Από μικρό παιδί αυτή η περίοδος της Μεγάλης Εβδομάδας, ήταν η αγαπημένη μου. Σηματοδοτούσε την έναρξη της Άνοιξης, υπέροχα βράδια ποτισμένα με άρωμα χαμομηλιού, τις μοναδικές ίσως στιγμές που επισκέπτομαι την εκκλησία, την γαλήνη στην ψυχή μου, την προσμονή του καλοκαιριού. Μεγαλώνοντας άρχισα να κατανοώ την ειρωνεία της, να βιώνω την απολυταρχία της, να συλλογιέμαι το νόημα της, να αντιλαμβάνομαι τη μοναδικότητα της, να εκπλήσσομαι με την συμπεριφορά των «πιστών» που ύπουλα δοκιμάζουν ότι εγώ θεωρώ πίστη. Οι μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης καταδιώκονται από την ειρωνεία στην οποία τις καταδικάζουν όσοι πιστά τις ακολουθούν…
Για χιλιοστή φορά θα παρακολουθήσω το αριστούργημα του Φράνκο Τζεφιρέλι, που περιγράφει τα πάθη του Ιησού (με τον εκφραστικότατο ηθοποιό Robert Powell που καταδίκασε την όποια καριέρα του την στιγμή που αποφάσισε να υποδυθεί τον Θεάνθρωπο, γιατί είχε υποδυθεί τον συγκεκριμένο ρόλο τόσο εξαιρετικά ώστε να ταυτιστεί μαζί του στη συνείδηση του κόσμου), σε μια προσπάθεια να νιώσω την κατάνυξη αυτών των ημερών μέσω αυτού του έργου καθώς δεν υπάρχει πια τίποτε άλλο να μου μεταφέρει αυτό το συναίσθημα, ελπίζοντας για μια ακόμη φορά ότι μετά από αυτή την τόσο έντονη εμπειρία θα γίνω καλύτερος άνθρωπος (εναλλακτικά προτείνω και το "The Passion Of The Christ" του Mel Gibson αλλά αυτή η εμπειρία είναι πάρα πολύ σκληρή για να την αντέξουν ακόμη και αυτοί που απέχουν). Ανεξάρτητα με το τι πιστεύω, νιώθω την ανάγκη να βιώσω κάτι αυτές τις ημέρες, απογοητεύομαι όμως που πρέπει να καταφύγω σε «τεχνάσματα» όπως το συγκεκριμένο έργο, για να το βιώσω, κάτι που έγκειται κυρίως σε όλα αυτά που παρατηρώ έκπληκτος να συμβαίνουν γύρω μου. Γιατί, είτε εγώ δεν καταλαβαίνω το νόημα αυτής της εβδομάδας, είτε αυτοί που το πλασάρουν ή το υποστηρίζουν.
Στην εκκλησία μάλλον δεν θα πάω, τουλάχιστον όχι με την ίδια συχνότητα που πήγαινα κάποτε, όμως αυτό δεν θα είναι πρόβλημα γιατί έτσι κι αλλιώς βρίσκομαι συχνότερα απ’ όσο το θέλησα ποτέ σε «ιερό τόπο» έστω κι αν αυτός ο συγκεκριμένος τόπος αποκαλείται η «τελευταία κατοικία» μας. Είναι πολλά τα αγαπημένα πρόσωπα που επιμένω να αρνούμαι να αποχαιρετήσω και επισκέπτομαι συχνά, έτσι με τον έναν η τον άλλο τρόπο διατηρώ μια επαφή με το Θείο, αν και τις περισσότερες φορές αυτή η επαφή εκφράζεται κυρίως ως παράπονο. Η προσμονή της ανάστασης των νεκρών γίνεται όλο και πιο ανυπόφορη μέσα σε έναν χώρο που αποτελεί τον προσωπικό Γολγοθά εκατοντάδων ανθρώπων που κάθε βράδυ ξαπλώνουν αγκαλιά με ένα τεράστιο «Γιατί;», και καμία παρηγοριτική κουβέντα από εκφραστές κάθε ελπίδας, δεν μπορεί να τους παρηγορήσει. Μετά τις τόσες επισκέψεις μου εκεί, μια εικόνα θα μου μείνει πραγματικά αλησμόνητη, γιατί σαν τη θυμάμαι, σκέψεις βασανίζουν το μυαλό μου. Ένας απλός ιερέας, από αυτούς που περνούν απαρατήρητοι χωρίς κανείς να ασχολείται μαζί τους, να στέκεται βουβός μπροστά στον γεμάτο λουλούδια τάφο ενός παιδιού και να ξεσπά σε λυγμούς. Το αιώνιο ερώτημα παραμένει βασανιστικό και αναπάντητο: Άραγε θα ανταμώσουμε ξανά με όσους αγαπούμε μα δεν βρίσκονται πια ανάμεσα μας;
Πάντοτε όταν κοίταζα τα κεριά σε μια εκκλησία (ξέρεις, αυτά που δεν προλαβαίνουν καν να ανάψουν και αμέσως τα μαζεύουν για να τα πουλήσουν ξανά), τα αμέτρητα αυτά κεριά τοποθετημένα προσεχτικά το ένα δίπλα στο άλλο, αναρωτιόμουν πόσα από αυτά είναι ύστατες ευχές, πόσα δηλώνουν πόθο η ελπίδα, και πόσα απλώς ικανοποιούν το αίσθημα της υποχρέωσης, κάτι σαν τις δεκάδες δωρεές αυτών που πιστεύουν πως η θέση στον Παράδεισο κερδίζεται με έναν πολυέλαιο. Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την πίστη εκφράζεται μέσω προσωπικών συμφερόντων και το συναίσθημα ικανοποίησης που αποκομίζει ο δωρητής κοιτάζοντας με καμάρι την ταμπέλα στην δωρεά που αναγράφει το όνομα του. Και γύρω του κάποιοι να ζητούν ελεημοσύνη. Ο «ταπεινός», γνωρίζοντας πως οι περισσότεροι από τους γύρω επαίτες είναι απατεώνες που αν τους ελεήσει θα συμβάλλει στη διαιώνιση του είδους, προτιμά να εξαγοράσει την θέση στον Παράδεισο με έναν πολυέλαιο. Άραγε τι έχει ουσιαστική σημασία; Η πράξη η ποιος είναι ο αποδέκτης αυτής της πράξης;
Όμως το κερί δηλώνει μια ευλαβική μηδαμινότητα, έναν τρόπο να εκφράσεις είτε ευγνωμοσύνη είτε ευχή, και κοιτάζοντας όλα αυτά τα κεριά μαζί, αποκλείοντας κάθε «πονηρή» σκέψη, ένιωθα πάντα δέος απέναντι στην ανάγκη μας για ελπίδα. Έστω κι αν η αυτή η έκφραση της ελπίδας έχει και το ανάλογο χρηματικό αντίτιμο, ανάλογο μάλιστα και με το μέγεθος του κεριού, γιατί ακόμα και στις ευχές το μέγεθος μετράει! Και ο κόσμος να συρρέει κατά εκατοντάδες στους ναούς, γιατί η εκκλησία το Πάσχα είναι σαν την Μύκονο το καλοκαίρι, και η θρησκεία καταδικασμένη να την θυμούνται μονάχα στην ανάγκη, μονάχα στα γεράματα, μονάχα τέτοιες μέρες…
Όμως το κερί δηλώνει μια ευλαβική μηδαμινότητα, έναν τρόπο να εκφράσεις είτε ευγνωμοσύνη είτε ευχή, και κοιτάζοντας όλα αυτά τα κεριά μαζί, αποκλείοντας κάθε «πονηρή» σκέψη, ένιωθα πάντα δέος απέναντι στην ανάγκη μας για ελπίδα. Έστω κι αν η αυτή η έκφραση της ελπίδας έχει και το ανάλογο χρηματικό αντίτιμο, ανάλογο μάλιστα και με το μέγεθος του κεριού, γιατί ακόμα και στις ευχές το μέγεθος μετράει! Και ο κόσμος να συρρέει κατά εκατοντάδες στους ναούς, γιατί η εκκλησία το Πάσχα είναι σαν την Μύκονο το καλοκαίρι, και η θρησκεία καταδικασμένη να την θυμούνται μονάχα στην ανάγκη, μονάχα στα γεράματα, μονάχα τέτοιες μέρες…
Τα υπερήφανα πρόσωπα των πιστών, αδημονώντας να τσακίσουν την Μαγειρίτσα το βράδυ της Ανάστασης και να το ρίξουν στην κραιπάλη την αμέσως επόμενη ημέρα, ανταλλάσσουν ευχές και δώρα, ζητούν από τον διπλανό τους να σκέφτεται θετικά και αποφεύγουν σαν λεπρό αυτόν που κάνει αναγκαστικά το αντίθετο, ζητούν χαμόγελα αδιαφορώντας για αυτούς που θέλουν μα δεν μπορούν να χαμογελάσουν, αγνοούν την δυστυχία και όσους παλεύουν μήπως ζήσουν, βολεμένοι (προς το παρόν) στην «μαστούρα» της ευτυχίας τους, στην εργασία και το μισθό τους που αντέχουν ακόμα, στην ματαιότητα της ύπαρξης τους, συνοδευόμενοι από το βαθύ συναίσθημα ευλάβειας και σεβασμού απέναντι στα θεία και ικανοποιημένοι που είναι πιστοί. Μάλιστα σε κατηγορούν και σου επιτίθενται αν τύχει και τολμήσεις να αμφισβητήσεις την πίστη τους, γιατί προσβάλεις το Χριστιανικό τους αίσθημα και ήθος, σου ρίχνουν χριστιανικές κατάρες που σε μεταμορφώνουν σε στήλη άλατος, σε προειδοποιούν για τα καζάνια της κολάσεως που σε περιμένουν, σου υπενθυμίζουν τις καταστροφές και τον πόνο που περιμένει εσένα και την οικογένεια σου και μόλις ικανοποιήσουν την θρησκευτική μανία τους, επιστρέφουν στην ευτυχισμένη πιστή ζωή τους και την αδιαφορία. Το πρόβλημα με την θρησκεία μας δεν υπήρξε ποτέ η ίδια η θρησκεία αλλά οι οπαδοί και οι εκφραστές της.
Αυτές τις ημέρες ευδοκιμούν και οι κάθε είδους «σωτήρες», αυτοί που γνωρίζουν πως ακριβώς να σε βοηθήσουν, μα κρύβονται πίσω από την ομίχλη της αδυναμίας να βοηθήσουν τους εαυτούς τους. Ευδοκιμούν και οι «άθεοι» και οι υποστηρικτές κάθε θρησκείας, που αρέσκονται στο να γελοιοποιούν την ανάγκη για ελπίδα χτυπώντας εκεί που μπορούν. Όσους δηλαδή αναζητούν, σκέφτονται, προσπαθούν και δεν τους απασχολεί να ανταποδώσουν τα χτυπήματα. Εραστές του φόβου, όλοι αυτοί, σωτήρες και δήθεν άθεοι, κατοικούν μέσα στην ίδια πραγματικότητα που κατοικούν και οι «πιστοί», το ίδιο βολεμένοι, το ίδιο αδιάφοροι, υποταγμένοι στην αλήθεια που κατασκευάζει το ψέμα τους, νιώθοντας τεράστια ευγνωμοσύνη στην θεά τύχη (την μοναδική θεότητα στην οποία πιστεύουν χωρίς να το γνωρίζουν). Υποκριτές που αγοράζουν «παστίλιες για τον πόνο του άλλου», γίνονται νονοί μακρινών παιδιών γιατί τους το υπέδειξε κάποιος στην τηλεόραση και καλωσορίζουν την Άνοιξη αγοράζοντας φράουλες ποτισμένες με αίμα. Όλοι μαζί. Πιστοί και άπιστοι.
Αυτές τις ημέρες βιαζόμαστε και απο ευχές πολιτκών! Ποτέ δεν μου άρεσε να με κοροϊδεύουν είτε επρόκειτο για πολιτικούς είτε για φίλους, καθώς δεν θεωρούσα πως έκανα κάτι για να αξίζω την οποιαδήποτε κοροϊδία. Όμως όλοι αυτοί οι «καλοί Χριστιανοί» που αυτές τις ημέρες θα παρακολουθήσουμε μέσα στους ναούς να σκύβουν ταπεινά το κεφάλι τους κάνοντας τον σταυρό τους, με κοροϊδεύουν. Και κάθε φορά που θα αντικρίζω κάποιον απ’ όλους αυτούς να κοιτά με ωραιοπάθεια και σοβαροφάνεια την κάμερα, ευχόμενος «Καλή Ανάσταση» παραμένοντας υποκριτής και ατιμώρητος , η όποια πίστη μου θα κλονίζεται και θα δοκιμάζεται.
Κάποια πράγματα έχουν την σημασία και την έννοια τους, όμως δεν θα κάτσω να τα αναλύσω. Το πώς και τι πιστεύει ο καθένας είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση, αλλά υπάρχουν στιγμές που νιώθω πως όσοι πιστεύουν λιγότερο ή αναζητούν την όποια αλήθεια, είναι περισσότερο πιστοί από αυτούς που προσποιούνται κυρίως στους εαυτούς τους, τους καλούς Χριστιανούς. Κατά την άποψη μου η αληθινή πίστη κρύβεται στα πιστεύω μας και αποκαλύπτεται μονάχα με τις πράξεις μας. Ακόμα κι αν έχεις νηστέψει μόνο με νερό και ψωμί για 300 ημέρες, έχεις εξομολογηθεί τις πιο «φριχτές» σου αμαρτίες καμιά 200αριά φορές, έχεις πει το «Πάτερ Ημών» 2000 χιλιάδες φορές μπας και εξιλεωθείς ή έχεις δωρίσει 500 πολυέλαιους, η θέση στον Παράδεισο δεν κερδίζεται αν βαθιά μέσα σου δεν μετανοήσεις γι’ αυτό που είσαι η κάνεις, και αν εξακολουθήσεις να ζεις στο δικό σου κόσμο, της αδιαφορίας και του ψέματος. Γιατί δεν ψεύδεσαι σε εμένα που ίσως με θεωρείς άπιστο, αλλά σε Αυτόν που πιστεύεις…
Καλή Ανάσταση
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....