Ξύπνησα τα χαράματα με την εντύπωση πως ήμουν μόνος πάνω στη Γη! Μουσκεμένος από τον
ιδρώτα κάποιου ονείρου που είχε ξεθωριάσει, αλλά ακόμη τριγύριζε βασανιστικά
κάπου μέσα μου (σαν εκείνες τις απίστευτα εκνευριστικές μύγες που θαρρείς σε
περιγελούν), βγήκα στο μπαλκόνι. Κοίταξα από ψηλά τον έρημο δρόμο και δεν
υπήρχε τίποτα, ούτε παρκαρισμένα αυτοκίνητα, ούτε πρωινοί διαβάτες, τίποτα.
Ήταν μια βαριά αίσθηση μοναξιάς που την ένιωθα να ξαπλώνει σαν πάχνη πάνω στην
πόλη.