Το δωμάτιο είναι σκοτεινό…
Οι λάμψεις από τις αστραπές της Ανοιξιάτικης καταιγίδας, το φωτίζουν απρόσμενα, ξαφνικά, φανερώνοντας παράξενα σημεία που στο σκοτάδι δεν φαίνονταν. Σημεία όπως η μισάνοιχτη πόρτα της ντουλάπας ή τα πεταμένα ρούχα στην πλάτη της καρέκλας. Ξαπλωμένος στο κρεβάτι και κουκουλωμένος μέχρι την μύτη, παρατηρείς με τρόμο τα δυο αυτά σημεία, ανήμπορος να αρθρώσεις λέξη, υπερβολικά παγωμένος για να αντιδράσεις. Και ξαφνικά, η πόρτα της ντουλάπας ανοίγει περισσότερο. Η μήπως όχι; Τα ρούχα στην καρέκλα παίρνουν μορφή. Η μήπως όχι; Με την επόμενη αστραπή που θα φωτίσει απρόσμενα το δωμάτιο, όλα θα αποκαλυφθούν…
Όταν ήμασταν παιδιά, είχαμε ακούσει άπειρες ιστορίες που αναφέρονταν στον Μπαμπούλα, ιστορίες που διηγούμασταν ο ένας στον άλλο, ιστορίες που μας ανατρίχιαζαν τα βράδια γυρνώντας από το σχολείο, ιστορίες που τις φέρναμε στο μυαλό ξαπλωμένοι στα κρεβάτια μας. Ποιος όμως είναι αυτός ο Μπαμπούλας; Κανείς ποτέ δεν είδε το πρόσωπο του, κανείς δεν μπόρεσε να τον περιγράψει, κανείς δεν τον φωτογράφησε, κανείς δεν του μίλησε, όλοι όμως αποδεχόμασταν την ύπαρξη του. Ένας απρόσωπος τρόμος που, κατά γενική ομολογία, σύχναζε στις ντουλάπες και κάτω από τα κρεβάτια. Ένας τρόμος πέρα από κάθε φαντασία που κάποια στιγμή άγγιξε όλους μας με το παγωμένο του χέρι. Ένας τρόμος όμως, που έκρυβε τεράστια γοητεία. Χωρίς τον Μπαμπούλα, οι νύχτες θα ήταν κοινές, άχρωμες, βαρετές.
Ο Μπαμπούλας (boogey-man) προσωποποιεί τους βαθύτερους τρόμους, τις πιο βασανιστικές ανησυχίες, του καθενός. Γι αυτό και είναι απρόσωπος. Έρχεται από «αλλού» (μην με ρωτάς τώρα από πού) και φαίνεται πως χρησιμοποιεί τις ντουλάπες για τις παράξενες μετακινήσεις του. Παραμονεύει στο σκοτάδι και μας παρακολουθεί από την μισάνοιχτη πόρτα, αλλά δεν φανερώνεται σχεδόν ποτέ. Βρίσκεται κρυμμένος εκεί μέσα, ανάμεσα στα ρούχα μας και διασκεδάζει μαζί μας. Διασκεδάζει με τον τρόμο μας, διασκεδάζει με την άγνοια μας. Βρίσκεται εκεί μέσα, αλλά κανείς δεν το ξέρει. Εμείς μπορεί να δουλεύουμε, να διαβάζουμε ή να κάνουμε οτιδήποτε άλλο, έχοντας πλήρη άγνοια της παρουσίας του. Έτσι δεν συμβαίνει και στην ζωή γενικότερα; Ο μεγαλύτερος τρόμος είναι αυτός που παραμονεύει αλλά δεν εκδηλώνεται.
Ο Μπαμπούλας εμφανίζεται κυρίως στα παιδιά, γιατί συνήθως μονάχα τα παιδιά μπορούν να τον αντιληφθούν. Είναι η απόδειξη πως στην ζωή υπάρχει και τρόμος, υπάρχει ανησυχία, υπάρχει αγωνία, υπάρχει και κακό. Η παρουσία του δεν αποτελεί μόνο παράδοση, δεν φανερώνει παιδική φοβία, είναι πολλά περισσότερα. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που συναντάται σε ολόκληρο τον πλανήτη, σε κάθε χώρα, σε κάθε σπίτι, σε κάθε δωμάτιο, σε κάθε ντουλάπα. Η κίνηση που μπορεί να πιάσεις με την άκρη του ματιού σου μονάχος στο δωμάτιο, ο ψίθυρος που θυμίζει το πέρασμα του ανέμου από τα παράθυρα, η αίσθηση πως κάτι σε παρακολουθεί, η εντύπωση πως τα ρούχα στην καρέκλα σχηματίζουν μια μορφή, η αγωνία πως κάτι βρίσκεται κάτω από το κρεβάτι, το δίλημμα του αν η πόρτα της ντουλάπας άνοιξε περισσότερο ή όχι. Όλα αυτά και ακόμη περισσότερα. Ο Μπαμπούλας επιβεβαιώνει τον ρόλο του αγνώστου.
Όλοι νιώσαμε κάποτε την παρουσία του με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Και όλοι εφαρμόσαμε επάνω του τις εκπληκτικές τεχνικές άμυνας που μας δίδαξε το ένστικτό μας. Η πιο διαδεδομένη τεχνική, είναι αυτή του «κουκουλώματος». Αν κρυφθείς κάτω από τα σκεπάσματα, τίποτε δεν μπορεί να σε πειράξει. Και δεν πιστεύω πως υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος που μία φορά στην ζωή του δεν βρέθηκε στην ανάγκη να εφαρμόσει την παραπάνω τεχνική. Ο Στήβεν Κίνγκ, ο διάσημος συγγραφέας γνωστός και ως μαιτρ του τρόμου, δεν κοιμόταν ποτέ αν τα πόδια του έμεναν ακάλυπτα. Πίστευε πως το τέρας που κατοικεί κάτω από το κρεβάτι του, περίμενε αυτή ακριβώς την στιγμή, ώστε να τον αρπάξει από τα εκτεθειμένα ακάλυπτα άκρα του! Πολλοί ακόμη συγγραφείς τρόμου είχαν παρόμοιες φοβίες και φρόντιζαν να κλειδώνουν την ντουλάπα τους πριν πέσουν για ύπνο. Κι εμείς, οι λάτρεις της ρομαντικής λογοτεχνίας ευχαριστούμε τον Θεό για τις φοβίες τους. Χωρίς αυτές, η εκπληκτική φαντασία τους δεν θα επιβεβαίωνε το εξαιρετικό τους ταλέντο και ο κόσμος μας θα ήταν φτωχότερος. Όσοι από αυτούς, τις σκοτεινές και ύποπτες νύχτες εφάρμοσαν μερικές από τις γνωστές τεχνικές άμυνας, κατάφεραν να ξεγελάσουν τον φόβο τους και γελώντας χαιρέκακα, μπόρεσαν να μας τον μεταδώσουν μέσα από φημισμένες σελίδες βιβλίων.
Λογικά, ο Μπαμπούλας δεν είναι τίποτα! Αυτό είναι που μας τρομοκρατεί στην πραγματικότητα. Ο τρόμος του τίποτα, του κενού. Ο τρόμος αυτού που δεν μπορεί να περιγραφεί, του αγνώστου, του ποτέ, αυτού που υπαινίσσεται την παρουσία του. Ο φόβος του ίδιου του Φόβου. Και αυτό είναι που μας καθοδηγεί όλη μας την ζωή, ξεκινώντας από την αθώα μας ηλικία. Έχοντας επίγνωση του Φόβου μαθαίνουμε να κρυβόμαστε και να είμαστε επιφυλακτικοί. Οι αρχέτυπες μορφές τρόμου, που προσωποποιούν (όντας απρόσωπες) τις χειρότερες φοβίες και ανησυχίες μας, καταφέρνουν πάντα, αν τις αφουγκραστούμε, να μας καθοδηγούν.
Το πρώτο συναίσθημα που ένιωσε ο άνθρωπος όταν περπάτησε για πρώτη φορά στον άγνωστο ακόμη πλανήτη μας, ήταν ο φόβος. Βρήκε καταφύγιο σε σκοτεινές σπηλιές καθαρά από ένστικτο, αναζητώντας την ασφάλεια που θυμόταν πως του παρείχε το σύντομο διάστημα που πέρασε στην μήτρα της μητέρας του. Οι σπηλιές είναι οι μήτρες της μάνας γης. Για τον πρώτο άνθρωπο, τα πάντα γύρω του ήταν άγνωστα. Τον τρομοκρατούσαν και τα απέφευγε. Περνούσε τον περισσότερο χρόνο του μέσα στις σπηλιές, βγαίνοντας μονάχα για να αναζητήσει τροφή και φρόντιζε να μην απομακρύνεται πολύ. Δαμάζοντας τον φόβο του, φροντίζοντας να τον γνωρίσει, να τον αποδεχθεί και όχι να τον νικήσει (στην πραγματικότητα κανείς δεν νικά τους φόβους του απλά τους αποδέχεται), καλλιέργησε μέσα του την περιέργεια και την τάση για εξερεύνηση. Αν οι πρόγονοι μας δεν είχαν δαμάσει τον φόβο τους, εμείς δεν θα είχαμε φθάσει εδώ που βρισκόμαστε (είτε αυτό είναι θετικό είτε όχι).
Τι μπορεί όμως να είναι αυτό που υποτίθεται πως κρύβει πάντα μέσα του το σκοτάδι; Τι κάνει τα ρούχα να παίρνουν μορφή, τι ανοίγει την ντουλάπα; Αν υποθέσουμε πως τα θεμέλια του φόβου είναι ο θάνατος (ο κυρίαρχος φόβος του ανθρώπου), τότε μπορεί και φθάσουμε σε παράξενα συμπεράσματα. Ο φόβος του θανάτου είναι ο πρωταρχικός φόβος και κάθε άλλη μορφή φόβου είναι απλό παράγωγο του. Ο φόβος μεταμφιέζεται, αλλάζει μορφές και ριζώνει βαθιά μέσα μας. Αν ήμασταν αθάνατοι, αν τίποτε δεν μπορούσε να μας βλάψει, τότε θα υπήρχε κάτι ικανό να μας φοβίσει;
Πρώτα απ΄ όλα, ο Μπαμπούλας, όπως ανέφερα παραπάνω, προτιμά να εμφανίζεται στα παιδιά. Όμως ένα μικρό παιδί δεν γνωρίζει τον θάνατο και λογικά, δεν τον φοβάται. Ακούει τις απαγορεύσεις και τις προειδοποιήσεις των γονιών του, προσπαθεί να κατανοήσει διαφόρους κινδύνους, όμως δεν αντιλαμβάνεται τον ίδιο τον θάνατο. Παρόλα αυτά, εξακολουθεί να φοβάται την μισάνοιχτη πόρτα της ντουλάπας. Γιατί; Γιατί φυσικά, πρόκειται για τον Μπαμπούλα και για κανέναν άλλο! Αν όμως οι μεγαλύτεροι γνωρίζουν πως ο Μπαμπούλας συνεπάγεται τον φόβο του θανάτου, τότε τι είναι αυτό που γνωρίζει ένα παιδί και εκείνοι αγνοούν;
Ο φόβος του θανάτου, ίσως δεν είναι αυτός που όλοι αντιλαμβανόμαστε ως απώλεια. Δεν είναι ο πόνος όσων αφήνουμε, όσων θα θέλαμε να γνωρίσουμε και δεν προφθάσαμε. Στην διάρκεια της ζωής του ο άνθρωπος γνωρίζει πως υπάρχουν πράγματα που θα ήθελε να γνωρίσει και να κάνει, μα σπάνια επιδιώκει την πραγματοποίηση τους. Μονάχα τις τελευταίες στιγμές τα αποζητά και αυτό είναι μια αδύναμη άμυνα ενάντια στον φόβο του για τον θάνατο. Ψάχνει κάτι να κρατηθεί, όπως μικροί ψάχναμε τα σκεπάσματα. Τι είναι όμως αυτό που πραγματικά μας φοβίζει τότε;
Τι γνωρίζουμε για τον θάνατο; Τίποτε απολύτως. Κανείς δεν μπόρεσε να τον εξηγήσει και πιθανόν, δεν θα μπορέσει. Τι συμβαίνει; Τι υπάρχει μετά; Πολύ απλά, το Άγνωστο. Δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς είναι ο θάνατος και στην ουσία ο φόβος του θανάτου δεν είναι παρά ο φόβος του Αγνώστου. Δεν φοβόμαστε τον ίδιο τον θάνατο αλλά το Άγνωστο που τον συνοδεύει. Ναι, ξέρω, είναι ένα τρομαχτικό συμπέρασμα, όμως όπως θα δείς, πρόκειται για φόβο που δαμάζεται! Άρα λοιπόν, ο κυρίαρχος φόβος του ανθρώπου είναι το Άγνωστο και άρα, ο Μπαμπούλας είναι το Άγνωστο. Ένα παιδί αντιλαμβάνεται παντού γύρω του το άγνωστο, όπως ακριβώς οι πρόγονοι μας. Δεν έχει ακριβή επίγνωση του αλλά το αντιλαμβάνεται.
Το μυαλό μας παράγει άμυνες σε όλα αυτά που ο εγκέφαλος αδυνατεί να περιγράψει. Πρέπει να δοθεί μια μορφή σε όλα αυτά που αντικρίζουμε, όσο παράλογη κι αν φαίνεται, και αυτό γιατί το ποσοστό της πραγματικότητας που αντιλαμβάνεται ο εγκέφαλος του ανθρώπου (η εικόνα δηλαδή που μεταδίδει το μάτι και προσπαθεί να επεξεργαστεί το μυαλό μας) είναι ελάχιστο, μηδαμινό. Ένα ποσοστό από 9-12%! Τώρα τι θα μπορούσε να μας φανερώσει το υπόλοιπο 82% είναι μια πονεμένη ιστορία. Για να αποφύγουμε λοιπόν περιπτώσεις επερχόμενης τρέλας, ο εγκέφαλος αναζητά οικείες εικόνες για να περιγράψει το απερίγραπτο, εικόνες που θα εξακολουθούν να τρομάζουν αλλά μέσα σε «λογικά» πλαίσια. Έτσι, τα ρούχα παίρνουν μορφή και η πόρτα της ντουλάπας ανοίγει. Και όλα αυτά, απλά για να μας γνωστοποιηθεί η ύπαρξη του Αγνώστου.
Ο Μπαμπούλας ζει και παραμονεύει παντού, γιατί ο άνθρωπος αρνείται να αποδεχθεί ορισμένες αλήθειες, όσο σκληρές κι αν ακούγονται. Καθημερινά βιώνουμε τον θάνατο, αλλά δεν σκεφτόμαστε. Ο ύπνος έχει χαρακτηριστεί ως «μικρός θάνατος». Ξορκίζουμε την αλήθεια που φανερώνει πως ο θάνατος μπορεί και θα έρθει απρόσμενα, οποιαδήποτε στιγμή, φοβούμενοι πως αν την σκεφτούμε λίγο περισσότερο θα την προσκαλέσουμε. Επιτρέπουμε έτσι στον Μπαμπούλα να εμφανίζεται συνεχώς και να γελά χαιρέκακα μαζί μας. Και το κακό είναι πως από κάποια στιγμή και μετά, οι γνωστές τεχνικές άμυνας παύουν να είναι αποτελεσματικές. Μεγαλώνουμε και πλέον είναι όλο και πιο δύσκολο να αντιμετωπίσουμε τις φοβίες μας. Αλλά ο Μπαμπούλας παραμονεύει. Ας τον αφήσουμε λοιπόν να βγει από την ντουλάπα και να μας πλησιάσει. Ας απλώσουμε το χέρι να τον αγγίξουμε. Αυτό θα τον πανικοβάλει. Θα χάσει την δύναμη του, η οποία τρέφεται από τον φόβο μας. Αγγίζοντας τον, αγγίζουμε και τον θάνατο, αγγίζουμε και το Άγνωστο. Στο τέλος, ίσως συνειδητοποιήσουμε πως αυτό που τόση ώρα αγγίζαμε, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ο εαυτός μας!
Λογικά, έτσι έχουν τα πράγματα. Έτσι πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε όλα, χρησιμοποιώντας απλά την λογική μας. Ψυχολογήσαμε τον φόβο και κάποιοι μπορεί και να τον δάμασαν.
Ακούω όμως και κάποιους άλλους που φωνάζουν επίμονα μέσα στο αφτί μου και ομολογώ πως τους ακούω με προσοχή έστω κι αν προσποιούμαι το αντίθετο. Τι μου φωνάζουν; Μην ανησυχείς. Πρόκειται για φιλοσοφικές μπούρδες και μεταφυσικές αηδίες. Είναι κάτι τύποι που έχουν βάλει σκοπό να μας κάνουν μαύρη την ζωή αναζητώντας μυστήρια στο κάθε τι. Ας τους αφήσουμε να φωνάζουν, ποιος τους ακούει; Μην επιμένεις, αηδίες λένε. Κάτι για παράξενες «πύλες» μέσα στις ντουλάπες και κάτω από τα κρεβάτια, κάτι για σκιές που εμφανίζονται από το πουθενά μέσα στα δωμάτια τη νύχτα, κάτι για την Μόρα και τον Βραχνά, κάτι για παράλληλα σύμπαντα και άλλες διαστάσεις.
Σου το είπα... λένε αηδίες. Ας τους να φωνάζουν. Είναι απλά κάποιοι "γραφικοί"...
Νύσταξα. Πέρασε η ώρα και το πρωί πρέπει να σηκωθώ νωρίς. Ευτυχώς δεν χρειάζεται να κουκουλώνομαι πια, γιατί κάθε μέρα ξυπνούσα καταϊδρωμένος. Μεγάλο πράγμα η ψυχανάλυση. Τώρα που έμαθα για τον θάνατο, προσδιόρισα έστω και ελάχιστα το Άγνωστο και δάμασα τους φόβους μου, είμαι απόλυτα βέβαιος πως θα έχω έναν ξεκούραστο ύπνο γεμάτο με ευχάριστα όνειρα.
Αφού λοιπόν είμαι σίγουρος για τα πάντα, έχω ανακαλύψει την αλήθεια πίσω απο τον μύθο και γελώ με τους γραφικούς γιατί πλέον γνωρίζω την φύση και τις ρίζες του φόβου, δεν θα έπρεπε να αισθάνομαι χαλαρός;
Μετά απο τόση ψυχανάλυση βασισμένη σε θεωρίες ειδικών, πρέπει να νιώθω ανακούφιση και ηρεμία, όμως...
Το δωμάτιο είναι σκοτεινό. Μοναδική πηγή φωτός η αδύναμη λάμψη του φεγγαριού που παλεύει να εισχωρήσει απο τα πατζούρια. Σκιές παντού. Όχι, δεν φοβάμαι. Δηλαδή, δεν πρέπει να φοβάμαι. Μα, να... Πάλι πέταξα ενα κουβάρι τα ρούχα μου στην πλάτη της καρέκλας και... παίρνω όρκο πως αυτό εκεί δεν είναι πια τα ρούχα μου! Έχει μορφή. Έχει σχήμα. Και μεγαλώνει...
Η λογική και οι καθησυχαστικές θεωρίες των ειδικών στριφογυρίζουν βίαια στο κεφάλι μου, προσπαθώντας να μου αποδείξουν το παράλογο. Τι είναι αυτά που μου λέτε; Ότι κι αν είναι αυτό που υπάρχει εκει που λογικά θα έπρεπε να βρίσκονται τα ρούχα μου, πλησιάζει! Είμαι έτοιμος να απλώσω το χέρι μου και να ανάψω το φως. Η εκπληκτική ανακάλυψη του Έντισον θα δώσει τέλος στην αμφιβολία. Θα πάρει μακριά τον...φόβο. Μα καθώς στρέφομαι προς τον διακόπτη, το βλέμμα μου σταματά στη ντουλάπα. Παλιά συνήθεια (που δεν την αποβάλεις εύκολα) αλλά πάντα την κλειδώνω πριν κοιμηθώ. Και να που τώρα, αργά και σταθερά την παρακολουθώ ν' ανοίγει...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....