Είναι κάποια όνειρα τόσο έντονα που σαν ξυπνάω ηχεί ακόμη στ’ αφτιά μου η ανάμνηση μιας φωνής. Ήχος που φέρνει, τις περισσότερες φορές, δάκρυα. Αυτό που λείπει περισσότερο από τους ανθρώπους που, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, χάσαμε, είναι ο ήχος της φωνής τους....
Στα πρόσωπα μπορούμε να ανατρέξουμε όσο υπάρχουν φωτογραφίες, έστω κι αν εκεί ο χρόνος έχει σταματήσει. Τα χαρακτηριστικά ενός αγαπημένου προσώπου, το χρώμα των ματιών, το σχήμα της μύτης, το χρώμα των χειλιών, ακόμα και οι στιγμές που μοιραστήκαμε, παραμένουν ευδιάκριτα (όσο και αναλλοίωτα) στις φωτογραφίες, κάτι που βοηθά τις αναμνήσεις, όσο πολυκαιρισμένες κι αν φαίνονται, να συνεχίσουν να υφίστανται. Οι ήχοι είναι που σβήνουν, παρασύρονται από σιωπηλούς ανέμους και αν κάτι, με κάποιον τρόπο, τύχει και ακουστεί ξανά, μοιάζει αλλόκοτα ξένο και, ταυτόχρονα, επώδυνα οικείο. Η φωνή των ανθρώπων με τους οποίους μιλούσαμε πολύ, μιλούσαμε συνέχεια, μέρα νύχτα, αν χαθεί, δημιουργεί ένα τεράστιο κενό στην ύπαρξη μας. Είναι απίστευτο το πόσο πολύ μπορεί να σου λείψει ο ήχος μίας φωνής…
Πόσο σκληρό είναι για κάποιους να παρακολουθούν τα πάντα να ανθίζουν γύρω τους και τίποτα να μην ανθίζει στην ψυχή τους. Οι δρόμοι των ανθρώπων συναντιούνται μα σπάνια συγκλίνουν. Εκεί που κάποιος χαμογελά ένας άλλος δακρύζει, εκεί που κάποιος προσπερνά κάποιος άλλος ανταμώνει, εκεί που κάποιος σταματά κάποιος άλλος συνεχίζει. Εαρινή Ισημερία: το φως περνά στην αντεπίθεση, κερδίζει την μάχη με το σκοτάδι, ότι ερήμωνε πασχίζει να αναγεννηθεί, και εκείνοι με το σκυφτό κεφάλι που περπατούν μουρμουρίζοντας προσευχές, ακούγοντας στην γη το χτυποκάρδι τους, βλέποντας στον ουρανό τα όνειρα τους, αγκαλιάζουν σφιχτά την ελπίδα να μην κρυώνει και σκορπούν στο διάβα τους πετραδάκια αγάπης για να μην χάσουν ποτέ τον δρόμο τους. Και πώς να αποφύγεις τα «τσιμπήματα» της προσμονής, το βάσανο της προσδοκίας, όταν ο ερχομός της Άνοιξης έχει ταυτιστεί με την ομορφότερη ημέρα της ζωής σου; Πώς να μην επιθυμείς ολόψυχα παρηγοριά σε ένα απαλό χάδι, μια τρυφερή αγκαλιά, όταν τόση απρόσμενη θλίψη ήρθε ξαφνικά να μεγαλώσει τη μοναξιά σου; Όταν στον δρόμο μας ανταμώνουμε απώλειες, οι απουσίες είναι αβάσταχτο φορτίο…
Έχει νυχτώσει, επέστρεψα από τη μοναχική μου έξοδο και είπα να ολοκληρώσω αυτό που ξεκίνησα να γράφω, ό,τι κι αν είναι αυτό. Η Ανοιξιάτικη μου άδεια ξεκίνησε με τον ίδιο τρόπο που πρόκειται να τελειώσει. Συντροφιά έχω το αλκοόλ και τη μουσική (τι θα κάναμε, άραγε, χωρίς μουσική;) και τα φωτισμένα παράθυρα από την πολυκατοικία απέναντι μου, όπου άγνωστοι άνθρωποι εξακολουθούν την ρουτίνα τους χωρίς να γνωρίζουν πως κάποιος τους παρακολουθεί. Έχεις αναρωτηθεί ποτέ γιατί οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουμε δείχνουν πιο οικείοι από εκείνους που γνωρίζουμε (η θεωρούσαμε πως γνωρίζουμε); Πόσος καιρός χρειάζεται για να συνειδητοποιήσουμε πως ποτέ δεν μαθαίνουμε τους ανθρώπους που γνωρίζουμε; Γιατί υπάρχουν τόσο πολλά που μας απομακρύνουν και τόσο λίγα που μας ενώνουν; Γιατί συνηθίζουμε να απαιτούμε από το να κατανοούμε; Νύχτωσε, έχει μια όμορφη ψύχρα και το άρωμα της Άνοιξης πλανιέται μεθυστικό στον αέρα. Το άρωμα της επιθυμίας…
Η ελπίδα κουράστηκε. Νύσταξε. Με αφήνει μόνο μου και πλαγιάζει στο κρεβάτι. Την καληνυχτίζω. Σε λίγο θα πέσω κι εγώ να ξαπλώσω δίπλα της. Το πρωί, θα ξυπνήσουμε αγκαλιά…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Πες την γνώμη σου....