Πραγματικά και με κάθε ειλικρίνεια, πιστεύω πως όχι, η πειρατεία δεν σκοτώνει την μουσική. Την τραυματίζει αλλά δεν την σκοτώνει. Μπορείς να δεις τις πληγές επάνω στο ήδη ταλαιπωρημένο κορμί της, να διακρίνεις τα σημάδια και τους μώλωπες, αλλά καμία πληγή δεν είναι θανάσιμη. Όχι, η πειρατεία δεν σκοτώνει την μουσική. Δεν λέω πως δεν υπάρχουν δολοφόνοι, φυσικά και υπάρχουν, αλλά δεν είναι μόνο οι πειρατές. Είναι και κάποιοι άλλοι, πονηροί και αδυσώπητοι, οι πλέον θανάσιμοι, οι πιο σκοτεινοί απ΄ όλους, και ονομάζονται μουσικοί. Πιστεύω λοιπόν ακράδαντα, πως κατά κύριο λόγο, αυτοί που σκοτώνουν την μουσική, είναι οι μουσικοί και οι εταιρείες που βρίσκονται άλλοτε πίσω τους και άλλοτε μπροστά τους!
Είναι γεγονός πως ο κόσμος δεν αγοράζει πια cd. Γιατί να το κάνει άλλωστε; Οι τιμές είναι απλησίαστες και για κάποιους που ασχολούνται λίγο περισσότερο και τα ακούσματα τους διαφέρουν από αυτά της μάζας, οι τιμές είναι αστρονομικές. Οι δικαιολογίες, του τύπου: ακριβό κόστος παραγωγής, μισθοί, ποσοστά κλπ, δεν στέκουν και είναι αστείες. Το ευτελέστερο υλικό στον κόσμο, είναι το υλικό με το οποίο κατασκευάζονται τα cd. Η καλλιτεχνική δουλειά είναι σχεδόν άφαντη και οι συντελεστές διαρκώς μειώνονται. Η εργασία επίσης της ηχοληψίας είναι σαφώς ευκολότερη καθώς όλα γίνονται ψηφιακά μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών και απαιτούνται λιγότερα άτομα. Η παραγωγή επίσης είναι γρηγορότερη, γιατί η τεχνολογία έχει κάνει τεράστια άλματα και πλέον υπάρχουν μηχανήματα που παράγουν μεγάλο αριθμό αντιτύπων σε ελάχιστο χρόνο. Το ποσοστό του καλλιτέχνη από τα κέρδη είναι από αστείο ως άφαντο! Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε πως ένας μεγάλος αριθμός ακριβών cd είναι επανακυκλοφορίες επεξεργασμένες ψηφιακά, κάτι που απαιτεί την μισή δουλειά γιατί τα περισσότερα έχουν ήδη γίνει πριν αρκετά χρόνια, δεν είναι καθόλου παράξενο το γεγονός πως η αγορά μειώνεται σταδιακά.
Ένα καλό παράδειγμα, είναι να αναζητήσετε την δουλειά κάποιου καλλιτέχνη ή συγκροτήματος, που υπογράφει σε ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία. Εκεί θα δείτε την διαφορά την οποία μπορεί να παρατηρήσει ακόμη και ο πλέον αδαής. Η καλλιτεχνική δουλειά (εξώφυλλο κλπ) παραμένει δημιουργική και είναι σαφώς ανώτερη από οποιαδήποτε άλλη, ενώ η ηχογράφηση και η ηχοληψία, αν και μπορεί να μην φθάνουν τα μεγάλα επαγγελματικά πρότυπα, είναι εμφανές πως έχουν δουλευτεί με μεράκι και προσοχή, χωρίς υπερβολές και επιδέξιες τεχνικές που είτε αλλοιώνουν είτε καλυτερεύουν μουσική και φωνή. Και αν μερικές φορές το κόστος μιας τέτοιας δουλειάς φαίνεται μεγάλο (κάτι που συμβαίνει σπάνια σε ότι αφορά τουλάχιστον τις Ελληνικές ανεξάρτητες δισκογραφικές), πιστεύω πως δικαιολογείται απόλυτα γιατί συχνά ο καλλιτέχνης καλείται να καλύψει μονάχος όλα σχεδόν τα έξοδα. Χωρίς φθηνούς εντυπωσιασμούς και απαράδεκτες αντιγραφές, κατορθώνουν να έχουν πολύ καλά αποτελέσματα, χωρίς να καταφεύγουν στα ενοχλητικά επιχειρήματα με τα οποία οι μεγάλες εταιρείες δικαιολογούν το μεγάλο κόστος των προϊόντων τους.
Είναι οι ίδιες οι εταιρείες που ωθούν τον κόσμο στην αγορά πειρατικών cd. Μα για ποια πειρατεία μας λένε; Πειρατεία υπήρχε ανέκαθεν και θα εξακολουθεί να υπάρχει ότι κι αν δοκιμάσουν. Παλιότερα, προτού τα cd καταστρέψουν τον ήχο, όταν οι καλλιτέχνες ηχογραφούσαν σε δίσκους βινυλίου, δεν υπήρχε πειρατεία; Ποιος μπορεί να το αρνηθεί; Ξεχνάτε κύριοι και κυρίες, τις παλιές κλασσικές κασέτες; Προσωπικά, η μισή δισκογραφία που απέκτησα ως παιδί, αποτελείται από κασέτες αντιγραφής, άρα πειρατείας. Αγόραζε κάποιος φίλος ένα νέο δίσκο και όλη η παρέα έτρεχε να τον αντιγράψει. Και πολλοί από την παρέα είχαν και άλλους φίλους, οι οποίοι με την σειρά τους είχαν άλλες παρέες και όλοι ήθελαν να αντιγράψουν αυτόν τον δίσκο. Τα μεγάλα δισκάδικα (κάποια πολύ γνωστά) αντέγραφαν δίσκους σε κασέτες, πάντα με το αζημίωτο. Δεν ακούγαμε τότε παράπονα και αν υπήρχαν ήταν λιγοστά, σχεδόν αθόρυβα. Οι δίσκοι γίνονταν χρυσοί, αργότερα πλατινένιοι, πωλούνταν χιλιάδες κομμάτια, κι όμως ο κόσμος, εξακολουθούσε να αντιγράφει. Και τώρα γίνονται χρυσοί. Πως άραγε; Αφού οι εταιρείες δεν πωλούν (όπως μας λένε), πως γίνεται ένας καλλιτέχνης χρυσός και μάλιστα, δυο μέρες μετά την κυκλοφορία του δίσκου του; Ποιος δουλεύει ποιον; Ποιος είναι ο πραγματικός πειρατής;
Όλοι αντιγράφουν. Μουσικοί, συγγραφείς, σκηνοθέτες, διαφημιστές, παραγωγοί, ζωγράφοι. Όλοι χωρίς καμία εξαίρεση. Πρόκειται για πολιτισμικό φαινόμενο, αντικείμενο μελέτης για τους κοινωνιολόγους σε ολόκληρο τον κόσμο. Η μουσική είναι πολιτισμός και ο περισσότερος κόσμος επιθυμεί να ενταχθεί στις τάξεις του, ακόμη κι αν η οικονομική του κατάσταση δεν του το επιτρέπει. Πως θα πείσεις κάποιον για την εκπληκτικό μυαλό του Μότσαρτ, αν δεν του προσφέρεις τις μελωδίες του; Πως θα μεταδώσεις σε κάποιον τα συναισθήματα σου όταν για πρώτη φορά άκουσες το Dark Side Of The Moon των Pink Floyd ή το Άξιον Εστί του Θοδωράκη; Θα μου πείτε, αυτός είναι ο σκοπός του ραδιοφώνου και θα συμφωνήσω. Κάποτε. Όχι πια. Τώρα στο ραδιόφωνο ακούμε αυτά που κάποιοι μας επιβάλλουν και όχι αυτά που θα επιθυμούσαμε. Άρα, τι απομένει; Να αντιγράψουμε.
Τα cd, εκτός του ότι αλλοίωσαν τα ηχητικά μας ακούσματα, κατέστησαν ευκολότερο τον τρόπο με τον οποίο ακούμε μουσική. Και εξηγώ: Ένας απλός δίσκος βινυλίου, ένα LP (long play) είχε μέσο όρο διάρκειας, περίπου 30 – 45 λεπτά (για αυτό και οι πλέον δημοφιλής κασέτες αντιγραφής ήταν οι περίφημες 45άρες, αυτές δηλαδή με 45 λεπτά διάρκεια). Σε αυτό το χρονικό διάστημα χωρούσαν περίπου 9 – 12 τραγούδια. Το να παίζεις με την βελόνα του πικάπ και τα κουμπιά του κασετοφώνου δεν ήταν κάτι που συνιστούσαν οι κατασκευαστές και φυσικά, δεν ήταν βολικό. Ήσουν, με λίγα λόγια, υποχρεωμένος να ακούσεις ολόκληρη την δουλειά του κάθε καλλιτέχνη, ξανά και ξανά. Μπορεί να προτιμούσες περισσότερο ένα τραγούδι από τα υπόλοιπα, όμως έπρεπε να τα ακούσεις όλα μέχρι να φθάσεις σε αυτό που ήθελες. Αυτό το γνώριζαν και οι καλλιτέχνες αλλά και οι εταιρείες. Έπρεπε λοιπόν οι δουλειές να είναι προσεγμένες και τα τραγούδια όσο γινόταν καλύτερα. Η σειρά με την οποία το κάθε τραγούδι θα τοποθετούνταν στον δίσκο, απαιτούσε γνώσεις και μαεστρία, ήταν μια πραγματική επιστήμη. Ο ακροατής δεν έπρεπε να βαρεθεί και όλοι όφειλαν να κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του. Για αυτό εξάλλου οι καλλιτέχνες αργούσαν να παρουσιάσουν μια νέα δουλειά, γιατί προσπαθούσαν να παράγουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Υπάρχουν δίσκοι πραγματικά διαμάντια στην ιστορία της παγκόσμιας μουσικής και το κάθε τραγούδι είναι καλύτερο από το άλλο. Γιατί νομίζετε πως αυτά τα διαμάντια και κάθε τι διαχρονικό, σταμάτησε να βγαίνει λίγο μετά την έλευση της ψηφιακής εποχής και των cd;
Με τα cd, το έργο του ακροατή, των καλλιτεχνών και των δισκογραφικών εταιρειών, έγινε ευκολότερο και ευτελέστερο. Σε ένα cd χωράει διπλάσιος αριθμός τραγουδιών. Ένα απλό ψηφιακό δισκάκι, έχει χρονική διάρκεια 74 λεπτά και αυτός ο χώρος έπρεπε να αξιοποιηθεί όσο γινόταν καλύτερα, γιατί λόγω χωρητικότητας η τιμή θα ανέβαινε. Για να μην φανεί λοιπόν σαν κοροϊδία και εκμετάλλευση του καταναλωτικού κοινού, ο κάθε καλλιτέχνης έπρεπε να γράφει πλέον περισσότερα τραγούδια για κάθε του νέα δισκογραφική δουλειά. Τα πράγματα άρχισαν να περιπλέκονται. Διανύαμε και μια εποχή όπου όλα βυθίζονταν ολοένα και περισσότερο στην μετριότητα και όπου η επαφή μας με το γούστο συνέβαινε από πολλά χιλιόμετρα απόσταση, δεν χρειάστηκε και πολύ. Άρχισε η σταδιακή δολοφονία της μουσικής. Ραδιόφωνα, εφημερίδες και τηλεόραση ανήγγειλαν κάποια νέα δουλειά ενός πασίγνωστου καλλιτέχνη, μα παρουσίαζαν ένα μονάχα μέρος της. Συνήθως, ένα τραγούδι ήταν αρκετό. Τα υπόλοιπα, απλώς γέμιζαν τον χώρο. Με το πάτημα ενός κουμπιού πάνω στο cd player μεταφερόμασταν σε αυτό το τραγούδι, πολλές φορές αγνοώντας τα υπόλοιπα. Αυτό το παρατήρησαν οι δημιουργοί και άρχισαν να απομακρύνουν σταδιακά την έμπνευση τους, να αχρηστεύουν κάθε δημιουργική τάση. Πλέον, τα τραγούδια σε ένα cd, δεν έχουν τίτλους μα νούμερα. Αναφερόμαστε σε ένα τραγούδι ως το 5 ή το 8! Και όλα γίνονται αυτόματα, με το πάτημα ενός κουμπιού.
Μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες, οι ίδιες που καθημερινά προμηθεύουν την αγορά με εκατομμύρια cd, είναι αυτές που πλάσαραν στην αγορά και όλα αυτά τα μέσα αντιγραφής, από τις κασέτες, τα mini disk αργότερα, μέχρι τα cd και τα dvd. Οι ίδιοι οι πολέμιοι της πειρατείας είναι αυτοί που την δημιούργησαν, πάντα σε βάρος του καταναλωτή αλλά και του δημιουργού (υπάρχουν ακόμη κάποιοι). Ειλικρινά, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί τους πήρε τόσο καιρό να ανακαλύψουν και να απαγορεύσουν μεγάλα και πασίγνωστα sites στο internet που προσέφεραν δωρεάν μουσική και που τα γνώριζαν εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο. Ίσως γιατί ήταν και αυτός ένας τρόπος διαφήμισης. Ίσως γιατί γνωστά site όπως το Napster ή το Audio Galaxy τώρα θησαυρίζουν πουλώντας σε «λογικές» τιμές αυτά που κάποτε προσέφεραν ελεύθερα. Ο μοναδικός τρόπος να εθιστείς σε κάτι είναι πρώτα να κάνεις χρήση του.
Όσον αφορά την ίδια την πειρατεία, αυτοί που βάλλονται πιο πολύ και θεωρούνται από τους περισσοτέρους ως υπεύθυνοι, είναι οι ταλαιπωρημένοι «οικονομικοί μετανάστες» που προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα σε ένα σύστημα εκμετάλλευσης και ραδιουργίας. Μια κοινωνία που δεν μπορεί να αφομοιώσει ή να ελέγξει τους μετανάστες, παράνομους και μη, που δεν μπορεί να τους συντηρήσει (εδώ δεν μπορεί να συντηρήσει τους δικούς της), πράττει το αυτονόητο. Τους εκμεταλλεύεται. Αν κάποιος κάνει μια απλή, πολύ απλή, έρευνα, θα ανακαλύψει πως είναι πολλοί αυτοί που οικονομάνε από την δήθεν ανεξέλεγκτη πώληση παράνομων cd. Και φυσικά θα εκπλαγεί όταν μάθει ποιοι είναι αυτοί. Να φανταστείτε, υπάρχει μια άτυπη καταρίθμηση πειρατικών cd ώστε να βλέπουν κάποιοι πόσο πουλάει η νέα δουλειά κάποιου καλλιτέχνη (αυτού συνήθως που κάνει χρυσό δίσκο μέσα σε δυο μέρες χωρίς να έχει πουλήσει ούτε ένα αυθεντικό cd). Κάποτε ρώτησα ένα Νιγηριανό (εκπληκτικός τύπος) γιατί το κάνει αυτό και μου απάντησε πως δεν βρίσκει καμία άλλη δουλειά στην Ελλάδα, κυρίως λόγω του χρώματος του δέρματος του. Είχε γυναίκα και ένα παιδί και με κάποιον τρόπο έπρεπε να ζήσουν. Ίσως και να μου είπε και ποιος του προσέφερε αυτή την δουλειά, αλλά δεν πιστεύω πως είναι αυτό το ζητούμενο.
Δεν θα σας πω αν πρέπει να αγοράζετε πειρατικά cd ή όχι. Αρχίστε να ακούτε μουσική και θα βρείτε μόνοι σας την απάντηση. Υπάρχουν και φθηνά cd. Ανακαλύψτε τα. Κανείς δεν μπορεί να τα έχει ακούσει όλα ώστε να ζητά κάτι νέο. Αρχίστε από τα παλιά και ανεβαίνοντας τα νέα θα γίνονται με την σειρά τους παλιά. Το γούστο δεν κοστίζει. Όσο και αν κάποιοι εμπορεύονται την κακογουστιά, εμείς θα τους αγνοούμε. Την διαφορά άλλωστε την κάνουν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες με την βοήθεια πλέον του ίντερνετ. Εμείς ακούμε την δουλειά τους και αν μας αρέσει πάμε να την απολαύσουμε ζωντανά. Αν αυτό που παρακολουθήσουμε και ακούσουμε ζωντανά μας αρέσει, τότε τι μας εμποδίζει αυτή την δουλειά να την αγοράσουμε; Πάντα μα πάντα η δύναμη του να αλλάξει μια κατάσταση, βρισκόταν, βρίσκεται και θα βρίσκεται στα δικά μας χέρια! Αρκεί επιτέλους να το πάρουμε απόφαση. Αρκεί να το τολμήσουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....