Διαβάζοντας από εχθές το βράδυ όλες αυτές τις ατελείωτες ειδήσεις για το «στερνό αντίο» του Φίλιππα Συρίγου, έδινα μάχη με τον εαυτό μου για το αν θα έπρεπε να καταθέσω κι εγώ την άποψη μου, καθώς είναι πολλοί αυτοί που φεύγουν τον τελευταίο καιρό μα ούτε προλαβαίνω, ούτε επιχειρώ να τους αποχαιρετήσω. Γιατί λοιπόν να το κάνω για τον Συρίγο; Ίσως γιατί ο πρώτος αγώνας basket που είδα στην ζωή μου, ήταν σε δική του περιγραφή…
Καλοκαίρι 1987… Βρίσκομαι με τους γονείς μου στην Πεντέλη, στο σπίτι του συγχωρεμένου του θείου μου. Δεν μπορώ να κατανοήσω την έξαψη και τον ενθουσιασμό τους, αλλά από νωρίς το απόγευμα έχουν ξεκινήσει τις ετοιμασίες. Η τηλεόραση έξω στον κήπο, το φαί έτοιμο και οι μπύρες παγωμένες. Όλος ο κόσμος στην γειτονιά μιλά για το ίδιο θέμα. Δεν δίνω ιδιαίτερη σημασία, είμαι ακόμα πολύ μικρός, όμως με παρασύρει όλος αυτός ο ενθουσιασμός και θέλω να μάθω τι είναι αυτό που συμβαίνει απόψε και απασχολεί τόσο κόσμο. Ο «τελικός του Ευρωμπάσκετ» μου λένε. Ο τελικός του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος καλαθοσφαίρισης!
Το παιχνίδι τότε ήταν πολύ διαφορετικό. Δυο ολόκληρα και κουραστικά ημίχρονα, χωρίς 10λεπτα, γεμάτα ένταση και αμήχανες άμυνες. Η οικογένεια έχει παρασυρθεί από την προσποιητή ηρεμία του Φίλιππα Συρίγου και το πάθος στη φωνή του μεταφέρεται σε ολόκληρη την περιοχή από χιλιάδες τηλεοράσεις. Εκείνη την βραδιά, ολόκληρη η Ελλάδα παρακολουθούσε αυτό το παιχνίδι. Η πρώτη και τελευταία φορά που συνέβη αυτό. Ακόμα και το 2004, στον τελικό του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου που πετύχαμε εκείνο τον τεράστιο άθλο, τα μηχανάκια της AGB δεν μπόρεσαν να καταγράψουν το 100%! Το 1987 όμως, κάθε Έλληνας, κάθε ηλικίας, παρακολούθησε εκείνο το παιχνίδι που τόσο στενά συνδέθηκε στις μνήμες μας με την φωνή του Φίλιππα Συρίγου.
Η Ελλάδα κέρδισε την Σιοβετική Ένωση (τότε) 103-101 και ολόκληρος ο κόσμος παραληρούσε. Ένας τεράστιος άθλος, από μια απίθανη ομάδα! Θυμάμαι να επιστρέφουμε σπίτι και στους δρόμους να επικρατεί ο χαμός! Όλοι ήταν έξω! Όλοι πανηγύριζαν! Η Ελλάδα του μέγιστου Νίκου Γκάλη, του "ατσαλένιου" Παναγιώτη Γιαννάκη, του ψύχραιμου Αργύρη Καμπούρη, του εξαιρετικού Φάνη Χριστοδούλου, του Παναγιώτη «αράχνη» Φασούλα, του Νίκου Σταυρόπουλου, του Μέμου Ιωάννου, του Νίκου Φιλίππου, του Παναγιώτη Καρατζά, του Μιχάλη Ρωμανίδη και του «καθοριστικού» Λιβέρη Ανδρίτσου, υπό την καθοδήγηση του Κώστα Πολίτη, αποτελείωσαν το «Ρωσικό Θωρηκτό» και έθεσαν τις βάσεις για να φτάσει η ελληνική καλαθοσφαίριση εκεί όπου ανήκει τώρα (αν θυμάμαι καλά 4η στην παγκόσμια κατάταξη). Από τότε ορίστηκε (και συμφωνώ απόλυτα) ως η «Επίσημη Αγαπημένη»!
Εγώ όμως ήμουν ακόμη μικρός και όλους αυτούς τους έμαθα πολύ αργότερα. Από εκείνη την απίστευτη βραδιά που τόσο έντονα χαράχθηκε στη μνήμη μου, το μόνο όνομα που συγκράτησα και μου έμεινε αξέχαστο ήταν αυτό του Φίλιππα Συρίγου. Είναι απίστευτο μα θυμάμαι ακόμα κάποιες από τις ατάκες του, και θυμάμαι τις διαφωνίες και τα σχόλια της οικογένειας μου για όσα έλεγε. Α ναι, ο Συρίγος το είχε αυτό. Δημιουργούσε αντιπάθειες και υπέρμαχους υποστηρικτές, γιατί έλεγε τα πράγματα είτε με το όνομα τους, είτε ακριβώς όπως τα αντιλαμβανόταν. Αυτή δηλαδή η αυθεντικότητα που λείπει από την σημερινή δημοσιογραφία.
Ο Φ.Σ, όπως συνήθιζε να υπογράφει τα φαρμακερά του σχόλια, δεν ήταν ένας συνηθισμένος αθλητικός συντάκτης. Είτε ασχολήθηκε με την εφημερίδα, είτε με το ραδιόφωνο, είτε με την τηλεόραση, ήθελε όλα να είναι στην εντέλεια, ήταν πάντα αποφασιστικός, δεν «έγλυφε», έμπαινε πάντα στην ουσία του θέματος, και υπερασπιζόταν την γνώμη του, ως το τέλος. Έβαλε το μπάσκετ στην τηλεόραση, άθλημα με το οποίο συνέδεσε κυρίως, το όνομα του, άθλημα που υπερασπιζόταν από τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Είχε συνεργαστεί με εφημερίδες, τηλεοπτικά κανάλια καθώς και περιοδικά του χώρου, ενώ διακρίθηκε επίσης για την αιχμηρή του γραφή και τα ολοκληρωμένα ρεπορτάζ του.
Ξεκίνησε την καριέρα του στην «Αθλητική Ηχώ», ήταν για πολλά χρόνια διευθυντής του αθλητικού τμήματος της «Ελευθεροτυπίας» και μεγαλούργησε στην ΕΡΤ, όχι μόνο γιατί επέβαλε την μετάδοση ενός αγώνα μπάσκετ κάθε Σάββατο (το μακρινό 1984), αλλά γιατί στις περίφημες εκπομπές κάθε Σαββάτου, τα ρεπορτάζ των συναδέλφων ήταν τελείως διαφορετικά από τα συνηθισμένα. Αργότερα εργάστηκε στο Μega, τον ΑΝΤ1 και, τα τελευταία χρόνια, στη Nova. Το 1988 ηγήθηκε της προσπάθειας για την έκδοση του πιο επιτυχημένου αθλητικού περιοδικού στην Ελλάδα. Το "Τρίποντο" ήταν ένα από τα δημοσιογραφικά "παιδιά" του. Ίσως το "καλύτερο" όλων, καθώς συνδυάστηκε με την έκρηξη του αθλήματος που υπεραγαπούσε και πρόλαβε να το ζήσει στις μεγάλες του δόξες.
Κατά την πλούσια δημοσιογραφική του καριέρα έβγαλε δεκάδες θέματα και όχι μόνο για το μπάσκετ, καθώς ήταν από τις ελάχιστες «φωνές» που είχαν προϊδεάσει για την οικονομική ζημιά που θα προκαλούσαν στη χώρα οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004. Μίλησε ανοιχτά για τις υποθέσεις «ντόπινγκ» κάτι που φάνηκε να ενοχλεί πάρα πολλούς. Επίσης ήταν ο δημοσιογράφος που «τόλμησε» να πει πως στο Ευρωμπάσκετ του 1987 οι πραγματικά καθοριστικοί πόντοι δεν ήταν αυτοί του Αργύρη Καμπούρη στις βολές, αλλά οι πόντοι του Λιβέρη Ανδρίτσου στον ημιτελικό με την Γιουγκοσλαβία, που μας έστειλαν στον τελικό!
Το 2004, λίγες μέρες μετά το πέρας των Ολυμπιακών Αγώνων, δέχθηκε επίθεση με σιδηρογροθιές και μαχαιριές έξω από τα γραφεία του ραδιοφωνικού σταθμού Supersport FM. Δύο άντρες που επέβαιναν σε μοτοσικλέτα και φορούσαν κράνη του επιτέθηκαν, τον χτύπησαν στο κεφάλι και τον μαχαίρωσαν τέσσερις φορές στην πλάτη, τραυματίζοντας τον σοβαρά. Πολλά «συνωμοσιολογικά» έχουν λεχθεί για αυτή την επίθεση, αλλά ας μην το σχολιάσω καλύτερα. Πάντως, φωνές που είτε ενοχλούν, είτε δεν γίνονται σε όλους αρεστές, συχνά πέφτουν θύματα «περίεργων» επιθέσεων. Ξεπέρασε σχετικά γρήγορα αυτό το θέμα και επέστρψε ξανά στην ενεργό δράση, αποτελώντας πάντα παράδειγμα στους νεότερους δημοσιογράφους.
Ο Φίλιππος Συρίγος έμεινε στις επάλξεις μέχρι τη στιγμή που αισθανόταν πως ήταν ικανός να κρατήσει μικρόφωνο, πλάι στον γιο του Γιώργο Συρίγο, στην τηλεοπτική συχνότητα της NOVA. Δυστυχώς την Κυριακή 14 Οκτωβρίου έφυγε από τη ζωή χάνοντας την μάχη που σκληρά έδωσε με την επάρατη νόσο, με αποτέλεσμα η «φωνή» του ελληνικού μπάσκετ να σιγήσει για πάντα.
Δεν αποτέλεσα ποτέ φανατικός θαυμαστής του, είχα συχνά τις διαφωνίες μου μαζί του, αλλά ως «υγιής» φίλαθλος δεν θα μπορούσα ποτέ να ενοχληθώ από διάφορα αιχμηρά σχόλια του, αν και ήταν ελάχιστα αυτά που αφορούσαν την δική μου ομάδα. Μου είπε όμως αλήθειες, μου άνοιξε σε πολλά θέματα τα μάτια και πάνω απ’ όλα, μου γνώρισε το μπάσκετ. Αυτό το τελευταίο είναι αρκετό για να τον τιμώ και να τον θυμάμαι πάντα.
Αντίο…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....