουθεί να είναι δημιουργικός και ιδιοφυής:
«First they give you everything that you want
Then they take back everything that you have
They live upon their feet and they die upon their knees
They can work with satan while they dress like the saints
They know god exists for the devil told them so
They scream my name aloud down into the well below…»
Μεγάλη επιτυχία ήταν και το «The Stars (Are Out Tonight)» ένα από τα καλύτερα τραγούδια του album, με ένα εξαιρετικό video που στην ουσία είναι ένα φιλμ μικρού μήκους, σε σκηνοθεσία της Floria Sigismondi (The Runaways) με πρωταγωνιστές τον David Bowie και την Tilda Swinton που υποδύεται την σύζυγο του. Απίστευτο video και ιδιαίτεροι στίχοι με πολλαπλές ερμηνείες και βαθυστόχαστα σουρεαλιστικά μηνύματα, αντάξιο του τεράστιου ταλέντου του. Ποιοι ή τι είναι «τα αστέρια»;
Ιδιαίτερο είναι και το video στο πολύ καλό «Love Is Lost» το οποίο έγραψε και σκηνοθέτησε ο ίδιος ο Bowie και φροντίζει να μας θυμίσει τους «Pierrot» και «The Thin White Duke» και που πάντα μου έδινε την εντύπωση πως είναι σαν ο Bowie να απευθύνεται στον Ziggy Stardust.
«You know so much, it's making you cry
You refuse to talk but you think like mad
You've cut out your soul and the face of thought
Oh, what have you done?»
Αξιοσημείωτα τραγούδια του «The Next Day» ήταν και τα «Valentine's Day» το 4ο single και video του album, «Dancing Out in Space», «(You Will) Set the World On Fire» και «I'd Rather Be High».
Το 2013 επίσης παρουσίασε μια έκθεση με διάφορα και εξαιρετικά καλλιτεχνήματα του (κυρίως πίνακες) στο Victoria and Albert Museum του Λονδίνου, με τίτλο «David Bowie Is» και λίγο αργότερα ξεκίνησε και η τελευταία παγκόσμια περιοδεία του. Την ίδια χρονιά θα κάνει φωνητικά στο «Reflektor» των Arcade Fire. Θα ψηφιστεί επίσης στη δημοσκόπηση του περιοδικού BBC History Magazine, ως πιο καλοντυμένος Βρετανός στην ιστορία της χώρας.
Στις 19 Ιανουαρίου 2014 στην τελετή απονομής των Brit Awards ο David Bowie θα γίνει ο γηραιότερος αποδέκτης βραβείου στην ιστορία του θεσμού. Θα κερδίσει το βραβείο Best British Male, το οποίο θα παραλάβει εκ μέρους του η Kate Moss. Την ίδια χρονιά θα κυκλοφορήσει και η προτελευταία του συλλογή το «Nothing Has Changed» (κυκλοφόρησε συνολικά σχεδόν 50 compilation albums με τελευταίο το «Five Years (1969–1973)» ένα box set με τα albums του από το 1969 μέχρι το 1973 συν 2 lives) η οποία αποτελούνταν από 3 CDs και διπλό βυνίλιο. Ήταν η πρώτη συλλογή που επιχείρησε να συμπεριλάβει ολόκληρη τη μουσική του καριέρα και περιείχε ακυκλοφόρητο υλικό, τραγούδια από το «Toy» που δεν κυκλοφόρησε ποτέ επίσημα και μια νέα σύνθεση, το εξαιρετικό «Sue (Or in a Season of Crime)» που διαθέτει ένα εξίσου εξαιρετικό video. Ο Bowie εξακολουθεί να δίνει μεγάλη βάση στα videos ακόμα και το 2014 (αλλά και στη συνέχεια) και αυτό είναι μια ακόμα απόδειξη της δημιουργικότατης φύσης του που ποτέ δεν τον εγκατέλειψε. Το τραγούδι ενορχηστρώνεται υπέροχα με την ορχήστρα της Maria Schneider, ενώ στους στίχους του διακρίνονται νύξεις στον «Πιερότο» και ξανά εκείνη η αίσθηση του ανεκπλήρωτου έρωτα ή της χαμένης αγάπης. Το τραγούδι θα συμπεριληφθεί και στο τελευταίο album του Bowie, «Blackstar».
«Sue, I never dreamed, I’m such a fool
Right from the start, You went with that clown…»
Το «Nothing Has Changed» θα κυκλοφορήσει με 3 εναλλακτικά εξώφυλλα που εντυπώνουν την πεποίθηση πως τίποτα δεν έχει αλλάξει. Στην έκδοση του τριπλού CD ο ηλικιωμένος Bowie κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη, στην έκδοση του διπλού CD ο Δούκας μπροστά στον καθρέφτη και στο διπλό βινύλιο είναι ο Ziggy μπροστά στον καθρέφτη.
Τον Μάιο η έκθεση «David Bowie is» θα μεταφερθεί στο Αυστραλιανό Κέντρο Κινούμενης Εικόνας στη Μελβούρνη και τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς θα γράψει το τραγούδι «Blackstar» για την τηλεοπτική σειρά «The Last Panthers», τραγούδι που θα συμπεριλάβει και στο ομότιτλο τελευταίο του album.
Το «Blackstar» κυκλοφόρησε στις 8 Ιανουαρίου του 2016, στα 69α γενέθλια του David Bowie, 2 ημέρες πριν το στερνό του αντίο. Το album έχει γνωρίσει τεράστια παγκόσμια επιτυχία και βρίσκεται στην πρώτη θέση σε πολλές χώρες. Έγινε επίσης το πρώτο του album που σκαρφάλωσε στην πρώτη θέση του Billboard 200 στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο φίλος και παραγωγός του Bowie, Tony Visconti, αποκάλυψε ότι ο Bowie σχεδίασε το «Blackstar» ως το κύκνειο άσμα του και ως ένα «αποχαιρετιστήριο δώρο» για τους οπαδούς του. Ο κόσμος και οι δημοσιογράφοι διαπίστωσαν πως τα περισσότερα τραγούδια του «Blackstar» φαίνεται πως περιστρέφονται γύρω από τον επικείμενο θάνατο του και πως το album αποκαλύπτει έναν άνθρωπο που δείχνει να παλεύει με την θνητότητα του.
Ο Visconti δήλωσε αργότερα πως ο Bowie σχεδίαζε και ένα μετά-Blackstar album έχοντας μάλιστα ηχογραφήσει και demos 5 τραγουδιών τις τελευταίες εβδομάδες του, πιστεύοντας πως είχε ακόμα μερικούς μήνες ζωής. Πόσο απίστευτο είναι αυτό; Ο David Bowie ηχογράφησε ένα ολόκληρο album γνωρίζοντας πως πεθαίνει και συνέχισε να δημιουργεί και να σχεδιάζει τα επόμενα βήματα του. Δεν πτοήθηκε, δεν παραιτήθηκε, θέλησε μόνο να συνεχίσει να δημιουργεί ακόμα και στον ελάχιστο χρόνο που του είχε απομείνει.
Όλα τα τραγούδια του «Blackstar» είναι εξαιρετικά και παράξενα, αποκτώντας πλέον μια ξεχωριστή σημασία. Ξεχωρίζω το ομότιτλο, με το ιδιαίτερο 10λεπτο video που σκηνοθέτησε ο Johan Renck (ο σκηνοθέτης της σειράς The Last Panthers για την οποία γράφτηκε αρχικά το τραγούδι). Απεικονίζει μια γυναίκα με ουρά, που ανακαλύπτει ένα νεκρό αστροναύτη και θα πάρει το διακοσμημένο με κοσμήματα κρανίο του σε μια αρχαία και απόκοσμη πόλη, όπου κάποιες γυναίκες θα τελέσουν γύρω του μια παράξενη τελετή. Στο video ο Bowie απεικονίζει 3 διαφορετικούς χαρακτήρες: τον εσωστρεφή και βασανισμένο άντρα, τον τυφλό από τον επίδεσμο που είναι τυλιγμένος γύρω από το πρόσωπο του και με 2 κουμπιά στην θέση των ματιών (αυτή η εικόνα που μας έχει στοιχειώσει και χρησιμοποίησε και στο video του «Lazarus»), τον «επιδεικτικό απατεώνα» στη μέση κάπου του video και τον «ιερέα» που κρατά το βιβλίο με το ανάγλυφο blackstar. Ο σαξοφωνίστας του κομματιού, Donny McCaslin, δήλωσε πως ο Bowie του είχε πει πως η σκηνή με το μοναχικό κερί (solitary candle) είναι μια αναφορά στον ISIS, αλλά η εκπρόσωπος τύπου του Bowie δήλωσε αργότερα πως το τραγούδι δεν έχει καμία σχέση με την κρίση στη Μέση Ανατολή. Δεν έχει; Πολλές φορές ο Bowie έπαιρνε αυτά που δεν ήταν ορατά στους στίχους των τραγουδιών και τα παρουσίαζε στα videos του. Παντού ιδιαίτερα νοήματα, συμβολισμοί και αναφορές. Η χορεύτρια για παράδειγμα, στην σοφίτα, εκτελεί μια χαρακτηριστική σκηνή από το video του «Fashion». Οι στίχοι του τραγουδιού είναι επίσης χαρακτηριστικοί και συμβολικοί:
«How many times does an angel fall?
How many people lie instead of talking tall?
He trod on sacred ground, he cried loud into the crowd:
I’m a blackstar, I’m a blackstar, I’m not a gangster…»
Ιδιαίτερα είναι επίσης το «Tis a Pity She Was a Whore» το οποίο δε μπορώ να καταλάβω σε τι αναφέρεται. Ο Bowie είχε περιγράψει το τραγούδι κάπως έτσι: «Αν οι Βορτισιστές (Βορτισισμός: ένα από τα σημαντικότερα οργανωμένα ρεύματα αφηρημένης τέχνης) έγραφαν rock μουσική, κάπως έτσι θα ακουγόταν», το «Girl Loves Me» (Where the fuck did Monday go?), και το «I Can't Give Everything Away» που είναι ένας εξαιρετικός τρόπος να κλείσει αυτό το album και ίσως μια πικρή εκμυστήρευση του Bowie ότι δεν ήθελε να φύγει. Ποιος το θέλει άλλωστε;
«Seeing more and feeling less, Saying no but meaning yes
This is all I ever meant, That's the message that I sent…»
Το «Lazarus» είναι το τελευταίο single που κυκλοφόρησε ο Bowie και κυκλοφόρησε στις 17 Δεκεμβρίου 2015, προκαλώντας μας ανησυχητική απορία με την θεματολογία του, καθώς δεν γνωρίζαμε την κατάσταση της υγείας του. Θεωρείται ως ο «επιτάφιος» του, ο δημιουργικός τρόπος με τον οποίο επέλεξε να σχολιάσει τον επικείμενο θάνατο του. Στο video, σκηνοθετημένο και αυτό από τον Johan Renck, ο Bowie εμφανίζεται με έναν επίδεσμο στο πρόσωπο και κουμπιά ραμμένα πάνω από τα μάτια του, όπως στο video του «Blackstar», ξαπλωμένος και τρομοκρατημένος σε μια επιθανάτια κλίνη να τραγουδά:
«Look up here, I’m in heaven… I’ve got scars that can’t be seen
I’ve got drama, can’t be stolen… Everybody knows me now…
Look up here, man, I’m in danger. I’ve got nothing left to lose,
I’m so high it makes my brain whirl…Dropped my cell phone down below…
Ain’t that just like me…»
Μια απόκοσμη μορφή βρίσκεται κάτω από το κρεβάτι του και απλώνει το παγωμένο χέρι της να τον αγγίξει. Παράλληλα ένας Bowie που φοράει την γνωστή ενδυμασία με τις διαγώνιες ρίγες (την φορούσε στο οπισθόφυλλο του album «Station to Station» όπου απεικονίζεται καθισμένος στο πάτωμα να σχεδιάζει το καμπαλιστικό σύμβολο του «Δέντρου της Ζωής») χορεύει, σκέφτεται και γράφει (ίσως συμβολίζει την απελπισμένη αγωνία του να προλάβει να δημιουργήσει). Στο τέλος, τρομαγμένος καταφεύγει σε μια σκοτεινή ντουλάπα. Πολλοί συμβολισμοί σε ένα video και ένα τραγούδι που συγκλονίζει για τον ιδιοφυή δημιουργικό τρόπο που ο Bowie επιλέγει να υποδεχθεί το μοιραίο. Μην ξεχνάς πως δεν έγινε ποτέ κάποια ανακοίνωση, ποτέ δεν διέρρευσε κάτι για ότι ερχόταν. Ο τρόπος που ο Bowie επέλεξε να γνωστοποιήσει τον επικείμενο θάνατο του και να αποχαιρετήσει τους θαυμαστές του, ήταν αυτό το album και το «Lazarus»…
«By the time I got to New York, I was living like a king
Then I used up all my money… I was looking for your ass…
This way or no way… You know, I’ll be free… Just like that bluebird…
Now ain’t that just like me…»
Το «Lazarus» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 2015 ως ο τίτλος ενός musical σε μουσική David Bowie και σε σενάριο του ίδιου και της θεατρικής συγγραφέως Enda Walsh. Η παράσταση ήταν ένα sequel στη νουβέλα «The Man Who Fell to Earth» του Walter Tevis, στης οποίας την κινηματογραφική μεταφορά είχε πρωταγωνιστήσει το 1976 ο Bowie. Η τελευταία δημόσια εμφάνιση του Bowie ήταν στην πρεμιέρα αυτής της παράστασης.
Το εξώφυλλο του «Blackstar» σχεδιάστηκε από τον Jonathan Barnbrook που συνεργάστηκε 3 φορές με τον Bowie, παρουσιάζει ένα μεγάλο μαύρο αστέρι σε ένα απλό λευκό φόντο, με 6 τμήματα αστεριού στο κάτω μέρος να σχηματίζουν εξαιρετικά το όνομα BOWIE με στυλιζαρισμένα γράμματα. Ακόμα καλύτερο είναι το εξώφυλλο του βινυλίου, που το αστέρι φαίνεται αποσπασματικά σε μαύρο φόντο αποκαλύπτοντας ένα βινύλιο. Έχει την σημασία του και το γεγονός πως το «Blackstar» είναι το μοναδικό album (μαζί με την αμερικάνικη έκδοση του «The Man Who Sold the World» και την αγγλική του «The Buddha of Suburbia») στο οποίο δεν περιέχεται το πρόσωπο του…
Στις 10 Ιανουαρίου 2016 δύο ημέρες μετά τα γενέθλιά του και την κυκλοφορία του «Blackstar», ο David Bowie πέθανε από καρκίνο του ήπατος στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη. Η ασθένεια είχε διαγνωστεί 18 μήνες νωρίτερα, αλλά δεν είχε δημοσιοποιηθεί. Όταν κυκλοφόρησε το τελευταίο του album κανείς δεν γνώριζε τίποτα για την κατάσταση της υγείας του γι’ αυτό και τα τραγούδια έδειχνα τόσο…αλλόκοτα. Κατά την διάρκεια της ασθένειας του, δεν σταμάτησε να δουλεύει και να δημιουργεί.
Η σωρός του αποτεφρώθηκε στη Νέα Υόρκη, σε κλειστή τελετή, έπειτα από επιθυμία του ίδιου. Στην διαθήκη του είχε ορίσει πως δεν επιθυμούσε να παρευρεθούν ούτε συγγενείς ούτε φίλοι, γιατί ήθελε να φύγει χωρίς να «γίνει μεγάλο θέμα», όπως ζούσε και την προσωπική του ζωή, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Ο Toni Visconti έγραψε για τον φίλο και συνεργάτη του:
«Έκανε πάντα αυτό που ήθελε. Και ήθελε να το κάνει με τον δικό του τρόπο και ήθελε να το κάνει με τον καλύτερο τρόπο. Ο θάνατος του δεν έχει καμία διαφορά με την ζωή του – ένα έργο τέχνης. Δημιούργησε το «Blackstar» για εμάς, ήταν το αποχαιρετιστήριο δώρο του. Ήξερα εδώ και ένα χρόνο πως έτσι θα έρχονταν τα πράγματα. Δεν ήμουν όμως προετοιμασμένος. Ήταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος, γεμάτος ζωή και αγάπη. Θα είναι πάντα μαζί μας. Μα προς το παρόν, το πρέπον είναι να θρηνήσουμε…»
Ο ένας και μοναδικός David Bowie κέρδισε το 1969 για το «Space Oddity» το ειδικό βραβείο Ivor Novello που απονέμεται από την British Academy of Songwriters. Για την εμφάνιση του στο «The Man Who Fell to Earth» κέρδισε το Saturn Award for Best Actor. Στις επόμενες δεκαετίες κέρδισε και άλλα πολλά για τη μουσική και τα videos του, κερδίζοντας μέσα σε όλα δυο Grammy Awards και τρία Brit Awards (δυο φόρες για Best British Male Artist και το 1996 το βραβείο για την εξαιρετική προσφορά του στη μουσική).
Το 1999 τιμήθηκε ως Commander του Ordre des Arts et des Lettres (τάγμα των τεχνών και των γραμμάτων) από την Γαλλική κυβέρνηση και την ίδια χρονιά έλαβε ένα τιμητικό διδακτορικό από το Berklee College of Music. Αρνήθηκε την βασιλική τιμή του Commander of the Order of the British Empire (CBE) και απέρριψε τον τίτλο του ιππότη το 2003, δηλώνοντας αργότερα:
«Ποτέ δεν είχα καμία πρόθεση να δεχθώ κάτι τέτοιο. Ειλικρινά, δεν ξέρω σε τι χρησιμεύει. Δεν έχει καμία σχέση με αυτό για το οποίο πέρασα την ζωή μου δουλεύοντας…»
Στην τηλεοπτική δημοσκόπηση του BBC το 2002 για τους 100 μεγαλύτερους Βρετανούς κατατάχθηκε 29ος και το 2004 το περιοδικό Rolling Stone τον κατέταξε 39ο ανάμεσα στους 100 Μεγαλύτερους Rock καλλιτέχνες όλων των εποχών. Εντάχθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame το 1996 και τιμήθηκε ως μέλος του Science Fiction and Fantasy Hall of Fame το 2013. Η αράχνη Heteropoda davidbowie (ένα είδος αραχνών-κυνηγών του γένους Heteropoda) ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του!
Στις 13 Ιανουαρίου 2016, Βέλγοι αστρονόμοι του MIRA Public Observatory σε συνεργασία με τον ραδιοσταθμό Studio Brussels, τίμησαν τον David Bowie με έναν αστερισμό που αποτελείται από 7 αστέρια στην περιοχή του Άρη, που όταν ενωθούν μεταξύ τους σχηματίζουν τον κεραυνό που φαίνεται στο πρόσωπο του Bowie στο εξώφυλλο του «Aladdin Sane»! Το Studio Brussels και ο MIRA δημιούργησαν και την ιστοσελίδα Stardust for Bowie, όπου οι οπαδοί του Bowie μπορούν να προσθέσουν τα αγαπημένα τους τραγούδια σε μια αναπαράσταση του αστερισμού από το Google Sky.
Σε ολόκληρη την καριέρα του ο David Bowie πούλησε πάνω από 140 εκατομμύρια albums! Στο Ηνωμένο Βασίλειο του απονεμήθηκαν 9 πλατινένιοι δίσκοι, 11 χρυσοί και 8 ασημένιοι, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής 5 πλατινένιοι και 7 χρυσοί. Αποκαλείται, όχι άδικα, μια πραγματική καλλιτεχνική ιδιοφυία!
Λείπει ήδη σε τεράστιο βαθμό, από τη μουσική…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....